H βουή είναι το βουητό σε γένος θηλυκό.

Μεταφορικά, είναι κάποιο άσχημο νέο.

  1. Άμα δεν κάνεις ό,τι σου λέω, θα σου έρθει η βουή (= θα φας ξύλο)

  2. - Τα έμαθες τα νέα;
    - Τα έμαθα, μου ήρθε η βουή (ήρθαν άσχημα νέα).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified