Κττγμ, ως Σαλονικιού, η πιστότερη αποτύπωση του Σαλονικιώτικου, ή πιο σωστά, Πολίτικου λ, είναι λu. Η γραφή αυτή, βρίσκεται σε αρμονία με το λj των Mωραϊτών που αναφέρθηκε και προσομοιάζει περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη στην εκφορά του παχέος, κολλώδους λu με τη ρίζα της γλώσσας σε ακραία πρόσθια θέση, σαν κατά τη διάρκεια εμέτου, ενώ ταυτόχρονα με την εκπνευστική προσπάθεια -το λ προφέρεται μόνο σε εκπνοή- η κεφαλuή γέρνει ελuαφρά προς τα εμπρός και η κορυφή της γλuώσσας βρίσκεται σε σταθερή επαφή με τον ουρανίσκο.
Προς επίρρωση δεν των λεγομένων μου, η κεντρική αγορά της Πόλuης, Kapalu carci, προφέρεται Καπαλu τσαρσί, με το ου να ακούγεται ανεπαίσθητα ενώ το λu να δίνει τα ρέστα του γιατί εκτός του ότι είναι παχύ και κολλuώδες σαν το σιρόπι του πολuίτικου μπακλuαβά, έχει ακόμη μια ιδιομορφία: Ναι λuοιπόν, το μυστικό είναι ότι το Σαλuoνικιό (ή Πολuίτικο) λu τονίζεται!
Πες το κι ετς.
Αυτό κάνει;
- Ακάκιε, τα μακαρόνια νά ΄ναι Μπαρίλα!
Trivia: Ο Αλής είχε ένα κλουβί με μια (πεινασμένη)λεοπάρδαλη και εκεί έριχνε όσους ήθελε να καταδικάσει. Αν υπήρχε και παραλλαγή με φίδι, δεν έχω πηγές να το πω με βεβαιότητα.
Σχετική και η δήλωση του Σωκράτη Κόκκαλη για «...παίχτες τύπου Κούζμπα, Μούζμπα, Φούζμπα, Σούζμπα...»
Σχετική και η παρακάτω αθλητική ανταπόκριση: «Ο ποδοσφαιρικός αγώνας Τζαμάικα-Κολομβία διεκόπη στο 5' επειδή οι Τζαμαϊκανοί κάπνιζαν το χόρτο και οι Κολομβιανοί σνιφάριζαν τις γραμμές.»
Πολλές φορές το λήμμα συντάσσεται αφαιρετικά ως «Έχω... έχω...» από πωλητές καπότας σε γαμιστρώνες.
Προφέρεται και «Μονδεβιδέο», (βλ. «Υπεραστισμός»).
Πριν από την εκφορά του φρασεολήμματος, προηγείται η ιαχή: «Φέρ' την κάμερα σε μένα!»
Η σλανγκιά έγκειται στο να προφέρεις τις δύο λέξεις, σκών' σκόν', απαράλλαχτα ως skon skon.
Εξ ου και «καλλίπυγος γυνή».
Υπάρχει και το σχετικό άζμα:
«Κι αν είν΄η μοίρα σου σακατεμέεεενη
Τί τη θες τη σιτεμένη»
O Γεωργίου το είπε ή ο Μητσικώστας ως Γεωργίου;
Drifting, στην καθομιλουμένη.
Α, γεια σου
Μπρος μου χορεύει καυτή Βραζιλιάνα
το τέλειο λορμί, λατινοαμερικάνα
Στο καμάκι είμαι παλιά καραβάνα
της λέω «Θές να γίνεις των παιδιών μου η μάνα;»
Τότε απεδήχθη γλωσσοκοπάνα
μου λέει «Φύγε θα σε βγάλω στο Τατιάνα»
Έφαγα πίκρα και καμπάνα
Η μαγική τσατσάρα έγινε τζουγκράνα
Mα δεν με ξέρει -ε, ρε κοτσάνα-
τώρα μόνος κροταλίζω τη ροκάνα
Ημισκούμπρια, Brazil-Hmiz 1-0
Δίχως σκέψη, σηκώνω φρύδι
τρέχω δίπλα της και της μιλάω ήδη
-Δωσ' της καρδιάς σου το αντικλείδι
έχω πετάξει μαζί σου σαν τον Γονίδη
Μου λέει «Τί είπες, ρε σαμιαμίδι»
Σαν νά ΄φαγα στη μάπα ένα μπουνίδι
Η μπραζιλέιρο εν κατακλείδι
με φύσηξε σαν νά ΄μουν αποκαΐδι
(Ημισκούμπρια, Brazil-Hmiz1-0)
Κα(υ)λώς τον Διονύση
πού είναι έτοιμος να χύσει
Α χα χα, να ΄σαι καλά ρε μπλακ.
Να υποθέσω ότι η αναφορά των οστών του πήχυ κερκίδας και ωλένης ως μυώνων έγινε εσκεμμένα για να καταδείξουν τη μυοποίηση και άλλων ιστών του σώματος (όπως στο παράδειγμα μας του οστίτη), διατηρώντας παράλληλα την αρχική λειτουργία τους, ενώ σειρά θα πάρουν το αιμοποιητικό, αναπνευστικό και ουρογεννητικό σύστημα, για να καταλήξει το μπιλντέρι στο υψηλότερο λέβελ σε μια άμορφη μάζα σκληρού σαν βράχο -με γραμμώσεις ωστόσο- μυός.
Επίσης: Μας τά 'κανες μπαλόνια ή αερόστατα.
Επίσης, προφέρεται με λιωμένο το λιι.
Κάποτε ο Καραϊσκάκης είχε κληθεί από την Κυβέρνηση να λογοδοτήσει για ορισμένες κατηγορίες περί ανυπακοής που τον βάραιναν. Απολογούμενος κατά τη διάρκεια της δίκης του σε μια εκκλησιά στο Αγρίνιο, μεταχειριζόταν την ίδια αθυρόστομη γλώσσα του. Όταν ένας 80χρονος κριτής του, του υπενθύμισε ότι πρέπει να περιορίσει τη συνήθεια του αυτή, απάντησε:
- Και συ ορέ εγέρασες, αλλά το χούι να γαμείς δεν τ΄αφήνεις!
Στα ποδανά, και «τσόκρυοπου».
Αν κατάλαβα καλά, το «καυλί» ήρθε από τα βάθη των αιώνων μεταφερόμενο από στόμα σε στόμα.
Λέγεται και κοντοκλωτσοκώλα.
Περιττό να σημειώσω την ηχητική ομοιότητα με το «Συγχαρητήρια, είσαι (και) ο πρώτος».