#1
HODJAS

in τρύπα του χάρτη

Τα φαντάρια έχουν δίκιο απ' τη μια να παραπονούνται για τη θητεία (είναι μια μαλακία και μισή), απο την άλλη κλαίγονται οτι είναι μακριά απ' τη μαμά τους (και βυσματώνονται να' ρθουν κοντύτερα).

Οι αναμάρτητοι πρώτοι την λίθο μπάλλουν κατά των (περισσότερο επιτυχημένων) βυσματούχων και κακολογάνε τους ντόπιους και την πινέζα που τους έλαχε, ρίχνοντας για άλλη μια φορά τις ευθύνες αλλού.

Όλοι παραγνωρίζουν την ευκαιρία που τους έπεσε να γνωρίσουν την πραγματική Ελλάδα και απο την άλλη οι Αθηναίοι κατηγορούνται οτι δήθεν είναι μαλάκες, ενώ δεν είναι περισσότερο απο αλλού, απλά είναι περισσότεροι.

Δε μου φαίνεται και πολύ πολιτικά συνεπής η νοοτροπία...

Quod erat demostrandum: Η ζβαρτσοσύνη είναι διδακτή (χε)...

Ωραία συζήτηση!

Τζόνι, a born winner fucks the prom queen eh; Δεν έχεις κι άδικο μπαγάσα...

Πάντως, έχω την εντύπωση οτι η στάμινα (όχι η σύζυγος του Στάμου, η άλλη) είναι πάντα εσωτερική, όπως και τα μπώλλζ (σαν του γάτου).

Μπορεί να συνάδει με εξωτερική roaming, μπορεί και όχι.
Π.χ. Η αντίσταση στον πειρασμό μετράει την προσωπικότητα, η επιπολαιότητα το έσχατο ελάττωμα κατά Γουάιλντ κλπ.

Είδα μια φορά ένα κοντό και ψιλο-αδύνατο τυπάκι με διακριτικά ειδικών δυνάμεων κι αναρωτήθηκα. Όταν μίλησα μ' εναν εκπαιδευτή απο δαύτους, μου εξήγησε οτι εκείνο που μετράει στις αποστολές είναι πόσο το λέει η περδικούλα σου, τ' άλλα άσ'τα σ' εμάς (θα σε περάσουμε ρεκτιφιέ να γίνεις Ράμπος)...

#4
HODJAS

in κι έξω απ’ την πόρτα!

Ε, όχι δα...
(Αποφεύγω τα ροσόλια). Η Μαυροδάφνη είναι φάρμακο κατά της βαρυστομαχιάς - καούρας, δεν πίνεται όπου κι όπως λάχει. Ας πνιγούν οι εφήμεροι καρναβαλισταί...

#5
HODJAS

in κι έξω απ’ την πόρτα!

Βρωμούτ :-Ρ

#6
HODJAS

in κι έξω απ’ την πόρτα!

Αλλίβε: Η εκφραση «μην το πείς ούτε του παπά» λέγεται και με αυτή την έννοια, αλλ' όχι το αντίστροφο (είναι ειδικώτερη) δηλ. «μη μιλάς και καθόλου» = χάρη σου κάνω.

Τζεζού: Δεν είμαι απολύτως σίγουρος, μπορεί να παίζει και στην έμορφη Επτάνησο. Πάντως οπουδήποτε αλλού στην Ελλάδα το έχω χρησιμοποιήσει, ακούγεται επιθετικό (δηλ. ακούγεται σα να λές «σου δείχνω την πόρτα» = σε διώχνω), ενώ η έννοια είναι απλώς οριοθετική βλ. «και τέλος» / «και δρόμο» / «και τέρμα» / «τέρμα τα δίφραγκα» / «ως εδώ και μη παρέκει» κλπ = δεν ασχολούμαι πλέον.

#7
HODJAS

in μαμάλω

Αντιμάμαλο στην Επτανησιακή διάλεκτο είναι το κύμα που χτυπά στη ακτή και ξαναγυρίζει μέσα δηλ. 1 έξω 2 μέσα (π.χ. βλ. παραλία Μύρτου Κεφαλλονιάς).

#8
HODJAS

in μπαμ

Στην Πάτρα λένε την έκφραση «είναι μπάμ!» = σπέσιαλ, ενώ στα 80'ς έλεγαν «την κάνω μπούμ» = την κοπανάω απο το σχολείο.

#9
HODJAS

in τσακμάκι

Φχαριστώ Κνάσος ;-)

#10
HODJAS

in τσακμακόπετρα

Τίπες τώρα!!!
Εκ του otusbirci = αυνάνας;

#11
HODJAS

in βυζανάδειξη

Μην ψήνεσαι μπόι: Για να στέκονται έτσι, ή πρόκειται για φωτοσοπιά ή έχει βάλει απο κάτω γωνίες με ούπα...

#12
HODJAS

in αρχιδοξεκουράστρα

Συναφής έννοια τα κλασσικά «αναπαψώλια» = στηρίγματα της κλίνης για τα ανοιχτά πόδια της γυναίκας (σε ιεραποστολική στάση), κατά την διακόρευση αμέσως μετά τον γάμο, για να μην κουράζεται ο γαμπρός, στα οποία έχει αναφερθεί ο δαιμόνιος Ηλίας Πετρόπουλος.

#13
HODJAS

in κλάνω μαλλί

Πάντως οι ζώντες ρεμπέτες κατά τη δεκαετία 60-70 αποκαλούσαν τα ψευτολαϊκά «κλανιάρικα».

#14
HODJAS

in πούστης

Σημείωση: Η έκφραση «Τρείς Ιεράρχες» (=ψευτο-παράσταση, όπου παρουσιάζονται 3 κατά σειράν ηθοποιοί και λένε διάφορες αρλούμπες στο φιλοθεάμον κοινό, για να κερδίσει χρόνο ο θίασος να την πουλέψει απ' το χωριό, έχοντας τσεπώσει την αμοιβή) και «δευτεράντζα» = αδερφίστικο-γυναικουλίστικο σκώμμα για την μονίμως κατέχουσα δεύτερο ρόλο, είναι παραδείγματα της ιδιολέκτου.

#15
HODJAS

in ηθοποιός

Παλιά κλασσική αργκό των ρεμπέτηδων «ηθοποιός» = κομψευόμενος.

#16
HODJAS

in πούστης

Η Σπεράντζα Βρανά («Τα μπουλούκια, το θέατρο κι εγώ»), αναφέρει οτι άκουσε πρώτη φορά την έκφραση «έφαγα σαν πούστης», στα μπουλούκια (= περιφερόμενοι θίασοι στην επαρχία ελλείψει ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. τότε) της Κατοχής.

Μπάει δε γουέει, τα μπουλούκια (κατ' εξοχήν on the road κατάσταση βλ. και «Θίασο» Θ. Αγγελόπουλου) είχαν μιαν ιδιότυπη επαγγελματική αργκό, σκέτο λατομείο λημμάτων.

Οι θίασοι αμείβονταν πολλές φορές εις είδος: Ένα λιτό γεύμα προσφορά του ταβερνιάρη- καφετζή-θεατρώνη. Οι αδερφές της κουστωδίας (πάντα είχε τουλάχιστον έναν κάθε θίασος), συνήθως εύρισκαν κάποιον μερακλή σπόνσορα, που τσόνταρε για τα γεύματα όλων (αυτά αποκαλούνταν για κάποιο λόγο «κηδείες»).

Συνεπώς, οι αδερφές που ήταν συνεχώς στην ψαχτική γαμιά-πληρωτή, (και κατά συνέπεια και οι φίλοι τους) καλότρωγαν επί Κατοχής.

Δεν γνωρίζω την ακρίβεια της πληροφορίας, αλλά δεν είχε λόγο να κατασκευάζει αργκό η συχωρεμένη η Βρανά το '40...

#17
HODJAS

in πούττος

[I]Είδες τον πούττον κι άρκωσεν
να φάει να πιεί αρνιέται
βάλτονε κάτω γάματον
να μην σου εκουνιέται[/I]

(chatt-ισμα)

αρκώνω = ξεσηκώνομαι (με την έννοια ruffle = αναμαλλιάζομαι)

#18
HODJAS

in ασανσεράτη

5Χ2 γιατί άγγιξες ευαίσθητη χορδή...

#19
HODJAS

in αλμυρό φιστίκι

[I]Σαν πας στο Σαν Φρανσίσκο
κι ερθείς με το καλό,
φέρε μου ένα λουλούδι
να' χω στο χαιτικό[/I]

;-)

#20
HODJAS

in βλαχοκυριλέ

Μην τα ξαναλέμε. Ο Τζόνι έχει δικαίωμα ...

Χώρια που είναι απο αυτούς που δεν εγκαταλείπουν τη γειτονιά τους για κανά προάστιο κι έτσι λειτουργούν ως αντίβαρο στην υποβάθμα, με προσωπικό κόστος.

Ρησπέκτ

#21
HODJAS

in αλμυρό φιστίκι

Στραγγλικά (!)

#22
HODJAS

in αλμυρό φιστίκι

Και γιαρμάς (şeftali yarma = βερίκοκο χωρίς κουκούτσι < yarma = σχισμή) η κώλάθρα (καλή όρεξη!)

#23
HODJAS

in βλαχοκυριλέ

Γειά σου ορέ Χάνκοντα με τα ωραία σου!

#24
HODJAS

in βλαχόμαγκας

Παραγγελιά στη μοναξιά, στην καβουριάαααα ...

#25
HODJAS

in φιλάμ φιστίκ

Σπεκ! (5Χ2) Έλειπε. Είχα την εντύπωση οτι προφέρονταν φελάν-φιστίκ και σήμαινε = φιστίκωμα / γαμήσι.

#26
HODJAS

in δεν ξέρει σκέψη

Όταν προσέλθει στους κόλπους του μοντουλέικου ο άσωτος Τζόνι, να σφάξουμε το μόσχο τον πιστευτό...

#27
HODJAS

in δεν ξέρει σκέψη

Απο το ίδιο ποτήρι; ;-Ρ

#28
HODJAS

in βλαχοκυριλέ

Ιδού ένα εξαιρετικά επίκαιρο κείμενο του εστέτ Περικλή Γιαννόπουλου, με τίτλο «Ἡ ξενομανία» («Ὁ Νουμᾶς», ἀρ. 5, 16-1-1903), το οποίο - αν παραβλέψει κανείς τις αθώες ελληνικούρες του συγγραφέως - εύστοχα συνδέει τη βλαχοκυριλοσύνη με το έλλειμμα στο ισοζύγιο εισαγωγών - εξαγωγών:

[I]«Εἶνε ἀδύνατον νὰ ἀρχίσῃ δημιουργία Ἑλληνικῆς ζωῆς ἐνόσῳ ὅλα τὰ πράγματα τῆς ζωῆς ἀπὸ τὸ πρῶτον κουρέλι τοῦ λίκνου -καὶ ὅλων τῶν ἰδεῶν- μέχρι τοῦ τελευταίου κουρελίου τοῦ τάφου, εἶναι ξένα.

Τὸ κτύπημα τῆς ξενομανίας εἶνε τὸ πρῶτον κίνημα, ὁ πρῶτος ἀγὼν τῶν ποθούντων νὰ ἀγωνισθοῦν διὰ μίαν ἀρχὴν Ἑλλάδος.

Ἡ ξενομανία εἶνε χωριατιά. Εἶνε προστυχιά. Εἶνε κουταμάρα. Εἶνε ἀφιλοτιμία. Εἶνε ἀφιλοπατρία. Καὶ εἶνε ξυππασιά. Καὶ εἶνε ἀμάθεια.

Αὐτὸς ὁ ἀνώτερος, ὁ πλούσιος, ὁ ἀνεπτυγμένος, ὁ ταξειδευμένος, ὁ παντογνώστης, ὁ παντοκρίτης, ὁ ἰατρός, ὁ δικηγόρος, ὁ πολιτικός, ὁ παππᾶς, ὁ δάσκαλος, ὁ καθηγητής, ὁ τραπεζίτης, ὁ ἔμπορος, ὁ ἄνθρωπος τοῦ πνεύματος, ποὺ ἐπῆγε εἰς τὴν Εὐρώπην καὶ ἐγύρισε ξενομανής, εἶνε ἀμαθής. Ἐπῆγε καὶ ἐγύρισε κούτσουρον. Δι᾿ αὐτὸ εἶνε ξενομανής. Ἐπῆγε καὶ ἐγύρισε χωριάτης, δι᾿ αὐτὸ εἶνε ξενομανής. Ὅ,τι εἶδε, ὅ,τι ἔμαθε δὲν τοῦ ἐχρησίμευσεν εἰς τίποτε. Δὲν ἐδιόρθωσε τὸ κεφάλι, τὸ ἐχάλασε. Δὲν ἐφωτίσθη, ἀλλὰ ἐτυφλώθη διὰ πάντα. Δι᾿ αὐτὸ εἶναι ξενομανής.

Κάνει τὸν Εὐρωπαῖον, ἀλλὰ δὲν ἔχει καμμίαν σχέσιν μὲ τὸν Εὐρωπαῖον, τὸ κεφάλι του κάθε ἄλλο παρὰ νὰ ἔχῃ σχέσιν μὲ τό τωρινὸν Εὐρωπαϊκόν κεφάλι. Ὁ ἰδικός μας Ἐσπεριοειδὴς εἶνε σὰν τὸν ἀράπη ποὺ πηγαίνει εἰς τὸ Παρίσι καὶ φορεῖ Παρισινὰ ροῦχα. Εἶνε ξενομανής, διότι ἅμα τοῦ ἀφαιρέσῃς αὐτό, δὲν μένει τίποτε ἄλλο ἀπὸ αὐτόν. Ἀφαίρεσέ του τὰ ροῦχα, τὰ τέσσαρα ξένα λόγια, τὸ τσάι, τὰ δέκα ὀνόματα ποὺ ἐπαναλαμβάνει, τὰς δέκα ἰδέας ποὺ ἔμαθε καὶ βάλε τον νὰ ἐρασθῇ. Δὲν εἶνε ἰκανὸς νὰ σκεφθῇ νὰ κάμῃ τὸ παραμικρόν. Εἶνε ἕνα μυαλὸ τιποτένιον, ἕνα κεφάλι ἐντελῶς ἄχρηστον διὰ τὸ κάθε τι. Ὅλη του ἡ ζωή, ὅλη του ἡ δύναμις, ὅλη του ἡ σοφία εἶνε νὰ λέγῃ, καὶ ξαναλέγῃ τὰ τέσσαρα πράγματα που ἔμαθε. Θέλετε νὰ τὸ εἰδῆτε καθαρὰ ὅτι δὲν ἔχει καμμίαν σχέσιν μὲ τὸν Εὐρωπαῖον τὸ ροῦχον; Πάρετε τὸν Τρικούπην, τὸν Δηλιγιάννην, τὸν Θεοτόκην, τὸν Ζαΐμην, ὅλους τοὺς Στρατηγοὺς καὶ ὅλους τοὺς ἐν τέλει τῶν γραμμάτων καὶ τῶν πραγμάτων. Εἰπέτε τους νὰ ἐνδύσουν τὸν στρατὸν μὲ τὰ θαυμάσια Ἑλληνικὰ ὑφάσματα καὶ ἐνδύματα διὰ νὰ μένουν εἰς τὸν τόπον ἑκατομμύρια ἑκατομμυρίων ποὺ φτερουγίζουν τόσα ἔτη τώρα πρὸς τὴν τσέπην τῶν ξένων, διὰ νὰ ἔχουν τὸν ὡραιότερον ζωγραφικώτερον καὶ φθηνότερον στρατὸν τοῦ κόσμου [...]

[...] Χθὲς ἐφώναζεν ἡ «Ἀκρόπολις» ὅτι διὰ νὰ στρώσουν τοὺς δρόμους μὲ γρανίτην, ἐσκέφθησαν ἀμέσως νὰ τὸν φέρουν ἀπὸ τὸ ἐξωτερικόν, ἐνῷ ἔχομεν εἰς τὸ Λαύριον. Ὡς καὶ οἱ δασονόμοι ἀκόμη παρεφρόνησαν καὶ διέγραψαν ἀπὸ τὴν φύτευσιν τῶν γυμνῶν τόπων, ἀπὸ τὴν διακόσμησιιν τῶν δρόμων καὶ τῶν δημοσίων κήπων πλατειῶν, τὴν ἐληὰ καὶ τὴν συκιά, κάθε φυτὸν ἰδικόν μας καὶ φέρουν, φέρουν σπόρους φυτὰ ἀπὸ τὰ βάθη τῶν δασῶν τῆς Εὐρώπης, καὶ δὲν πηγαίνουν νὰ πάρουν τὰ θαυμασιώτερα καὶ διακοσμητικώτερα φυτὰ τῶν δασῶν τῆς Ἑλλάδος! Τὸ κυριώτατον χαρακτηριστικὸν τοῦ ξενομανοῦς εἶνε ὅτι ἐνόσῳ δὲν βλέπει ἕνα πρᾶγμα Εὐρωπαϊκόν, μὲ μάρκα Εὐρωπαϊκήν, μὲ ὑπογραφὴν Εὐρωπαϊκήν, δὲν τολμᾷ οὔτε νὰ τὸ ἰδῇ, οὔτε νὰ τὸ πιάσῃ, οὔτε νὰ τὸ ἐξετάσῃ. Διότι τὸ κεφάλι του εἶνε ἄχρηστον. Τὸ περιφρονεῖ διότι δὲν εἶνε ἰκανὸς νὰ τὸ ἐννοήσῃ. Διότι τὸ κεφάλι του δὲν τοῦ χρησιμεύει εἰς τίποτε. Δὲν σκέπτεται, δὲν γεννᾷ τίποτε. Εἶνε σταματισμένον. Ἐπαναλαμβάνει μόνον. Ἀντιγράφει μόνον.


Κτυπήσατε τὴν ξενομανίαν, ἄνθρωποι τῆς ἰδέας. Κρατήσατε ὅ,τι ἔχετε ἑλληνικόν, ἄνθρωποι τῆς λαϊκῆς καὶ τῆς μεσαίας καὶ τῆς ἀνωτέρας τάξεως.

Κουβαληθῆτε ὅλοι εἰς τὴν ὁδὸν Πανεπιστημίου, ἀπέναντι τοῦ ζαχαροπλαστείου Γιανάκη, πλησίον τῆς πολυφήμου Lizie ἡ ὁποία σᾶς ἄδειασε τὴν τσέπην. Εἶνε τὸ μαγαζὶ τῆς λαίδης Ἔτζερτων τῆς ἀγγλίδος ἀριστοκράτιδος καὶ κυρίας τοῦ πρέσβεως τῆς Ἀγγλίας. Ἀνοίξατε τὰ μάτια σας καὶ κυττάξετε ἄνθρωποι θεόκουτοι καὶ ἀκαλαίσθητοι. Ἐκεῖ τὰ ὑφάσματα εἶνε τὰ κεντήματα τὰ ὁποῖα κάθε κόρη τοῦ λαοῦ γνωρίζει νὰ κεντᾷ ἄδουσα. Κυττάξετε τὰς τιμάς. Εἶνε ἀκριβώτερα ἀπὸ κάθε εὐρωπαϊκά. Διότι εἶνε ὡραιότερα ἀπο κάθε εὐρωπαϊκά. Αὐτὰ τὰ ὁποῖα σεῖς εἴχατε, ἡ κόρη δύναται νὰ τὰ κάμῃ, σεῖς ἔχετε αὐτὰ τὰ ὁποῖα κρύβετε πετᾶτε ἀπὸ τό φόρεμά σας ἀπὸ τήν σάλα σας διότι τὰ θεωρεῖτε πρόστυχα, αὐτὰ πωλοῦνται εἰς τὸ Λονδῖνον ὡς εὐγενέστατα καὶ ὡραιότατα. Ἐντροπή, ἄνθρωποι ἕλληνες νὰ ἐπιδεικνύετε τοιαύτην ἀκαλαισθησίαν. Ὅλα αὐτὰ τὰ ἰταλογαλλλικά καὶ γερμανοεβραϊκὰ πράγματα μὲ τὰ ὁποῖα ἐγεμίσατε τὰ σπήτια σας καταξοδευόμενοι, κλέπτοντες, ἀτιμαζόμενοι διὰ νὰ εὔρετε τὰ χρήματα, νομίζοντες ὅτι κάτι κάνετε, ὅτι θὰ φανεῖτε πολιτισμένοι, ὅλα αὐτὰ ἀκριβῶς εἶνε προστυχότατα, βαναυσότατα καὶ σᾶς ἀποδεικνύουν φρικαλέαν ἀκαλαισθησίαν καὶ βαθὺ χωριατισμόν [...]

[...] Μὲ τίποτε ὡραιότερα καὶ πλουσιότερα δὲν εἶνε δυνατὸν νὰ στρώσῃ κανεὶς μίαν αἴθουσαν παρὰ μὲ τὰ ὁλόλευκα μαλλιαρὰ χαλιὰ ποὺ ἔχουν μόνον ἕνα μαῦρον περιθώριον. Εἰκοσιπέντε καὶ τριανταπέντε καὶ σαρανταπέντε δραχμὰς στοιχίζει μόνον ἡ μία εἰς τὰ μαγαζειὰ τοῦ Δημοπρατηρίου. Βάλετε τοὺς σοφάδες σας μὲ τὰ ὡραῖα ἐγχώρια ὑφάσματα εἰς τὴν θέσιν των. Καλλιτεχνήσατε μὲ τὰ χέρια σας τὰ ὡραῖα σκεπάσματα. Εἶνε πρόστυχοι καὶ γελοῖοι οἱ καναπέδες σας μὲ τὰ εὐρωπαϊκὰ παληόπανα τὰ ὁποῖα κάμνει ἡ Εὐρώπη διὰ τοὺς κουτοὺς καὶ βαρβάρους λαοὺς ποὺ φέρουν ὅλα τὰ μάρκα «διὰ τὴν Ἀνατολήν». Καὶ παρουσιάζετε κωμικώτατον θέαμα μὲ τοὺς καναπέδες σας ποὺ δὲν ξεύρετε νὰ καθήσετε ἐπάνω, καὶ εἶνε θεόκουτον καὶ ἀξιολύπητον πρᾶγμα νὰ μὴν ἔχετε ἕναν καναπὲ νὰ ἀναπαύσετε τὸ κόκκαλόν σας. Πετάξετε τὰ βάζα καὶ τὰ χρυσόχορτα καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ παληοπράγματα τὰ μαζευμένα ἀπὸ τὰ εὐρωπαϊκὰ χωριά. Ἕνα κανάτι ξύλινον τῆς Κορίνθου ἀπὸ τὸ ἀρωματῶδες κυππαρίσι μὲ τὰ ὡραῖα του στεφάνια καὶ μὲ ὁλίγα ἄνθη τοῦ ἀγροῦ μέσα, εἶνε κομψοτέχνημα ποὺ θὰ τὸ ἐζήλευεν ὁ κάθε Εὐρωπαῖος καλλιτέχνης. Κάνετε τὰ ἔπιπλά σας ἀπὸ ξύλα τοῦ τόπου σας, ἀπὸ τὴν ἐληά σας, ἁπλᾶ, ἥσυχα, ἥμερα, ἀναπαυτικά. Μὴν τὰ μαυρίζετε σὰν νὰ σᾶς ἀπέθαναν δώδεκα παιδιὰ εἰς τὸν τόπον ποὺ δὲν μαυρίζει οὔτε τὸ μάρμαρον εἰς χιλιάδες χρόνια. Μία εἰκὼν συγχρόνου ζωγράφου ἰδικοῦ σας καὶ ἡ ἀτελεστάτη ὅλων ὡς χιλιάκις προτιμοτέρα καὶ εὐγενεστέρα, στολίζει ἑκατομμυριάκις περισσότερον τὴν σάλα σας, καὶ σᾶς ἀποδεικνύει ἑκατομμυριάκις πλέον πολιτισμένους παρὰ οἱ πεντακοσιόδραχμοι χρυσοκαθρέπται οἱ βαναυσότατοι ποὺ σᾶς ἀποδεικνύουν ἀκαλαισθήτους καὶ χρησιμεύουν μόνον διὰ νὰ κατακλίνωνται ἡ μῦγες εἰς χρυσὰ κρεβάτια.

Ἕνας ἁπλοῦς σοφᾶς, μὲ ἕνα ὕφασμα χειροτεχνημένον, μὲ ἕνα ράφι ἀπὸ ἁπλοῦν ξῦλο, μὲ ὁλίγα ἁπλούστατα πράγματα ἑλληνικὰ καὶ γίνεσθε καὶ φαίνεσθε περισσότερον πολιτισμένος παρὰ ἐὰν ἐξοδεύσετε ὅλην σας τὴν περιουσίαν διὰ νὰ πάρετε πολυτελῆ Εὐρωπαϊκά πράγματα. Καὶ ἐπὶ τέλους διατί αὐτὴ ἡ κουταμάρα; Τί τοῦ χρεωστᾶτε τοῦ Ἰταλοῦ, τοῦ Γάλλου, τοῦ Γερμανοῦ διὰ νὰ δουλεύετε δι᾿ αὐτὸν καὶ νὰ τοῦ δίδετε ὅλον σας τὸ χρῆμα ποὺ κερδίζετε μὲ ἀγῶνας; Διατί νὰ σᾶς διευθύνῃ καὶ σᾶς ἐπιβάλλῃ τὸ γοῦστό του ὁ κάθε ἐργοστασιάρχης καὶ ἔμπορος τοῦ Μονάχου καὶ τῆς Μασσαλίας; Σεῖς δὲν εἶσθε ἄνθρωπος; δὲν ἔχετε γοῦστο; δὲν ἔχετε καὶ σεῖς δικαίωμα νὰ κάμετε μόδα οὔτε εἰς τὸν τόπον σας, οὔτε μέσα εἰς τὸ σπῆτι σας; Διατί νὰ εἶσθε Σκλάβοι;[/I]» [...]

(Σόρρυ για την οθονιά, αλλά δεν ξέρω να βάζω εξωτερικά λινκια)...

#29
HODJAS

in βλαχόμαγκας

Παλιότερα, όσο μικρότερος ο τόπος, τόσο λιγότερες οι προσλαμβάνουσες παραστάσεις των κοινωνών, τα ήθη σφιχτά, η ζωή σκληρή και πεζή, η εκπαίδευση μηδαμινή και κατά συνέπεια μεγαλύτερη η ανάγκη μυθοπλασίας, προκειμένου να καλύψει τα κενά της εξημμένης φαντασίας και της καταπιεσμένης ζωτικότητας.

Ιδίως ο χωριάτης, αναπόφευκτα φλυαρούσε κάνοντας την τρίχα-τριχιά και φυσικά ήταν καχύποπτος προς τους άλλους για την ακρίβεια των πληροφοριών που μετέδιδαν, κρίνοντας εξ ιδίων τα αλλέτρια.

Με την διάδοση της εκπαίδευσης και κυρίως με την ταχύτητα μετάδοσης πληροφοριών της τηλεόρασης και του διαδικτύου, οι διαφορές εξομαλύνθηκαν και πάνω-κάτω όλοι τις ίδιες εικόνες έχουμε παντού. Εξ άλλου, με τον καταρράκτη ασύστολων ανακριβολογιών που εισπράττουμε καθημερινά απο τα μήντια, έχει εκμηδενιστεί το ειδικό βάρος ενός (ακόμα) μικρού ψεύδους ή έστω υπερβολής.

Παρ' όλα αυτά, ο ορισμός δεν είναι σωστός. Βλαχόμαγκας σημαίνει κάτι άλλο βλ. τελευταία παράγραφο εδώ.

#30
HODJAS

in μπίκας, μπήκας

Υπάρχει ο ιδιωματικός τύπος υποτακτικής αορίστου (ναι, αλλά πού;) «να μπήκω» αντί «να μπώ» (όπως και να βρήκω αντί να βρώ κλπ). Ξέρει κανείς τίποτα;