Η φράση «έχει τζόγο» χρησιμοποιείται από μηχανικούς για να δηλώσουν, ότι ένα εξάρτημα δεν έχει καλή εφαρμογή, με αποτέλεσμα να κινείται από τη θέση του (να «παίζει», δηλαδή, γύρω από τη θέση του - άλλωστε ο «τζόγος» προέρχεται από το ιταλικό gioco=παιχνίδι).

Πιο συχνά, χρησιμοποιείται από επιδιορθωτές μοτοσυκλετών και ποδηλάτων, για τις εφαρμογές των αξόνων των τροχών, του πιρουνιού κ.λπ. Σε αυτή την περίπτωση, υπάρχει πραγματικός τζόγος, διακυβεύονται πολλά και κηδεύεσαι εσύ...

(στο Σαλονικιό μάστορα)

- Και δε με λες, μόνος σου την έκανες τη μόντα εδώ;
- Ε, ναι...
- Φλλλαράκι θα τ' αφήσεις, γιατί έχει τζόγο και σε βλέπω να αγοράζεις οικόπεδο...

φωτό τραβηγμένη κάπου στην Καλογρέζα (από xalikoutis, 12/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λαϊκίστικη έκφραση για τα χαρτιά, γενικευμένη έννοια όλων των παιχνιδιών με χαρτιά ή χρήματα.

-Άσε, είμαι στα χάλια μου και το έριξα στον τζόγο, όλη τη μέρα παίζω κολλιτσίνα μπας και ξεχάσω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified