Αυτός που φοράει φράκο.
(επειδή το φράκο είναι σχιστό πίσω, σαν την ουρά του χελιδονιού).
Όλη η ορχήστρα ντυμένη στα μαύρα και ο μαέστρος ψαλιδόκωλος. Επίσημα πράγματα!
Αυτός που φοράει φράκο.
(επειδή το φράκο είναι σχιστό πίσω, σαν την ουρά του χελιδονιού).
Όλη η ορχήστρα ντυμένη στα μαύρα και ο μαέστρος ψαλιδόκωλος. Επίσημα πράγματα!
Got a better definition? Add it!
Οι κομψευόμενοι νέοι της δεκαετίας του '60 και του '70 που φόραγαν "ψαλιδόκωλα" σακάκια, δηλαδή τα μοντέρνα σακάκια της εποχής με το ένα ή τα δύο ανοίγματα πίσω. Ήταν κάτι σαν συνώνυμο του τεντυμπόης.
Θυμάσαι το Στέλιο απ' τη Σχολή; Λοιπόν άμα τον δεις δεν θα τον γνωρίσεις! Μοντέρνα κουστουμιά, γραβάτα, πατούμενο, ψαλιδόκωλος κανονικός σου λέω!
Got a better definition? Add it!