Το λέμε για να υπερασπιστούμε μια συμπεριφορά μας απρεπή, λάθος, αντιδεοντολογική, απαράδεκτη, ανάρμοστη, επιρρίπτοντας μέρος της ευθύνης μας και σ’ εκείνον που την υφίσταται. Εκείνος άρχισε, ή μας προκάλεσε, ή μας έφερε στη δυσάρεστη θέση, ή βρέθηκε εκεί που δεν έπρεπε, ή είμαστε αναγκασμένοι να το κάνουμε ενώ ο άλλος μπορεί να μας αποφύγει κλπ. κλπ.
Τελικά αποδεχόμαστε μεν το λάθος μας, κατά το ήμισυ όμως, ενώ κατά το έτερον ήμισυ φταίει ο άλλος, οπότε πατσίζουμε. Έτσι και δε χρειάζεται να δικαιολογούμε τ’ αδικαιολόγητα (να επιμένουμε ότι είμαστε σωστοί ενώ δεν είμαστε), και δε χρωστάμε σε κανέναν.
- Κι αφού έχω βγάλει μια κουράδα βδέλλα διαπιστώνω ότι δεν υπάρχει κωλόχαρτο. Ε, τι να κάνω μετά; Πήρα ό,τι μπορούσα με το χέρι και το σκούπισα στον τοίχο. - Μα είσαι τελείως σίχαμα ρε πούστη μου! - Και τι να’κανα δηλαδή; Εγώ φταίω που δεν είχαν ένα κωλόχαρτο στην τουαλέτα; Μισή ντροπή δική μου μισή ντροπή δική τους.
- Πελαγία, κράτα την πετσέτα να βγάλω το μαγιό.
- Μα Περικλή μου, μας βλέπει όλη η παραλία! - Αν θέλουνε να βλέπουν, μισή ντροπή δική μου μισή ντροπή δική τους.- Μας έχουνε φάει τ’ αφτιά ότι κακώς μπήκαμε στην ΟΝΕ και τους γελάσαμε με τα γκρικ στατίστικς. Και καλά, εμείς είμαστε οι πονηροί, η Γιούροστατ τόσο βλάκες είναι; Αυτοί κάνανε τα στραβά μάτια γιατί μας ήθελαν. Μισή ντροπή δική μας μισή ντροπή δική τους.