Αυτή η τάση για κουτσομπολιό ξές που οδηγεί έ; Σε μιζέριες τέτοιου τύπου.
Ναί, είδες; τα μπέρδεψα επάνω: ο Γεωργακάς λέει are out ενώ ο ιστολόγος our out (άρα μιλάμε για τρία, όχι για δύο σενάρια).
Να ξεθολώσω λίγο τα επάνω: το (α) το λέω κυρίως για όσα αναφέρει ο τζίζ στον ορισμό, ενώ το (β) γενικότερα και για τα σχόλια, ειδικά τα αλα πάτσις --ενώ αυτά που αναφέρουν ας πούμε ο Μίστερ και ο Βράστας, θα τά 'λεγα κλισέ για όταν παίζει κανείς το χαρτί της ηλικίας.
Ε μ' αυτά και μ' αυτά, το -έιν μπήκε στο πρόχειρο...
(Η ιρονίκ προφανώς στον Παπαντώνη παπαντάει για το -ein.) Η κατάληξη -έιν πάντως, συνεχίζοντας στο πνεύμα του σχολιασμού στο φοσμπέιν, αν είχαμε μαγκάκια τζαζίστες αντί για κατσαρούς οταν έπρεπε, θα μπορούσε να προέρχεται κι' απ' τον Κολτρέιν.
Η μιζέρια της ταπετσαρίας ρε π'στ'. Ωραίος.
Παρατηρήσεις και συνειρμοί:
(α) Σ' όλ' αυτά (του λήμματος) κολλάει και το πολύ αθώο ρηματάκι ξεσκάω, έτσι; «Πήγαμε σ' ένα κεντράκι να ξεσκάσουμε», «Έκανε μιά εκδήλωση ο σύλλογος και ξεσκάσαμε λιγάκι βρε παιδί», «έ, ήπιαμε κι' ένα ποτηράκι παραπάνω, έτσι, για να ξεσκάσουμε μιά φορά κι' εμείς» και ούτ' ο καφετζής. Το λήμμα θα μπορούσε να λέγεται και «πώς ξεσκάει ο έλληνας της προηγούμενης γενιάς» (δέν θα το χρωμάτιζα απαραίτητα ταξικά δηλαδή).
(β) Όλ' αυτά προσωπικά τα έχω για «μπαμπαδίστικα», έτσι καταλαβαίνω εγώ την κουβέντα αυτή, κι' όσους τα λένε, ενγνώσει ή εναγνοία τους, λέω οτι «μπαμπαδίζουν». Εφήμερος ίσως ο χαρακτηρισμός αν του δώσεις αυτήν τη σημασία, αλλα...
(γ) Παρόμοιες πληγές ξύσαμε με τον άσσο το μαλακό στο σαλόνι, ενώ για κάποιο λόγο μού 'χει κολλήσει και ο «Μπιντές» του Μάριου Χάκκα (εδώ στις σελίδες του κυρ-σαράντ).
Σωστός ο δεινόσαυρος, κόλλησα κι' εγώ με το συγκεκριμένο ('μώ το μουχουσού μου γαμώ, ανάβει φιτίλια και μετά αλέκος...).
Λοιπόν υπάρχουν δύο εκδοχές στην πιάτσα, καί οι δύο απ' τ' αγγλικά: είτε απ' το our out, που αναφέρει ως πιθανό ο Γεωργακάς, αλλα και αυτό το ωραίο ιστολόι, είτε απ' το around, με παρετυμολογία απ' το άουτ, όπως λέει ο Μπάμπης, βήτα έκδοση.
Οι φωτό όλα τα λεφτά.
(εσένανε δέ σου μιλάω, χαϊδεμένο των καθηγητών)
Χότζα, προύβ δεμ γρόνγκ ρε!...
Όχι ρε Χάν, έτσι οπως τα λές ειναι. Ήθελ' απλά να καταθέσω την εμπειρία μου, καθότι αρχίζοντας να πληρώνω εδωπέρα φόρους, μου πήρε λίγο καιρό να αναρωτηθώ τί σκατά ειν' αυτό το Kirchensteuer, και κατόπιν να σπεύσω (με κάποια αηδία, σά μόλις να μ' είχε περπατήσει κατσαρίδα) να το σκοτώσω.
Ρε Χότζα, γράψε βρε μανάρι μ' όμορφο εναν ορισμούλη για το ξε-, τεμπελχανά. Γιατί 'ναι όντως ωραία αργκοτική παρατήρηση.
[άλα της το σκαριμπικό!... ποιός είμαι ρε ο πούστης...]
Πλάκα κάνεις ρε Χάν; εδώ σε βάζουν να τον πληρώνεις μπαϊντιφόλτ και ώς μετανάστης, κι' υποχρεώνεσαι δηλαδή να ξεβαφτίζεσαι κι' άς αβάφτιστος.
Θεός σχωρέσ' τονε κι' αυτόν, πού 'δωσε και στην αργκό, έστω κι' άθελά του.
Όκ κέικ.
Παραδέξου οτι έπεσα μέσα με το πιπίνι, έλα, κι' εγώ θα πώ στους συντονιστές να σου φτιάξουν τα ορθογραφικά σου, αγράμματε.
«Δέν το πήρα» όπως «I didn't get that»;... Κοροϊδεύεις πάλι τους αμερικανοσωτήρες, είν' ο μοναδικός αγγλισμός που τού 'χεις αδυναμία επειδή τό 'λεγ' ένα κοκκινόμαλο πιπίνι στ' απέναντι καφέ, ή το λέν αυτό στην Πάτρα;
Ξέχασα να γράψω: όπως η σημασία (i) επάνω αντιστοιχεί στην (α) αλλα έχει ενεργητική διάθεση, έτσι ακριβώς και η (ii) αντιστοιχεί στη (β) αλλα έχει ενεργητική διάθεση.
Μουχουσού, πολλά σου λέν εσένα και δέν ξέρω...
Το συγκεκριμένο θέλει λίγη παραπάνω στοργή. Υπάρχουν τουλάχιστον οι εξής στάνταρ τρείς τύποι: (α) πεθαίνω ίσον «εξαντλούμαι, σώνομαι», (β) πεθαίνω για κάτι ίσον «γουστάρω υπερβολικά κάτι» και (γ) πεθαίνω κάποιον. Τα πρώτα δύο τα καλύπτει επάνω η ιρονίκ.
Το (γ), πεθαίνω κάποιον, έχει ένα επιπλέον ενδιαφέρον, καταρχήν γιατί εμπίπτει στα ρήματα που απο αμετάβατα γίνονται μεταβατικά στην αργκό (που μας θύμισε ο δεινόσαυρος χθές-προχθές). Επίσης, έχει τουλάχιστον δύο διαφορετικές χρήσεις: (i) «εξαντλώ, κουράζω κάποιον υπερβολικά, κάνω κάποιον να λαλήσει», δηλαδή ότι και το πεθαίνω με την σημασία (α), αλλα σε ενεργητική διάθεση· (ii) «αρέσω πάρα πολύ σε κάποιον», το οποίο το συναντάμε συνήθως σε τρίτο πρόσωπο «μαλάκα τί βυζάκια έχει η δικιά σου! με πεθαίνουν... 'α κάνεις καμιά κατάσταση;...»
Το τελευταίο έχει και αντίστοιχο στ' αμερικάνικα it kills me, τουλάχιστον την εποχή που έγραφε ο Σάλιντζερ τον Φύλακα στη σίκαλη.
Μα εδώ δέν μιλάμε για καμιά ζαβαρακατρανέμια: πρόκειται για τόσο εύλογο σχηματισμό που αποκλείεται να μήν έχει χρησιμοποιηθεί ήδη απο ένα σωρό διαφορετικούς ανθρώπους στο παρελθόν, κι' απο κάποιους τους συστηματικά (όπως ο κατάρας): ήδη στο λίνκ του Μίστερ αναφέρεται χρήση του απο το 1978 το αργότερο.
Έχει πλάκα που πότε-πότε στο σάιτ προκύπτει θέμα διεκδίκησης της πατρότητας συγκεκριμένων αργκό εκφράσεων, το οποίο αν είναι μιά φορά θολό γενικότερα στη γλώσσα (που ο κανόνας είναι η πιό ουσιαστική κοινοκτημοσύνη που μπορεί κανείς να φανταστεί για ανθρώπινες κατασκευές), στην αργκό είναι ακόμη πιό θολό και σόλοικο, μιά και η αργκό διέπεται απο συνεχή, ρευστό αυτοσχεδιασμό και συνδυαστικότητα.
Μπορεί ο κατάρας να τη σκαρφίστηκε και χρησιμοποίησε πρώτος στην παρέα του, αλλα απίθανο να ήταν και ο πρώτος στην ελλάδα. Όπως λέει κι' ο ίδιος, δέν τίθεται ζήτημα ευσήμων για καινοτομία. Ωστόσο, θα έδινα εύσημα για τη χρήση, αρκεί να μας ανεβάσει κάνα ηχητικό με την προφορά.
Ειδικά για το γαμάω πάντως, πιό οικονομικό μάλλον θά 'ταν να μιλάμε όχι για τα ενχρήσει παράγωγά του, αλλα για όσους σχηματισμούς του με γνωστά άλφα και βήτα συστατικά που δέν χρησιμοποιούνται. Γαμώ τα θέματα για εξετάσεις...
Πάρε ωστόσο ένα ξεκρέμαστο:> Μα δέν είπα εγώ αυτό!