Το σπέρμα.
Και εκεί που την πηδάω, ρίχνω κάτι κανονιές από ψωλόχυμα, σαν καρύδια.
Λέξεις για το σπέρμα: αγιασμός, γιαούρτια, κατάθεση, λάβα, ματσαφλόκια, μυτζήθρα, παπαροζούμι, παχιά, πέο τζους, πηχτή, σκάγια, σως, το άσπρο που κολλάει, του πουλιού το γάλα, τσουτσού σορόπ, τσουτσουνόζουμο, τυρί, φλόκια, χοντράδια, χυσαμόλι, ψωλόχυμα.
Got a better definition? Add it!