Συμπεριφέρομαι σαν γκέι, αδερφοφέρνω, τοιουτίζω.

Λέγεται για περιπτώσεις που δεν έχουν βγει από την ντουλάπα και απλώς είναι ύποπτοι για γκεϊλίκι, λόγω χαρακτηριστικών κινήσεων και ιδιωμάτων. Θεωρητικά είναι δυνατόν κάποιος να πουστοφέρνει χωρίς να είναι πούστης, ιδίως αν το κάνει μέσα στο πλαίσιο τακτικής (βλ. παράδειγμα 2).

  1. - Ευγενικό παιδί ο Πάνος, αλλά ρε γαμώτο, πουστοφέρνει λιγάκι...

  2. οταν καμακωνω προσπαθω να πουστοφερνω λιγακι κανω πιο γλυκεια τη φωνη μου αυτο αρεσει στις γυναικες πολυ!!! (Αποστάγματα σοφίας του πορνομετανάστη εδώ).

  3. Για μένα άλλο το πουστοφέρνω άλλο το είμαι (Και οι πούστηδες έχουν δικαίωμα στον αράπη).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified