#1
HODJAS

in τσίτου

Για δες και σχόλιο εδώ για πιθανή ετυμολογία.

#2
HODJAS

in ξιδάκιας

Δεν γίνεται αναφορά ούτε σε πελάτες-αφεντικά, ούτε και σε θύτες-θύματα.
Κανείς δεν είναι θύμα.
Πρόκειται για μιαν απλή εμπορική σχέση, που συχνά παραγνωρίζεται-παρερμηνεύεται: Πωλητής (που βιοπορίζεται απο την διάθεση προϊόντων) - αγοραστής (που ζητά το προϊόν).
Άσχετα αν ο χαρακτηρισμός του εμπορεύματος ως παράνομο, έχει ειδικό βάρος που δίνει άλλο στίγμα και ζαλίζεται ο κοσμάκης.
Και το παράνομο εμπόριο, εμπόριο είναι, νες πά;

#3
HODJAS

in ξιδάκιας

Νομίζω οτι ο ξιδάκιας, δεν σημαίνει απαραιτήτως μπέκρα, αλλά ειρωνική αντιδιαστολή του χασισοπότη προς τον οινόφλυγα.

Η έκφραση συνήθως λέγεται με σχετική υπεροψία απο τους χασικλήδες, καθ' όσον θεωρούν τον πότη οινοπνευματωδών κομμάτι άρρωστο σε σχέση με την υγιέστερη (όπως νομίζουν) κατανάλωση μαυρα-q, ενώ τον πρεζάκια τον θεωρούν εντελώς ξοφλημένο (ορθώς).

Θεωρείται απο πολλούς, οτι το χασίς ούτε σωματική ούτε ψυχολογική εξάρτηση προκαλεί (εξόν κι αν το ξεφτιλίσεις οπότε ο μυαλός σου γίνεται πουρές ή αν έχεις καμιά ψυχωσική προδιάθεση, οπότε πολλαπλασιάζονται οι πιθανότητες κρίσης), ενώ το αλκοόλ διαβρώνει και το σώμα και το πνεύμα σε βάθος χρόνου, μάλιστα πιο ύπουλα κι απ' την ζαπρέ (συνήθως παίρνεις χαμπάρι την εξάρτηση απ' το ξίδι, μετά απο πολλάααα χρόνια).

Άλλη κατηγορία, είναι ο σαλταρισμένος παμφάγος (τα πίνω όλα), που συνήθως μπλέκει (καικαλούα «ψάχνεται») με χημεία (κουμπιά-ροσόλια κλπ) και συνήθως καταλήγει σε μονόδρομο (=ζού).

Άλλωστε, οι χασισοπότες είναι ψωρο-περήφανοι για το σπόρ των, μιας και η κατανάλωση χασίς αναδίδει μιαν κουτσο-μάγκικη εσσάνς, δεδομένου οτι τελεί σε καθεστώς ημιπαρανομίας (=περιπέτεια & ρήξη με το [sic] «κατεστημένο»), έχει δική της αργκό, ανάγει στους «ελεύθερους κι ωραίους» ρεμπέτες κι απο την άλλη δεν συντρέχει και μεγάλος κίνδυνος ούτε βλάβης υγείας, ούτε κοινωνικής κατακραυγής (αφού σήμερα πίνει κι η Μαρία η Α.Μ.Ε.Α.), ούτε και ποινικής καταδίκης (προσωπική ή συμπτωματική χρήση = ένοχος πλην ατιμώρητος).
Έτσι, μένουνε όλοι ευχαριστημένοι...

Ο μετέφηβος εκ περιστάσεως χασισοπότης, είναι συνήθως λίγο φοιτητής, λίγο ροκάς, λίγο του αρέσουν τα ρεμπέτικα και ανυπερθέτως αναρχο-αυτόνομος (ως να διορισθή).
Αν συνεχίσει αυτό το βιολί μετά την λήψη πτυχίου, καίγεται (γιατί συνεχίζει να γαμάει ένα πεθαμένο άλογο).
Είναι που λέει ο Τζιμάκος για το ποιόν των χασισοποτών απο το '80 και εντεύθεν «[...] κι άλλος αναρχο-ροκάς με ύφος χασικλή[...]»
Αντίθετα, ο (προ-)έφηβος εκ περιστάσεως χασισοπότης, είναι συνήθως παιδί απο κάποια (αστική) λαϊκή συνοικία και με τον καιρό μεταβάλλεται σε εκ πεποιθήσεως χασικλή, τρώγοντας φλασμπάκ και χαζογελώντας, ως να τα τινάξει.

Ο Μπάροουζ, στο αρρωστημένα εκπληκτικό «Junkie», κοροϊδεύει τη μυστικοπάθεια των χασικλήδων και οι Sex Pistols προειδοποιούν την αληθινά εξεγερμένη μεταβιομηχανική λαϊκούρα της Αγγλίας: «Never Trust a Hippie».

Τη φόλα της δηθενιάς των χασικλήδων, παίρνουν πρέφα εύκολα τα ευφυή (αλλ’ όχι ξύπνια) παιδάκια, τα οποία ζητώντας «περισσότερη αλήθεια» και κόντρες χωρίς δίχτυ ασφαλείας, κόβουν τον ομφάλιο λώρο με την πραγματικότητα και πέφτουν με τα μούτρα στη λούμπα, σα μαλάκες...

Εκείνο που δεν καταλαβαίνουν όμως και οι μεν και οι δε, είναι οτι και παραμένουν πάντα πελάτες (δηλ. εκμεταλλευόμενοι – στην καλύτερη φιλοξενούμενοι) του υποκόσμου και ποτέ μέλη του, ό,τι και να κάνουν, αν και η μαλακισμένη ταινία «Τσίου» του καικαλά εναλλακτικού νεοελληνικού σινεμά, επιχείρησε να ωραιοποιήση την χρήση «σκληρών», με πενιχρά ωστόσο (και τεχνικά και πνευματικά) μέσα, κομίζοντας Pulp Fiction στον Ταραντίνο.

Όμως, την σύγχυση περί του who is who ως προς την κατανάλωση ουσιών, την προκαλούν πονηρά νομοθετήματα και βλακώδεις προκαταλήψεις.

Για διάδραση χασικλή – πρεζάκια βλ. σχόλια υποφαινό εδώ κι εδώ.

#4
HODJAS

in στο νερό

Σωστός ο σστεφ!
Ακόμα λέγεται αυτό στην αγορά για ολοκαίνουργα μικρά σκάφη θαλάσσης οτι «με το που το έβαλες στο νερό, η αξία πέφτει στα μισά».

#5
HODJAS

in φοσμπαίην, φοσμπέιν

Η κατάληξη -μπαίην δεν μου είναι ιδιαίτερα προσφιλής.

Την έκφραση την θεωρώ καγκουριάρικη, πλην είναι υπαρκτή.

Μάλιστα το -μπαίην προφέρεται ως μπαίηηηην (όπως ντόιιιιινγκ κλπ), μάλλον για χιούμορ.

Και εννοείται ότι έχωσα τάληρα δυο (και μόνον απο ναρκισσισμό να το πάρης)...

Πάντως, εκπλήσσει η δυσπιστία του Τζόνι περί την ακρίβεια της προελεύσεως του λήμματος.
Κάποτε είχε απλώς ζητήσει καλόπιστα εξηγήσεις προσφιλής βορειολλαδίτης χρήστης, περί της ευρύτητας χρήσης κάποιας δικής του καταχώρησης κι έγινε μύλος.

Αλλά και υποστηρίχθηκε έντιμα απο κάποιον χρήστη για αντικειμενικούς λόγους, καίτοι θα μπορούσε να κατηγορηθή [τότε] για προσωποληψία υπέρ του Τζόνι.

Ωστόσο, ο υποφαινό ουδέποτε διεκδίκησε δάφνες εκ του σύνεγγυς επαφής με το αντικείμενο που πραγματεύεται το παρόν λήμμα, ούτε και αυθεντία προελεύσεως των λέξεων, αλλά δικαιούται ν' αναρωτηθή τί συμβαίνει...

#6
HODJAS

in άλλαξε ο Μανωλιός

Κατά την τούρκικη παροιμία (κι αν πήγε στη Μέκκα ο γκιαούρης, δεν σημαίνει οτι έγινε και Χατζής):
Κι αν πήγε στη Decca ο Δάκης, δεν σημαίνει οτι έγινε και Μάνος...

#7
HODJAS

in φοσμπαίην, φοσμπέιν

[mod]Αφαιρέθηκε απαράδεκτο ή ξεκρέμαστο σχόλιο.[/mod]

#8
HODJAS

in φοσμπαίην, φοσμπέιν

Όχι μπόγια (πληθ. μπόι), το' χω ακούσει απο φουντωμένα ατόματα, που έχουν τέτοιαν εξοικείωση με το αντικείμενο, που χρησιμοποιούν ένα σωρό παραλλαγές για να μην βαριούνται τα ίδια και τα ίδια αλλά και απο γνήσια σλανγκοσύνη μην τους πάρουν πρέφα οι άλλοι (σμπαίην, μπαίην, μπάφκετ, ψητούρα, μεταλαβιά, πατάτα, φουφού κλπ-κλπ).
Ίσα-ίσα εμένα προσωπικά, δεν μου ακούστηκε ποτέ καλαίσθητος ο όρος, ίσως γιατί είναι πέρα-για-πέρα καγκουροσλανγκώδης.
Π.χ. Ένας αλήστου μνήμης Κύπριος (Φίλος Φίλου), ως απο παπί θεός φώναζε μια φορά γκαζώντας μπροστά στους τσουζμπά στην Ηρώδου του Αττικού (!) σ' έναν άλλον που οδηγούσε τσάλι πλά-πλάι, «πάμε για κανα μπάφκετ»; καικαλά κάνοντας την κίνηση με το χέρι οτι ντρίμπλα καλαθοσφαίρισης κιέτσι.
Τα τσολιαδάκια και οι φλουροί υγρόν αγόρασαν, μιας η έκφραση «μπάφκετ» δεν ήταν γιαχουντής διαδεδομένη ετότενες.
Σήμερα, που την ξέρει μέχρι και η Μαρία η Α.Μ.Ε.Α., αν αποκοτούσαν τέτοιαν ύβρι, θα' πεφτε φάπα άκουα-βέλβα στο κουτί με τα πλεϊμομπίλ, που αράζει λίγο πιο κάτω...

Όβερ εντ άουτ!

#9
HODJAS

in μπάι

Είναι που λέει μπάι ο παλιός ο χρόνος (μας γάμησε)...

#10
HODJAS

in θεατράνθρωπος

Αφιερωμένο στο Γκάτζμαν.
:-)

#11
HODJAS

in τρώω στράβωμα

Eat a crooked!

#12
HODJAS

in γέρνει

Μάλλον χλάπ!
Βυθίστηκε γλυκά σαν θεληματικό πασπαρτού σε κλειδωνιά έμπειρη...

#13
HODJAS

in γέρνει

Ο πούτσος όμως δεν έλεγε να φύγει και τότε η Λίλιαν έκαμε το μοιραίο λάθος, να επιστρατεύσει τις γνώσεις της απο την Αγία Γραφή, μήπως και φιλοτιμηθεί να ξεκουμπιστεί η μελάτη-πλην ευμεγέθης τσαπού-, λέγοντάς της με στόμφο «Ύπαγε οπίσω μου»!

Βέβαια, η ψωλή δεν είχε πάει Κατηχητικό, παρεξήγησε και...

#14
HODJAS

in γέρνει

«Ποιός είναι»; Αναρωτήθηκε ρευόμενη χωρίς να γυρίσει να κοιτάξει πίσω της, ενώ την καρδιά της δάγκωναν χίλια πιράνχα, έχοντας ένα ακαθόριστο προαίσθημα...

Τζελάλης: Έχει πήξει η γούνα μας...

#16
HODJAS

in ρώτησα τον πούτσο μου

Ωραίο!
Εμένα μου θυμίζει ένα σπανιόλικο σχολικό ανέκδοτο. Ιδού η (ελεύθερη μετάφρα):

Ένας τύπος ψαρεύει. Πάει ένας άλλος τύπος και τον ρωτάει τί ώρα είναι.
Ο ψαράς κοιτάζει ανάμεσα στα πόδια του, τσάααακ, του σηκώνεται, σκέφτεται λίγο και απαντά «τρείς παρά τέταρτο».
Ο άλλος φεύγει απορημένος, πάει σ' ένα κοντινό μαγαζί, ξαναρωτάει την ώρα και του λένε «τρείς παρά τέταρτο»!
Λέει, δεν μπορεί να είναι δυνατόν, ξαναπάει στον ψαρά μετά απο λίγη ώρα και τον ξαναρωτάει την ώρα.
Ο ψαράς, κάνει το ίδιο και απαντάει «Πέντε και είκοσι».
Ο άλλος, ξαναπάει μάνι-μάνι στο μαγαζί, ξαναρωτάει και του λένε «ναι, πέντε και είκοσι είναι»...
Τρέχει στον ψαρά και τον ρωτάει για δεύτερη φορά, για να επαληθεύσει το θαύμα! Ο ψαράς, κοιτάζει πάλι την ψωλή του, που σηκώνεται μεγαλοπρεπώς και απαντά «έντεκα και εικοσιπέντε».
Τότε ο άλλος του λέει:
-Μα δεν είναι δυνατόν! Πριν πέντε λεπτά, ήταν πέντε και είκοσι...
Ο ψαράς λέει απαθώς: -Ρε φίλε, μη μου σπάς τ' αρχίδια. Ούτε ρολόι έχω, ούτε σταθμάρχης είμαι. Λέω ό,τι μου καβλώσει...

(Ήταν μαλακία αλλά άντε ν' αντισταθείς στον πειρασμό)

#17
HODJAS

in πουτσαρομπούλουκο

Μου' δωσε μια ιδέα η γιαγιά: Μήπως υπήρχε έκφραση çeri bölük > τσαραμπουλούκι > πουτσαρά-μπουλούκι κ συναφείς εννοιολογικές συμφύρσεις τουρλουμπούκι/καραπουτσαριό/καραπουτσαρία/ψωλαρία/αρχιδόκαμπος/ψωλόκηπος κτλ δηλ. ομάδα ανδρών αμπαλαέα χωρίς συνοχή;

Το στράτευμα στα τούρκικα είναι ordu, ενώ ακριβέστερα topluluk, kalabalik & çeri είναι είδη συντάξεως στρατιωτικών μονάδων και asker = μεμονωμένος στρατιώτης.

Βλ. και πατρινή έκφραση τσετία, (απο την σύντομη αλλά παραγωγική παραμονή των Οθωμανών εκεί).

Όπως ορθότατα παρατηρεί το Πονηρό στο λήμμα μπουλούκι, προκειμένου για στρατιωτική μονάδα, δεν ήταν ασύντακτη, εξ ου και ο στρατιωτικός διοικητικός βαθμός μπουλούκ-μπασης < bölük başı = λοχαγός (βλ. και yüzbaşı = υπολοχαγός και τσιρίμπασης = λοχίας, όπου το suffix -başı = -ωρός π.χ. σημαιωρός, αντλιωρός, τιμωρός κ.α.)

Σημειωτέον, στις περιοχές του Φάρς και του Κερμάν της Περσίας του 15ου αιώνα λέγονταν boluk-ḵodā ή boluk-bāši ο Περιφερειάρχης, σύμφωνα με την Ιρανική Εγκυκλοπαίδεια.

Παραδοσιακά, ο Οθωμανικός στρατός εκτός απο τα Τάγματα του Σώματος των Ατζέμηδων (Acemi Ocagi = εφεδρείες με διοικητές τους Αγάδες Anadolu Agasi - Rumeli Agasi & Istanbul Agasi), διατηρούσε οργανόγραμμα των εξής Συνταγμάτων Γενιτσάρων (Yeniceri Ocagi) υπο την γενική διοίκηση του αρμόδιου Αγά (Yeniceri Agasi): Cemat (αρχικά φρουροί στην συνέχεια κυρίως ιππικό με καμήλες) με 101 Orta, Segban (κυρίως κυνηγοί και στην συνέχεια διοικητικοί) με 33 Orta & Bölük (διάφορες ειδικότητες) με 62 Orta, δηλαδή το σύνολο 196 Orta (Τάγματα – 165 επί Σουλεϊμάν).

Η τελευταία κατηγορία (Bölük ή Beylik ως ειδικότητα) εισήχθη επί αυτοκράτορα Σελήμ Ι (1512-1520) και σταδιακά υποσκέλισε το Cemaat. Τον 15ο αιώνα κάθε Orta είχε δύναμη περίπου 50 ανδρών, τον 16ο αιώνα ανέβηκε σε 100 και απο τον 17ο σε 500. Κάθε Orta διέθετε είχε δική του σκηνή και θυρεό-παντιέρα και με την σειρά τους υποδιαιρούνταν σε Oda ή μετωνυμικά Bölük (μπουλούκια-λόχους).

Κάθε μπουλούκι-λόχος είχε δύναμη 10-20 ανδρών. Κάθε Orta είχε διοικητή έναν Corbasi (κυριολ. = αυτός που φτιάχνει σούπα βλ. τσορμπατζής = τουρκομερίτικα νεοελ. κύριος/μουστερής/τσελεμπής/ καθωσπρέπει/καλοπληρωτής πελάτης κ.α.), Bayraktar ή Beyrak-dar (σημαιωρό-μπαϊρακτάρη), Ιμάμη, Karakullukcu (αγγελιαφόροι) κ.α.
Οι φαντάροι χωρίζονταν σε: Eskinci = μάχιμος φαντάρος εκστρατείας, Amelimanda = βετεράνος και Otturak = συνταξιούχος.

Ώστε, τα μεμέτια δεν πολεμούσαν χύμα-στο-κύμα...

#19
HODJAS

in πεζοφάναρο

πρεζοφάναρο...

#20
HODJAS

in φουστάνος

[I]Johann klein Ging allein In die weite Slang hinein Rumpf und Mut Stehn ihm gut, Ist gar wohlgemut.

Aber Mutter weinet sehr Hat ja nun kein Johann mehr Da besinnt sich das Kind, Läuft nach Haus geschwind.

Liebe Mutter, ich bin da Dein Johannes tra la la Bin bei dir, Bleib' bei dir Freue dich mit mir!
[/I]

Βλ. τρία (καθέτως) και ένα (οριζοντίως) = 3- ή τρία (οριζοντίως) και ένα (καθέτως)
[B]ω Ι[/B]

#22
HODJAS

in καπελάκι

πιο υπερεκτιμημένοι κι απ' τον Χριστό...

#23
HODJAS

in θανατηφόρος

Quiz:

Πώς πέθανε ο τελευταίος Εκατόγχειρας;

Α. Τον έφαγε ο Ζεύς
Β. -//- η Μαρμάγκα
Γ. -//- η Μαλακία

;-)

#24
HODJAS

in παπατζού

Βλ. και εδώ

Η γρηά η Kodak έχει το zoom in...

#26
HODJAS

in φίκι-φίκι

Στην Αμέρκα, υπάρχει προτροπή τάνας καλντεριμτζούς προς άγρα λάτη fucky-fucky 5 bucks.

#27
HODJAS

in βρισιές Καραϊσκάκη

Γειά σ' ορέ Αλλίβε εφέντη με τα κιτάπια σου!

(Ο Αλλίβε εφέντης χαϊδεύει ευαρεστημένος την γενειάδα του, λέει «γειά σου κι εσένα ορέ!» και σηκώνοντας την κούπα του, κολλάει απο' να μετζίτι στους παιχνιδιατόρους να μη σταματήσουν να παίζουν τα όργανα ως το πρωί, χορεύουν και exeunt)...

;-)

#28
HODJAS

in ερήμη

Περιπεράστε κ. mrkxiii (απο δώ που είναι δρόσος)
;-)

#29
HODJAS

in ψηλός

Ούτε καν! Προς πήζοντα νέο...
(Μα πού το'χω το μυαλό μου;)
Άει κουίτ

#30
HODJAS

in ψηλός

Γουπς! Προς πήζοντος νέο είναι.
Επανέλαβε [sic] το ορθόν...