Ο ψυχιατρικός ασθενής ή σκέτο «ψυχιατρικός» ή, κατά το πολιτικά ορθόν, ο «χρήστης ψυχιατρικών υπηρεσιών». Ο άνθρωπος, δηλαδή, που, όχι απλά αντιμετωπίζει ψυχολογικά προβλήματα, αλλά και έχει νοσηλευτεί εξ αιτίας τους (ή εξ αιτίας συγγενών, γειτόνων, ψυχιάτρων, κράτους και καπιταλισμού). Χρησιμοποιείται είτε για συντομία, είτε από διακριτικότητα.

  1. - Και τι περιπτώσεις βλέπεις εκεί στην οργάνωση βρε Φερδινάνδε;
    - Ε, τι να βλέπω, κανά δυο βε βλέπω, έρχονται και ζάκια αλλά τους διώχνω, και πολλούς ψι....

  2. - Τι παίζει με τον τύπο ρε συ... ζάκι είναι;
    - Μπααα, ψι είναι...

Mother, no! (από Vrastaman, 12/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ψυχολόγος σε συντομογραφία.

Συνήθως προφέρεται μόνο το αρχικό γράμμα για να μην καταλάβουν οι άλλοι ότι εκείνος που μιλάει παρακολουθείται από ψυχολόγο...

- Δεν μπορώ να έρθω το απόγευμα, έχω ψι...

Got a better definition? Add it!

Published