Έχω να καταγγείλω-καρφώσω-ρουφιανέψω ότι ο Καλλιγούλας ο δεύτερος πρέπει να είναι μοντ.
Φιλικά,
Αρτέμης.
(Ναι, με λένε Αρτέμη)
Ρε συ αυτό είναι καραπολιτογραφημένο και παμπάλαιο, σόρυ κι όλας. Το λένε όλοι, χωρίς κανένα ταμπού.
Βλ. και χανόμαστε - γαμιόμαστε ένα και το αυτό. [Προσοχή: ο σύνδεσμος είναι αυτοδιαφημιστικός]
Κλασικότατο. Από πού προέρχεται άραγε;
Κάρι: ο πούτσος[/quote][quote=Νίκος Καββαδίας]...οι κούληδες τρώνε σκυφτοί ρύζι με κάρυ... AN21 Χμμμ...
Εμένα αλλού πήγε ο νους μου με το λήμμα...
Εγώ ρε παιδιά ίσα-ίσα αμφισβήτησα τα στερεότυπα και πρότεινα μια εξήγηση που μου φαίνεται ρεαλιστική, αυτόν τον «ψυχολογικό» μηχανισμό που ανέφερα στο σχόλιό μου. Σκέφτομαι, δεν μπορεί, τόσο χειρότεροι είναι οι Πατρινοί, έστω στα συγκεκριμένα ζητήματα; Άλλες πόλεις δεν βγάζουν τέτοια τζιμάνια;
Επειδή όμως και η ισοπεδωτική λογική του «όλοι ίδιοι είμαστε» δεν μου κάθεται καλά, η πρότασή μου είναι μόνο διορθωτική. Εννοώ, ναι, υπάρχουν αυτές οι συμπεριφορές και αυτοί χαρακτήρες στην Πάτρα αλλά σπανίζουν οι αρκετά αντικειμενικοί παρατηρητές που θα διαγνώσουν πόσο μεγάλες και σημαντικές είναι αυτές οι διαφορές από τις υπόλοιπες πόλεις. Και τα κριτήρια του επηρεασμού της κρίσης μας επιχείρησα να αναλύσω.
Σόρυ για την καθυστερημένη απάντηση.
Εγώ το βλέπω ως εξής: Δεν παράγεις κάτι χρήσιμο κύριε για κανέναν κι από πάνω είσαι και επιθετικός και εκμεταλλευτής σε βάρος κάποιων μελών της κοινωνίας που ζεις. Ε, δεν είναι παρασιτισμός αυτό;
Εμένα με γοητεύουν οι ταινίες με μαφιόζους αλλά κυρίως για το εξής: Πώς δοκιμάζονται ή συντρίβονται κλασικές ατομικές και κοινωνικές αρετές όπως η τιμή, το θάρρος, η φιλία, η υπευθυνότητα κλπ σε καταστάσεις ακραίες για την νοικοκυρεμένη μας καθημερινότητα: βία, προδοσία, μεγάλη άτυπη και θεσμικά ανέλεγκτη εξουσία. Πιο συγκεκριμένα: Με ενδιαφέρει για παράδειγμα πάρα πολύ το πώς ο γιος του Νονού που δεν θέλει να εμπλακεί με την Οικογένεια «παρασύρεται» (στην σκηνή του νοσοκομείου) από την αγάπη για τον πατέρα του να στήσει μια μίνι επιχείρηση για να τον προστατεύσει και, συνειδητά ή ασυνείδητα, παίρνει ένα μονοπάτι χωρίς επιστροφή.
Η ίδια η βία αυτών των ανθρώπων, η έπαρσή τους, η εκμετάλλευση των γύρω τους, ο κυνισμός τους και η ενίοτε αυτοκαταστροφική τους διάθεση με απωθούν (γι’ αυτό και δεν μου άρεσε το «Goodfellas»). Το πώς από την προηγούμενη παράγραφο πάμε σε αυτήν εδώ δεν είναι καθόλου δεδομένο. Υπάρχει και η ελεύθερη επιλογή και οι διαβαθμίσεις. Κάποιος μπορεί να σμπρώχνει ναρκωτικά σε δεκαπεντάχρονα και να είναι εγκληματίας (το λογικό) και κάποιος άλλος να κάνει το ίδιο και να είναι λιγότερο εγκληματίας, αν ας πούμε, εεε, ξέρω και γω μεγάλωσε σε μια γειτονιά που τα ναρκωτικά ήταν τόσο κοινά όσο τα πορτοκάλια στους πάγκους του μανάβη.
Η ηθική απαξία μου για τους ανθρώπους που τελούν την ίδια πράξη μπορεί να είναι διαφορετική, ανάλογα με τις περιστάσεις και την προσωπικότητα του δράστη, η κοινωνική (και πολιτική αν θέλετε) όμως άποψή μου για το αν είναι παρασιτισμός και αντικοινωνική συμπεριφορά είναι άλλο θέμα, αν και συσχετιζόμενο: Όποιος δεν προσφέρει στην κοινωνία με τρόπο που να κάνει αυτήν ασφαλέστερη, πιο ελεύθερη, ποιοτικότερη, υγιέστερη (σωματικά) ή ό,τι άλλο, παίρνει από την κοινωνία χωρίς να δίνει πίσω. Είναι μάλλον απλό. Πόσο δε μάλλον κάποιος που στρέφεται και κατά κάποιων από τα μέλη της, όπως είπα παραπάνω. Το πολύπλοκο είναι το τι είναι διατεθειμένη να κάνει η οργανωμένη κοινωνία (π.χ. καταστολή) και πόση ανεκτικότητα διαθέτει στο διαφορετικό.
Από ποινικής άποψης, ο νομοθέτης ακολουθεί, σε γενικές γραμμές, μια απλή σοφία: μόνο πράξεις είναι ποινικά ενδιαφέρουσες. Το τι είναι πράξη σηκώνει κουβέντα αλλά, σχηματικά, πράξη είναι η πράξη ή παράλειψη που έχει αντίκτυπο σε κάποιον ή σε κάτι. Μπορείς να είσαι τεμπελχανάς με το κομπολόι σου, το στραβοφορεμένο σακάκι σου, το μουστάκι σου και το ύφος σου το περίεργο όσο γουστάρεις. Αν κάνεις όμως τσαμπουκάδες και απλώσεις χέρι σε άλλον άνθρωπο, βρίσεις, κλέψεις (ή οτιδήποτε άλλο η κυριαρχούσα κοινωνική δύναμη θεωρεί έγκλημα), ο νόμος σε αγγίζει. Αν απλώς επικροτείς τέτοιες στάσεις ζωής ή τις υποστηρίζεις θεωρητικά ο νόμος δεν μπορεί να σε αγγίξει και να καταστείλει τίποτα.
Επειδή καταλαβαίνω ότι πλατειάζω, στο θέμα μας. Παράσιτα και εκβιαστές είναι και οι ευυπόληπτοι γιατροί που σου λένε ότι πρέπει να κάνεις μια επέμβαση ενώ δεν την χρειάζεσαι (και σε τρομοκρατούν), ή να πάρεις τα τάδε φάρμακα που δεν είναι τα κατάλληλα, για δικούς τους ιδιοτελείς λόγους. Παράσιτα είναι και τεχνικοί και οι μάστορες με παρόμοιες αιτιολογίες. Οι συμβουλευτικές εταιρείες που παίρνουν προμήθειες εκατομμυρίων για κάτι ομιχλώδες και τελικά μάλλον ανύπαρκτο, σχετικά π.χ. με την έκδοση ενός ομολόγου. Και αυτοί ασκούν και βία και τον μηχανισμό διαβρώνουνε και μούρη πουλάνε και ατιμώρητοι μένουνε και όλα τα καλά. Εγώ όμως θα τους πω παράσιτα πάλι, δεν θα έχω δίκιο;
Και ο Καρλίτο είχε την ευκαιρία να την κάνει από το παιχνίδι (δεν θυμάμαι πότε στην ταινία αλλά φαίνεται αυτό γλαφυρά) και να γίνει, για παράδειγμα, ένας άσημος εργάτης οικοδομών σε μια άλλη πολιτεία. Δεν το έκανε.
Μήπως εσύ στην δουλειά σου δεν έχεις επιλογές να γίνεις λαμόγιο; Το κάνεις; Και μην μου πεις ότι αυτοί που το κάνουν είναι «Επειδή Μπορούν».
Κι άλλα είχα να πω αλλά πρέπει να φύγω από τον υπολογιστή (αυτό ήταν απειλή).
Απίστευτο: πόσο στο ντούκου έχει περάσει αυτό το κλασικότατο λήμμα και πόσο άσχημα βαθμολογήθηκε από τους μόλις τρεις βαθμολογητές του. Επιβεβαιώνω ότι λέγεται κατά κόρον. Υπάρχει έστω και ένας φαντάρος που δεν το έχει πει μερικές εκατοντάδες φορές στην θητεία του;
Η φυλακή δεν είναι κυριολεκτικά φυλακή, εκείνο λέγεται αυστηρά φυλάκιση και έχει καταργηθεί πια, αφού δεν επιτρέπεται ποινή στερητική της ελευθερίας χωρίς δίκη από δικαστήριο (ΕΣΔΑ). Σε πολλά στρατόπεδα υπάρχουν ακόμα πειθαρχεία (που τώρα ρημάζουν) τα οποία ήταν οι φυλακές για αυτούς τους τιμωρημένους.
Τι; Λέγεται αυτό; Το γνωστό φρου-φρου κι αρώματα δηλαδή του άλλου ορισμού σημαίνει... Χμμμ... Μπααα...
Το να γράφεις γκρήκλις σε λεξικογραφικό σάιτ χρηματοδοτεί την τρομοκρατία. Μην το κάνεις. Τζηζ. Κακό.
Πάντως η φράση ακούγεται «σαν έναν άνθρωπο που προσπαθεί να κάνει γαργάρα ενώ παλεύει μ' ένα κοπάδι άγριους λύκους.»
Ο Τριανταφυλλίδης υποστηρίζει το εξής:
φαλιρίζω [falirízo] P2.1α & φαλίρω [falíro] P6α μππ. φαλιρισμένος : (οικ.) χρεοκοπώ, πτωχεύω: Φαλίρισε η επιχείρηση. Φαλιρισμένο μαγαζί. [ιταλ. fallir(e) -ω και μεταπλ. -ίζω με βάση το συνοπτ. θ. φαλιρισ-]
Και το Wiktionary εξηγεί:
[I]
fallire
Λέγεται αυτό; Δεν το έχω ακούσει και το google δεν επιστρέφει τίποτα.
Εμ, τι λέμε τώρα κύριε διευθυντά μου;
Πολύ μαγκιά - κλανιά. Έκαναν ποτέ τίποτε παραγωγικό εκτός από βία και μόστρα;
Λίγο μαλάκες μού φαίνονται αυτοί οι κουτσαβάκηδες.
Η ίλη στρατηγείου ήταν (και είναι μάλλον) στην 25η ΤΘ Ταξιαρχία, μέσα στην Ξάνθη, απέναντι από το Δ’ Σώμα Στρατού. Μετά το τρελό πήξιμο (25-1 και ήμουν ο πιο τυχερός) της προηγούμενης μονάδας, η οποία μάλιστα έβλεπε ποτάμι και καταθλιπτικό ομιχλώδες κάμπο, κοιτούσαμε σα χαζοί τις σκοπιές να είναι απέναντι από πολυκατοικίες. Άσε δε την εβδομάδα προσαρμογής, που συνέπεσε με το καρναβάλι και το πέντε έως δέκα - μία (στην χειρότερη) που ακολούθησε, νιώθαμε σα να κάνουμε διακοπές. Χωρίς καμία υπερβολή, τις πρώτες τέσσερις μέρες στην Ξάνθη ξόδεψα όσα λεφτά ξόδεψα σε τέσσερις μήνες στην προηγούμενη μονάδα. Γιατί, προφανώς, εκεί δεν βγαίναμε αρκετά για να τα φάμε.
Το παράδειγμα τρία με γύρισε ολίγον τ’ άντερα...
Ενδιαφέρον. Ο ελληνικός χαρταετός (και όχι ο παραδοσιακός κινέζικος εννοώ ή ό,τι άλλο) όταν δεν έχει καλά ζύγια ή όταν ο άνεμος είναι πολύ δυνατός, χάνει απότομα ύψος πέφτοντας προς την μια μεριά, δεξιά ή αριστερά, μοιάζοντας έτσι με την κίνηση ενός τερματοφύλακα στην έξοδο.
Σκοπάνθρωπος: Αυτός που είναι σκοπός και ταυτόχρονα άνθρωπος. Χα, ευθυμήσαμε.
Μπάρες=τα μπαρ; Ναζιαροκατασκευή=ναζιάρα γκόμενα ή πουτανάκι; Άσπροι=γιατροί; Αν λέγονται όλα αυτά, είναι ενδιαφέροντα.
Κι ο Μεμάς ποιος είναι;
Βλ. και μουνοθύελλα. Μάλλον πάνε για συγχώνευση οι δύο ορισμοί.