Very nice λήμμαν, και καλώς τον χότζα. Και να πούμε ότι στο βάθος της η έκφραση έχει σχέση εκτός από τους αληθινούς σκοτσέζους γενικά με τη σκέψη σε κλειστούς κόσμους όπου Lack of knowledge implies falsity.
Hear, hear!
κόλλυβα
Μιας και το έθιξες: ποιοοοοοοο φαγητό που πωλείται σε χιψτεράδικο το έχει τερματίσει ;
Η βοήθεια του κενού: πώς λέμε "πιο χιψτερ πεθαίνεις"; Εν προκειμένω "πιο πεθαίνεις, χίψτερ".
Η απάντηση σε 2 δευτερόλεπτα.
Επειδή το ρεπορτάζ τρέχει, να σημειώσω (θα μπορούσε να προσθηκευτεί στον ορισμό) ότι: Λέγεται και ως επιφώνημα η φράση "μούσκφα!" ή a fortiori "ίου! μούσκφα!", δηλαδή: "πω πω δολοπολοκία / ίντριγκα / δολερότητα".
Ας συνεχίσουμε την ετυμολογική προσπάθεια, άλλωστε "αντιδανεικάάάεμφανιζόμενο κείμενο συνδέσμου, τα πάντα είναι αντιδανεικάάά"... (γνωμικό ανώνυμου θυμόσοφου γλωσσολόγου)
δηλαδή, Γκαλά, τι θα γίνει; Τι αλλαγές αναμένονται; Θα υπάρξει διάλογος για τις αλλαγές;
Μα, καλέ όχι! Κολλαγονάκηδες είναι αυτοί που περιγράφω στον ορισμό και δεν έχουν καμία σχέση με τη διαφήμιση, είναι φιγούρες που αυτηκόησα να τους αποκαλούν έτσι οι άνθρωποι του μόχθου. Βέβαια, και οι κάπως διάσημοι τηλεπωλητές κολλαγόνων στους οποίους αναφέρεται το σχόλιο μου (που είναι και σχόλιο προς το μηδι του κχαν) σίγουρα λέγονται κι αυτοί (α)δόκιμα κολλαγονάκηδες. Αλλά άλλο αυτό, δεν έχει να κάνει! Δεν η γνώση κάποιας διαφήμισης προαπαιτούμενο για την κατανόηση του ορισμού.
Εγώ στις διαφημισοεκπομπές κολλαγόνου κολλάω τόσο πολύ με αυτόν τον καταπληκτικό κύριο! (ακραίος στρέη κολλαγονοτουκανάκιας)
Εναλλακτικά, μπορεί να είναι και με τη στενή έννοια συνώνυμο του πετραδίζεις; με την έννοια απλώς πετώ χαλίκια για να περάσει η ώρα, για εκτόνωση επειδής δεν έχω τι άλλο να κάνω και είμαι low life και no life (με αποτέλεσμα ίσως αυτό να μοιάζει στον πρακτικό και νοικοκύρη άνθρωπο και σαν να ξεπετρίζω τον τόπο με εντελώς τελείως λάθος τρόπο).
Ωραίο το λήμμαν και ευχάριστο που λέγεται ακόμης. Διαφωνώ με τις ερμηνείες για την προέλευση και νομίζω ότι το ξεχαλίκεμα θα προκύπτει από το εξής: για να κάνεις το χωράφι καλλιεργήσιμο, πρέπει να το ξεπετρίσεις, και αυτό ήταν μεγάλη ανάγκη ειδικά στα νησιά που είχαν πετρώδες έδαφος και μικρές επιφάνειες. Αλλά αυτό δε σημαίνει να βγάλεις τα χαλίκια που είναι μάταιο και σισσύφιο και άχρηστο έργο, αλλά τις μεγάλες πέτρες. Μόνο ο βλάκας που δε ξεχωρίζει το σημαντικό από τις λεπτομέρειες ξεχαλικά, δηλαδή ασχολείται με τα χαλίκια.
Γενικά η ενασχόληση με τις πέτρες είναι χαρακτηριστικό των χαμηλών κοινωνικά, διανοητικά, εργασιακά, και συνώνυμο της βλακείας, της ματαιοπονίας, της μη προκοπής βλ. και το λήμμα από Κρήτη πετραδίζεις;
ένα χειροκρότημα για την ορχήτρα μας να φύγουν τα αρνητικά. Το μήδι κάνει τον ορισμό να περιττεύει.
Αχ μωλέ η αγαπημένη ψυχολογιοποίηση των νεοφιλελέδων, ναι μωλέ, τι κακά παιδιά αυτοί, τι προκραστινέησο, έχουνε θ υ μ ό....Πολύ θυμό! Πω πω μπούλινγκ! αχ μωλέ, τελικά πονάει ο κώλος μας επειδή μας γαμήσανε ή μας γαμήσανε επειδή πονάει ο κώλος μας; Μωρέ αμπερδεύτηκα. Ουί μαμά μου. Φ Τ Ω Χ Ο Ι Σ Τ Α Ο Π Λ Α Α Α Α Α Α α α α α α α α ο ο ο ο . . . . (αλλά πρώτα να κάνουμε bonding).
Σχετικά με το μηδι του χαν, λέω σε κόσμο να μη διαβάζει Mαρξ γιατί περιέχει spoilers.
Καταπληκτικός ορισμός με πλήθος highlights. Εύγε! Και μια περιγραφή σε σημεία σαν από μυθιστόρημα του 19ου αι.. Μπράβο. Βλ. και Ελεεινίδα, Ελλεεινίδα, Ελλεηνίδα και ασεπατζού.
Επίσης το λήμμα απαντά στο χάος - τραγούδι των Mazoo and the Zoo (στίχοι μουσικοί Μάνος Βαφειάδης):
Ένας μαλλιαρός γορίλας
Που είναι τρομερός τσαντίλας
Ένας μαλλιαρός γορίλας
Φεύγει απ' την Αφρική
Τον ψάχνουν όλοι οι Πυγμαίοι
Που είναι κοντοί μα θαρραλέοι
Και η γοριλίνα μόνη τώρα κλαίει
Ο ιπποπόταμος γελάει
Κι ο Βεδουίνος τραγουδάει
Στη Βεδουίνα που μοσχοβολάει
Ένας μαλλιαρός γορίλας
Που είναι τρομερός τσαντίλας
Ένας μαλλιαρός γορίλας
Έφυγε απ' την Αφρική
Γορίλα, γοριλάκι
Μουντρούχαλο μουτράκι
Γιατί, γιατί, γιατί με παρατάς;
Γιατί με παρατάς και την καρδούλα μου πονάς
Εγώ που για χάρη σου παράτησα τα πάντα (τα πάντα, τα πάντα)
Εμένα που μου είχανε στο σπίτι κουβερνάντα (αμέ αμέ)
Και μου' φερνε η μανούλα μου το τσάι στη βεράντα
Ένας μαλλιαρός γορίλας
Που είναι τρομερός τσαντίλας
Ένας μαλλιαρός γορίλας
Φεύγει απ' την Αφρική
Τον ψάχνουν τώρα οι αρουραίοι
Που είναι χοντροί και νυσταλαίοι
Κι η γοριλίνα όλη μέρα κλαίει
Κι άλλος κροκόδειλος πεινάει
Ο Αλί στον ήλιο κολυμπάει
Και η καμήλα όλο μασουλάει
Ένας μαλλιαρός γορίλας
Που είναι τρομερός τσαντίλας
Ένας μαλλιαρός γορίλας
Φεύγει απ' την Αφρική
Γορίλα γοριλάκι,
Μουντρούχαλο μουτράκι
Ό,τι ζόρι πέρασα στο λέω το ξεπέρασα (αμέ αμέ)
Και αν θέλεις να γυρίσεις να μου κάνεις τσαλιμάκια
Καλύτερα γορίλα μου να πάρεις μπογαλάκια (ξουτ, ξουτ)
Εγώ αυτά τα κόλπα σου τα ξέρω προ πολλού
Και άκου γοριλάκι μου τι λένε κι οι Ζουλού
«Ου, ου, ου ξεπαρεού, ου, ου, ου ξεπαρεού»
Ξεπαρεού, ξεπαρεού, ξεπαρεού, ξεπαρεού!
Ένας μαλλιαρός γορίλας
Που είναι τρομερός τσαντίλας
Ένας μαλλιαρός γορίλας
Έφυγε απ' την Αφρική
Ου, ου, ου, ξεπαρεού
Ου, ου, ου, ξεπαρεού
Ξεπαρεού, ξεπαρεού, ξεπαρεού, ξεπαρεού!!!!!!
Χρήση του λήμματος όπως και πολλών άλλων στο απομαγνητοφωνημένο απόσπασμα από εκπομπή του Σταμάτη Κραουνάκη πριν τις εκλογές του Μάη 2014, αντιγραφέν από εδώ:
«ξομπλιάσματα, ξεράσματα, την κατάρα μου να ’χετε, ουστ ξεπαρεού ρε [δις], ο Εγγλέζος λόρδος-πόρδος, έχουν πάρει τις σκατογκαλόπες και φοβούνται, έχουνε κλάσει μέντες, κουλά, όξω οι κτηνάρες, όξω, ο φλούφλης ο Γιωργάκης, το ζώον, αυτό το χοντρόπετσο ο Μπένι, η μπούρδα ο Σπηλιωτόπουλος, σκάσε Άρη, σκάσε πια, ουτιδανό τίποτα, τζιτζιφρίγκο, παραδουλάκια, παρατσιράκια, σούργελα ελεεινά, όξω ρε πια, όξω, ναι, θα την πιούνε, κάτι συγγραφάκια, πενταρολόγοι, κάτι μοντερνάξ του κώλου, αγράμματα μαλακισμένα, τα τσιμπούρια, όξω ρε να τελειώνουμε, όξω βρόμικα Ποτάμια, ψωνάρες τρισάθλιες αθλίων ημιεγγραμμάτων Ελιές, απ’ του Σημίτη τις τρισίχαστες τις κρεατοελιές τις διαπλεκόμενες, όξω ρε, μακριά απ’ τη χώρα των θεών και της θάλασσας, όξω ντε να τελειώνουμε, ντεκαβλέδια του κερατά, πολιτικούρια, βλαχογιάπισσες, Κολωνάκια ανόητα σιχαμερά, σιχαμένα μολύβια και κοντυλοφόροι ανέραστοι, ε όξω πια, γαμώ την τρέλα μου!»
Όπως μου είπε κι ένας πιτσιρικάς που έπρεπε να διαβάσει λογοτεχνία «μας τα έπρηξαν με αυτές τις Ελένες Βακαλόδες».
Ωραίο και το λήμμα και το σχόλιο του ξεροσφύρη. Από το όνομα του φιδιού που ανέφερες - λαφιάτης - δράττομαι τση ευκαιρίας για το εξής: το όνομα του φιδιού πάω στοίχημα βγαίνει από τη λάφα = ακρίδα στην Κρήτη, μήπως και στη Χίο; Δλδ, αυτό το φίδι φαντάζομαι τρώει τις ακρίδες.
Τώρα οι περισσότεροι έχετε ακούσει και ίσως επισκεφτεί την ομολογουμένως φοβερή παραλία Λαφονήσι του Ν.Χανιών. Πολλοί, ίσως πια οι πλειονότητα την αποκαλούν Ελαφονήσι και δίνουν τροφή σε φαντασιώσεις ότι όχι μόνο ο ξερότοπος είναι εξωτικός αλλά ότι είχε και ελάφια να χοροπηδούν από δω κι από κεί κάποτε, οπότε τι να λέμε, εντελώς τελείως Εδέμ. Όμως το Λαφονήσι σημαίνει Ακριδονήσι, αντιτουριστικό κάργα.
Αναρωτιέμαι δε και για την Πελοποννησιακή Ελαφόνησο επειδή διαβάζω κάτι για αρχαίες Άρτεμηδες που εμένα δε μου φαίνονται συνήθως και πολύ σόι... αλλά και μπορέλι...
Σαλεύω στην Κρήτη (μήπως μόνο στα Σφακιά; θα το ψάξω...) σημαίνει κουνιέμαι (π.χ. έγγιξά του και δεν εσάλευε= τον ακούμπησα και δεν κουνιόταν), προχωρώ, βαδίζω: πολύ συχνή η προστακτική σάλευ(γ)ε! = προχώρα! Τα βήματα λέγονται ζάλα παγκρητίως. Από την ίδια ρίζα ίσως;
Το σαλίζω=φλυαρώ δεν το έχω ακούσει.
Όσο για τους δια Χριστόν σαλούς, χωρίς να το έχω ψάξει ιδιαίτερα αλλά οσμιζόμενος τι είναι το μέηνστρημ της προσέγγισής τους, μου κάνει πολύ εντύπωση πως ορισμένοι θεολόγοι και παπάδες, στο πλαίσιο της περιφρούρησης των ντισιπλίναρι ορίων και άλλων πολλών, καταπίνουν αμάσητη την ψυχιατρική... Μην τυχόν και στιγματιστούν οι δια Χριστόν σαλοί ως... σαλοί... Απίστευτο. Δεν είναι λοιπόν τρελοί αλλά μάλλον τρελούτσικοι, ψιλοφλώροι που μαζεύουν λεφτά (θεληματικά) για να κάνουν τατού και πήρσινγκ (μωρία) αλλά προσεκτικά και με κάθε προφύλαξη, που δεν τραβάνε και κανά ζόρι ιδιαίτερα, δεν είναι μωρέ και επικίνδυνοι ούτε καν για τον εαυτό τους, απλά λιγάκι του την έδωκε του αγίου μετά την εξεταστική...
Εγώ νομίζω ότι η σύγχρονη ψυχιατρική αν εξέταζε δια Χριστόν σαλό και ήθελε να είναι συνεπής στα ίδια της τα κριτήρια θα έπρεπε να διαγνώσει κανονικότατα ψυχοπαθολογία.
Το βιβλίο της γ- λυκείου των θρησκευτικών είναι ευτυχώς πιο προσεκτικό.
Αυτά, σφίξανε κι οι ζέστες.
Μιλώντας πάντως με παιδιά γυμνασίου και λυκείου παρατήρησα ότι χρησιμοποιούν αυθόρμητα κατά κύριο λόγω τη λέξη ιστότοπο και πολύ λιγότερο τη λέξη ιστοσελίδα, αν και στο γούγλη η ανάλογια χτυπημάτων είναι ~ 3:1 υπέρ της δεύτερης. Μάλλον επειδή έχουν μάθει τον όρο από την προειδοποίηση «η επίσκεψη σε αυτόν τον ιστότοπο μπορεί να προκαλέσει ζημία στον υπολογιστή σας».
Σλανγιώτατα και τα σπουδαρχίδης αντί του λαμογιολιγούρη και το φίλιππος αντί του αλογομούρη.
Ριζίτικο (= παραδοσιακό Λευκών Ορέων)
- Τριανταφυλλάκι μου κόκκινο, μήλο μου μυρωδάτο,
κρατώ σε και μαραίνομαι, φιλώ σε και χλωμιάζω,
βάνω σε στ' αγκαλάκια μου και λαχταρά η καρδιά μου,
λέσι μου κι άλλον αγαπάς, λέσι μου κι άλλο θέλεις.
- Σα δε πιστεύεις άπιστε, σα δε θωρεί ο νους σου,
πέψε να φέρεις τσι γιατρούς, τση πόλης τα σγουράφια,
να σκίσουν τη καρδούλα μου, να τη φυλλολοήσεις,
κι αν έβρεις αλλουνού φιλιά, κι αν έβρεις άλλη αγάπη,
κόψε μου το κεφάλι μου.
Ωραίο λήμμα και καταπληκτικό το μήδι με Κων/δη, είναι ίσως η καλύτερη και πληρέστερη περιγραφή των κοινωνικών κατηγοριών και τάξεων που συγκροτούν τον ελληνικό εθνικό κορμό. Άλλη μια περίπτωση ταξινομίας τύπου «Ζώα του Αυτοκράτορα», Μισέλ Φουκώ, πρόλογος Οι Λέξεις και τα Πράγματα.
Λοιπόν, στους Αμπελόκηπους υπάρχει ολίγην Κύπρος σε ένα σουβλατζίδικο που λέγεται Σεφτ-Αλλιώτικο ή κάτι τέτοιο, το οποίο έχει στον τοίχο λαϊκή ναϊφ ζωγραφιά (αλλά μιλάμε πιο ναϊφ πεθαίνεις) στην οποία απεικονίζεται ένας Κυπραίος με βράκες να κάθεται πάνω σε ένα γαϊδούρι με τέτοια περηφάνεια που αναρωτιόμουνα what the fuck is wrong with Κύπριους, οι οποίοι εκεί που οι άλλοι θα ζωγράφιζαν άλογο αυτοί βάλανε γαϊδαρο. Αλλά το γαϊδούρι ήταν υπερβολικά μεγαλόσωμο και ρωμαλέο και εν πάση περιπτώσει χάρη στο λήμμα του Σάββα Πάυλου τώρα ξέρω.
Σαμόλης είναι διαδεδομένο επίθετο στα Ανώγεια στην Κρήτη. Από το Σαμουήλης; Αστείο όταν το μικρό του αρχίζει από Χ.Σαμόλης, ειδικά αν είναι ποιητής όπως ο Κάπα Πι Καβάφης.
θενξ για τα σχόλια και τα λίνκια...
Ένας όχι-και-τόσο θυμόσοφος εγγλέζος καθηγητής μου μου είπε κάποτε το εξής: υπάρχει μόνο ένα πράγμα χειρότερο από το να είσαι πολιτικά ορθός, το να είσαι πολιτικά λάθος. Μου άρεζε. Δε νομίζω να ήταν δικό του, αλλά δεν ξέρω ποιου.
Ακολουθεί πάντως τη λογική των αποφθεγμάτων
- του O.Wilde: There is only one thing in the world worse than being talked about, and that is not being talked about.
- του W.Churchill: There is only one thing worse than fighting with allies and that is fighting without them.
- και ένα ακόμα, της οικονομολόγου Joan Robinson: the misery of being exploited by capitalists is nothing compared to the misery of not being exploited at all.
Ο ορισμός που δίνω κυκλοφορούσε ως αστείο στην Κρήτη: έλεγες στον άλλο «πώς λέμε στην Κρήτη...» και ένα μακρινάρι σαν αυτό που έγραψα ή παρόμοιο, για να του δώσεις την απάντηση ότι το λέμε με δυο συλλαβές: ξ(ι)ά σου.
Για την ετυμολογία δεν ξέρω αν συμμερίζομαι το σχόλιο του Harry. Αν το συμμερίζονται οι περισσότεροι... ξιά-ντωνε.
Σχετικά με το δεύτερο μήδι με το book sniffing, έγινα κάποτε μάρτυρας του εξής, δουλεύοντας με παιδιά κι εφήβους με σύνδρομο Asperger (μορφή αυτισμού): δύο συνομήλικοι έφηβοι με αυτή τη διάγνωση είχαν αρχίσει να κάνουν παρέα, και σε ορισμένες συναντήσεις τους ήμουν κι εγώ με διευκολυντικό ρόλο. Σε μια από αυτές έτυχε να έχουν πρόσφατα αγοράσει και οι δυο το καινούργιο FIFA (ή pro, δε θυμάμαι, video game ποδοσφαιράκι). Τους παρώθησα να μιλήσουν μεταξύ τους σχετικά με αυτό, κι ο διάλογος ήταν ο εξής:
- Πήρες το καινούργιο FIFA;
- Ναι.
- Πώς σου φάνηκε το βιβλιαράκι. Το μύρισες;
- Ναι, πολύ καλό.
(δηλαδή, η προτεραιότητά τους ήταν το πως μυρίζει το συνοδευτικό booklet του παιχνιδιού. Οι αυτιστικοί έχουν πάρα πολλές αισθητηριακές ιδιοτροπίες, είναι μέγιστοι τουκανιστές και όσο για το αν κατασκευάστηκε ο νέρντουλας με πρότυπο τον Αsperger ή το ανάποδο είναι κάτι σαν το αυγό και την κότα).
Το αυτηκόησα σχετικά πρόσφατα αλλά και μένα μου φάνηκε πολύ ρετρό. Ήταν σαρανταφεύγα.