Ο παρατρεχάμενος υπουργού, μεγαλοεπιχειρηματία ή άλλου VIP, που του αναγγέλλει την άφιξη κάποιου επισκέπτη ενώ συχνά είναι επιφορτισμένος να «κόβει φάτσες» (ελληνιστί face control, screening).
Οι πασβάντηδες ή πασβάντες, ήσαν επί τουρκοκρατίας κάτι σαν νυκτοφύλακες, ενώ στα κύρια καθήκοντα τους ήταν να αναγγέλλουν την ώρα κτυπώντας με ραβδί σε πέτρα, ενώ ήσαν εφοδιασμένοι και με ρολόι.
Στο καφενείο του χωριού: - Πω πω πω, μεγάλος και τρανός ο Μήτρος στην Αθήνα. Πέρασα από 3 πασβάντηδες μέχρι να φτάσω στο γραφείο του.