SLANG.gr
  • Ελληνικά
  • Sign up or log in
  • Lemmas
  • Definitions
  • Comments
  • Tags
  • Members
  • Forum
  • New definition

Lemma results (3060)
Showing 1861-1920 from 3060 · Show all (24730)

  • A Z
  • Many definitions one
  • Newer Older
  • α
  • β
  • γ
  • δ
  • ε
  • ζ
  • η
  • θ
  • ι
  • κ
  • λ
  • μ
  • ν
  • ξ
  • ο
  • π
  • ρ
  • σ
  • τ
  • υ
  • φ
  • χ
  • ψ
  • ω
  • #
  • en
  • Random
  • All
κόγκολος 1 κόζα μόστρα 1 κοζαλής 1 κοζάρω 2 κοζερί 1 κόζι 2 κοητί 1 κοθούμπρα 1 κοιλαράς 1 κοιλιμάντζαρο 1 κοιμάται με τις κότες και ξυπνάει με τις κοκότες 1 κοιμάται τώρα 1 κοιμήθηκε ο Θεός 1 κοιμίσης 1 κόινερ 1 κοινολάκι 1 κοινολογικάριος 1 κοινοπρηξία 1 κοινόχρηστη γκόμενα 1 κοινωνάω 1
κοινωνική μπαταρία 1 κοίτα να δεις τι πάθαμε, στον Άγιο Γυμνοκώλη 1 κοίτα το πουλάκι 1 κοιτάζομαι 1 κοιτάξτε με γειτόνισσες, ψαράκια τηγανίζω 1 κοιταχτάδικο 1 κοιτάω στο ένα 1 κοιτάω στο ύψος του πούτσου 1 κοιτιόμουν στον καθρέφτη και τον έπαιζα 1 κοιτώ το υπερπέραν 1 κόκ(κ)αλο 8 κόκα φόλα 1 κοκάκιας 1 κοκακόλα 1 κοκακόλα καφεδάκι σποράκι ροξάκι παιδιά 1 κοκακολάς 1 κόκαλα έχει ο καφές; 1 κόκαλα, κόκκαλα 2 κοκαλίγκα 1 κοκαλολόγος 1
κοκάλω 1 κοκάρι 2 κοκέτα 2 κοκιέβω κοκιεύω 1 κόκκαλα έχει; 1 κόκκαλης 1 κοκκαλιάρης 1 κοκκαλιστάν 1 κοκκαλοσακούλα 1 κόκκινη γραμμή 1 κοκκινίζει 1 κοκκινομάγουλος 1 κόκκινος 1 κοκκινοσκουφίτσα 2 κοκό 2 κοκό λαλά 1 κοκόβια, γκογκόβια 2 κοκοβιός 2 κοκοκο (επάρατο) 1
  • « Previous
  • 1
  • 2
  • 3
  •  .. 
  • 29
  • 30
  • 31
  • 32
  • 33
  • 34
  • 35
  •  .. 
  • 49
  • 50
  • 51
  • Next »
  • Terms & Conditions
  • Privacy Policy
  • Contact

© SLANG.gr 2006-2015

Sign up or log in

Login

I forgot my password!

New member registration

Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.