Δεν κατάλαβα ρε γαμώτο...
Θνξ Ιρον :-)
Φυσικά και τα κωλόπαιδα απο την αλλοδαπή, ό,τι βλέπουν κάνουν...
Έχω δεί στον Κομμό της Ν. Κρήτης που πάω σχεδόν κάθε χρόνο, τίγκα το σαρίδι απο ομάδες Γερμανών κλπ.
Αφού δεν τους βουτάνε οι λεβέντες οι ντόπιοι που αγαπούν τον τόπο τους (λέει), να τους αλλάξουνε τον ανανία, βρίσκουνε και κάνουνε...
Στη Ζάκυνθο, ρώτησα έναν Εγκλεζάκο που σώφαρε νοικιασμένο σκάφος δώθε-κείθε κατά βούληση, αν είχε άδεια και μου απήντησε οτι έδωσε 20 γιούρο την ώρα αλλά δεν του ζητήθηκε τέτοιο πράγμα.
Στη Χαλκιδική μας έπρηξαν νυχτιάτικο τα ούμπαλα ελληνικότατοι Έλληνες, με ηλεκτρο-ποπ κι όταν τους ζητήσαμε να το χαμηλώσουν, τράβηξαν και ζόρι! (Σου λέει ελεύθερο είναι-ο,τι γουστάρω κάνω).
Όταν έγινε πέσιμο απο τους μπάτσους σε στυλ απόβαση στη Νορμανδία (δέκα τζίπ για είκοσι σκηνές!) μαζεύανε τα μανιαούρια, ενώ τους Ρώσους που είχανε κυριολεκτικά ΧΤΙΣΕΙ τα τροχόσπιτά τους στο κύμα κι είχανε γιομίσει τον τόπο κουτάκια μπύρα, κανείς δεν τους μίλησε.
Ένας παλιόφιλος Κρης (που δεν βρίσκεται ανάμεσά μας), επέμενε ν’ ανάψει φωτίτσα σε γνωστότατο δάσος-φαινόμενο της Κρήτης και παραλίγο να το λαμπαδιάσει καίτοι λυσσάξαμε να τον αποτρέψουμε (οι μη Κρητικοί!)
Στο δημοτικό κάμπινγκ στα Μάταλα, (το βρωμερότερο και αθλιότερο που έχω ποτέ δεί στη ζωή μου!) όταν ζήτησα το λόγο απο την υπάλληλο που το μανατζάριζε, για την εγκατάλειψη και τη μπίχλα στις τουαλέτες και στα μπάνια, η απάντηση μου ήρθε σφοντύλι: «Είναι κάτι Γαλλάκια, που τις ξεχαρβαλώνουνε»...
Απο την άλλη, κάποιος φίλος ήρθε απο το μακρινό Δουβλίνο, για να σώσει αμισθί την καρέτα-καρέτα στα Επτάνησα, μέλος διεθνούς οργάνωσης καλεσμένος του ελληνικού παραρτήματος και τον αναστενάξανε στην καρπαζιά μπράβοι νυχτερινών μαγαζιών (υπο την κάλυψη ενός βλαχοδήμαρχου) για να βαράνε νταμπα-ντουμπα και να γυρίζει το στρομπόλι εκεί που γεννούσαν τα ζωντανά. Νομίζω βγήκε και στις εφημερίδες.
Πάλι οι ξένοι μας φταίνε; (Σα δε ντρεπόμαστε λέω γώ)...
Όσο για τον μυστηριώδη ποντοφόνο με το πριόνι, που έχει επισημανθεί και απο άλλους, ας έχει την κατάρα μου: Να του καεί το βίντεο (του πούστη)!
Άψογο!
Το κηφηνείο της πλατέας Εξαθλίων ταιριάζει γάντι με την αθηλυτική εφημερίδα (δεν ενδιαφέρει τις γυναίκες που έχουν καλύτερα πράγματα να κάνουν)...
Ό,τι πεί ο γιατρός!
Μοντουλέεεοι! Χώστε το σχόλιο στον ορισμό συλβουπλέ!
Μιλήσατε μπαμπά;
Χάριν του σούπερ γιατρού μας, κάθισα κι ξεσκόνισα τα κιτάπια μου, να βρώ την τεκμηρίωση που μου ζητεί.
Λοιπόν, περί της προελεύσεως του λήμματος, συμφωνεί ο Ηλίας Πετρόπουλος (μ' ένα σωρό παραθέματα), στο άρθρο του «Η χαμαλίκα και η ζαλίκα», που δημοσιεύθηκε στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία και σταχυολογήθηκε στο βιβλίο «Καπανταήδες και μαχαιροβγάλτες», Νεφέλη, Αθήνα 2001, σελ. 207 et seq.
Ο δε μακρυχέρης, ήταν ο Άγγλος αρχιτέκτονας Charles Robert Cockerell (1788-1863), που κόπιασε στην Ελλάδα το 1810, ήταν μέλος μιας διεθνούς εταιρίας αρχαιοθηρών και ξήλωσε τον Ναό της Αφαίας, της Ολυμπίας και των αρχαίων Βασσών, που να του κοβότανε απ' το ζβέρκο...
Διόρθωση: Το σκηνικό με τους χορευτές-εργάτες δεν ελαβε χώρα στον Πειραιά, αλλά μάλλον στην Αίγινα (ναός Αφαίας) και η αμοιβή εδίδετο για χαμαλίκι μεν, αλλ' όχι ακριβώς αποσκευών παρά αρχαιολογικών ευρημάτων (!)
Περιοδικό Ε-Ιστορικά, τεύχος 43, Αύγουστος 2000, σελ. 22-24.
Ζητώ μπαρδόν για την ανακρίβεια, αλλά το μυαλό μου έχει γίνει πουρές πιά...
Βλ. και «την άκουσα Ντόλμπυ Σαρράουντ»
Εμ, τί λέμε τόσην ώρα;
Τσόκ σεκερλή!
Μες, το τελευταίο το θυμάμαι απ' το ναυτικό και ήταν πραγματικά το πιο θλιβερό εμβατήριο απο κάθε άποψη.
Αφού έπαθα μόνιμη τενοντίτιδα απο τις μαλακίες με τα λιανοντούφεκα, είπα «αυτά ρε, είναι μουσική Θου-Βου» (δηλ. «των πρακτόρων η σχολή» και τέτοια), οπότε στραβώσανε και με διώξανε απ' τα αγήματα και πήγα στις βάρκες (δε με χάλασε)...
Οι Ισπανοί λένε για τις μυστήριες γυναίκες της Galicia «una Gallega nunca sabes cuando llega» (ποτέ δεν ξέρεις πότε αφικνείται)...
Έναν καφέεε!
Υπάρχει μια αυτοσχέδια ιταλική πινακίδα έξω απο το σπίτι κάποιου στη Νάπολη (αλλά δεν θυμάμαι πού την έχω):
Per i stranieri: Dont park hier
(Για τους αλλοδαπούς: Μην παρκάρετε εδώ)
Per gli Italiani: Ci avete rotto il cazzo!
(Για τους Ιταλούς: Μας έχετε σπάσει το μπούτσο)...
Κι εγώ την έστηνα στη γωνία, με μια λατέρνα που παίζει ρέγγε ;)
Μπαααα... Κανονικότατο δημόσιο!
Κι ύστερα σου λέει ο Χάν, πού τα θυμάσαι όλα τα παλιοκαιρίσια (εμ, με τις μαλακίες που άκουγα μικρός, ακόμα βλέπω στον ύπνο μου να με κυνηγάνε οι Γερμαναράδες)...
Ορθότατο! (5Χ2)
Το έχω διασταυρώσει (όχι αυτήκοος να εξηγούμεθα) ως φυλακόβια έκφραση σε ενδοϊδρυματικές κωλομπαρδίες.
Εγώ πάλι θυμάμαι, που μας έβαζαν στο σκολιό ν' αποστηθίσουμε το ποιματάκι (μέρες που ήταν):
Μια νύχτα του '40, οι Ιταλοί κι οι Γερμανοί
την Ελλάδα μας ζητήσαν, να την πάρουνε αυτοί
ΟΧΙ είπε ο βασιλιάς μας, ΟΧΙ κι ο πρωθυπουργός
ΟΧΙ και τα φανταράκια, ΟΧΙ κι όλος ο λαός!
Και να σκεφτείς, οτι πήγα σε μεταπολιτευτικό σχολείο...
Δεν διαφωνώ. Η καταγραφή όμως γραφικών τύπων αστικών κέντρων μας πάει αναγκαστικά λαογραφία μεριά (π.χ. η παλαβή η Νικολού, η Γιαννούλα η κουλουρού, η Μαρία η δαιμονισμένη κλπ στην Πάτρα, ο καρατέκα, ο Φώτης, η Μπάρμπι, ο Σακκουλές, ο Χάφτας, ο Τιραμόλα, ο Δελαπατρίδης κλπ στην Αθήνα).
Προσεχώς, αν συμφωνεί η ομήγυρις, θ' ανεβεί ο «Εβραίος» (όποιος τον θυμάται στην Ιπποκράτους).
Ετρούσκα προφανώς λόγω της βρίθουσας σε ιταλισμούς καλιαρντής, άλλως «βαθιά λατινικά».
Εξάλλου οι πούστηδοι γι' αυτό το λόγο καλούνται και φραγκολουμπίνες.
Εύγε! Έχω την εντύπωση οτι ο σλανγκοκαταγραφεύς της σήμερον, θα πρέπει να στραφεί στις πιάτσες και στην αργκό των αλβανών-πακιστανών-σομαλών-ρουμάνων κλπ εν Ελλάδι, διότι η νύχτα δεν μας ανήκει πλέον...
Εύγε Montifex Maximus Patisiensis! Βασικότατο. Επιμορφωθήκαμε και σήμερις...
Το πρωτοπαλίκαρο του Γιαγκούλα λές;
My name is Colos, James Colos and I' ll have an enema shaken, not stirred...
Το τρίπτυχο λήμμα-ορισμός-σχόλια είναι πεντάστερο.
Κατ’ αρχάς σπέκ σε όλους τους προλαλήσαντες. Ωραία δομημένες οι θέσεις.
Συμφωνώ με το λήμμα χάριν καταχωρίσεως, αλλά όχι ιδιαίτερα με τον ορισμό.
Για άλλη μια φορά, οι νεοέλληνες συγκρίνουν τα ασύγκριτα (μεταξύ τους κι όχι στραμμένοι προς τα έξω-διάολε!) αντί να κοιτάξει ο καθένας να προκόψει ατομικά μέσα και όχι κόντρα στο σύνολο (βλ. σχόλιο στο λήμμα μένω στον τόπο).
Εν προκειμένω, ο καβγάς του εκάστοτε εκστομίζοντος το παρόν λήμμα, είναι για εισοδήματα, παραγωγή έργου, κοινωνικές τάξεις, επαγγέλματα και άλλα ετερόκλητα (στην Ελλάδα). Η πούτσα με τη βούρτσα κι οι απο δώ γαμάνε τους απο κεί λοιπόν. Φτού κι απ’ την αρχή...
Δίχως να είναι τυφλοσούρτης η Αλβιών (δε γουστάρω ούτε τη βία, ούτε την παραδοπιστία, ούτε το ανελέητα ανταγωνιστικό και ατομιστικό μοντέλο των αγγλοσαξώνων με charity για τα γατάκια και άστεγα νέα παιδιά), στην Αγγλία είναι απαράδεκτο να ρωτήσεις τον άλλον πόσα βγάζει και τί νοίκι πληρώνει.
Επίσης λένε φλεγματικά τις υπέροχες εκφράσεις can’t complain και not too bad, ερωτώμενοι πώς τη βολεύουνε, ασχέτως αν τα πράματα πάνε καλά ή κατά διαόλου.
Είναι πολλά τα θέματα.
Δεν πιστεύω οτι υπάρχει διαχωρισμός δημοσίου-ιδιωτικού-ελευθερίου επαγγέλματος ως προς το πήξιμο ή τη λούφα. Είναι καθαρά προσωπική επιλογή του καθενός (αλλά και τύχη – βλ. οικογενειακά κονέ) να επιδιώξει να την πέσει.
Ξέρω δημόσιες υπηρεσίες που στενάζουνε απ’ το φόρτο λόγω κακοδιοίκησης-έλλειψης μάνατζμεντ (ακριβώς γιατί δεν αποσυμφορούνται με συγχώνευση άλλων υπηρεσιών που τα ξύνουν), αλλά και ελεύθερους επαγγελματίες (π.χ. γιατρούς σε ιδιωτικές κλινικές ή ειδικευόμενους που κάνουν το χαμάλη των επιμελητών, δικηγόρους-δούλους σε κανα μεγαλοκάθαρμα, εμπόρους που έχουν ανοιχτεί στην αγορά και τους κυνηγάει η Γιούρα-μπανκ να τους εκτοπίσει απο την αγορά κλπ) που πήζουν, κονομάνε τσίμα-τσίμα τα προς το ζήν και κουράζονται τόσο ώστε να μην χαίρονται ούτε τον ελάχιστο ελεύθερο χρόνο που τους απομένει (τρελλαίνονται στον πονοκέφαλο και στις ψυχικές νόσους).
Πράγματι όμως, απο τη Χούντα και ένθεν, η περιρρέουσα ατμόσφαιρα είναι της αρπαχτής και του στομπουτσισμού. Έχει δίκιο ο Αίας. Απο την Κερκόπορτα του Πολυτεχνείου δεν μπήκαν μέσα μόνο μπάτσοι αλλά μια ολόκληρη υποκουλτούρα.
Είναι ωστόσο παρωχημένο το μαρξιστικό μοντέλο της αμιγώς σωματικής εργασίας όπου το κορμί γίνεται εργαλείο σε γραμμή παραγωγής κλπ-κλπ.
Ως εκ τούτου, είναι βασικά συμβολικό το πρότυπο σωματικού κάματου της οικοδομής (αν και όντως η οικοδομή σε χτικιάζει στην κούραση).
Ο εισοδηματίας όμως πρέπει να έχει ίσα δικαιώματα με τον πιττόρο (και αντιστρόφως).
Ούτε είναι δα η οικοδομή το άκρον άωτον των επαχθών -έστω blue collar- επαγγελμάτων. Αλλιώς, τί να πεί ο ναυτικός, ο σκουπιδιάρης, ο συντηρητής ναρκών, ο νυχτοφύλακας που ξαγρυπνά, ο αστυνομικός που περιπολεί στο δρόμο και τρώει πετριές ή (πρόσφατα) και κανα δαμάσκηνο;
Έτσι κι αλλιώς σήμερα, άντε να μασήσει καμιά επαρχιακή καημόπουτσα ή καμιά λιμασμένη και πλημμελώς πληροφορημένη πουράκλα, με το μύθο της περήφανης βαρβατίλας των οικοδόμων, αλλιώς οι αλλοδαποί θα έκαναν θραύση.
Δεν τυγχάνω πούστης. Παρ’ όλα αυτά, είμαι ενήμερος οτι τώρα έχουνε πέραση οι πισινάδες και οι κηπουροί (τέως κωλόμπες)!
Οι νεοέλληνες, ως γνήσιοι αγράμματοι ανατολίτες κατά τούτο τουλάχιστον, αρέσκονται σ’ αυτά τα σύμβολα ιδίως όταν είναι διπολικά π.χ. οικοδόμος=φτωχός πλην τίμιος εργάτης – κοιλαράς πλούσιος και άτιμος, σαν την παλιά κορνίζα «ο πωλών τοις μετρητοίς-ο πωλών επί πιστώσει» (και σε πολλά άλλα π.χ. επαγωγική προσωποποίηση εννοιών «δημοκρατία=Κέντρο=αρχηγός του Κέντρου=Παπαντρέας», συνθήματα «αλλαγή εδώ και τώρα», «η Μακεδονία είναι Ελληνική», τοπική σύγχυση Ελλάδα=Αθήνα κλπ) γιατί είναι εύκολα και βολικά. Δηλαδή τέσσερα πόδια καλό-δυο κακό (βλ. «Η φάρμα των ζώων»).
Επίσης κλαψομουνιάζουν ΚΑΙ για βαθύτερους λόγους, που ανάγονται στην σφαίρα της κοινωνικής ψυχολογίας και ανθρωπολογίας. Είμαι αναρμόδιος.
Ωστόσο, στο λήμμα καζαντζίδης, αναφέρθηκε ο υποχρεωτικός στρουθοκαμηλισμός έναντι των πραγματικών προβλημάτων του κοσμάκη, που ξορκίζονταν με νταλκαδιάρικες μηνύσεις κατ’ αγνώστων (η μοίρα, η προσφυγιά κλπ), αφού η ρεαλιστική επεξήγηση κι αντιμετώπιση ήταν μέχρι τη μεταπολίτευση παράνομη (!)
Ομοίως οι νεοέλληνες κλαυθμυρίζουν πάνε-δεν πάνε καλά (βλ. τα γκαρσόνια της Ευρώπης), αυτοεξιλεωτικά αφ’ ενός για να μην διαπράξουν ύβρι, αφ’ ετέρου για να ξορκίσουν το κακό το μάτι (βλ. αυτό πώς θα το παίξω;). Μέχρι πριν καμιά 30 χρόνια δεν σ’ άφηνε ο άλλος να κοιτάξεις το εσωτερικό του πορτοφολιού του (βλ. Παπαγιαννόπουλο στον «Ηλία του 16ου») και μέχρι σήμερα, όταν βρεί κάποιος γκόμενα δεν την παρουσιάζει στους φίλους του για κανα 3μηνο...
Είπαμε. Ο ταπεινόφρων είναι κρυπτοαλαζών.
Άλλωστε, αν κοιτάξεις έστω φυγαλέα κι απο μακριά έναν νεοέλληνα, αμέσως θα τσακώσει το βλέμμα σου γιατί είναι προληπτικός (βλ. άμα κάνεις μπάνιο και βγείς έξω θα πουντιάσεις κτλ) και θα τσαντιστεί αν συνεχίσεις, γιατί πάσχει απο μανία καταδίωξης (βλ. Τί είσαι σύ ρε; Τί θές; Ψάχνεις τίποτα; κλπ).
Άσε που ούτως ή άλλως το βλέμμα του κινείται στον χώρο σαν περισκόπιο, επειδή ζεί και υπάρχει επιδεικτικά για τους άλλους (βλ. σχόλια στο λήμμα άλλος) και δεν επικεντρώνεται στις σκέψεις του και στην ασχολία του. Δεν υπάρχουν στοχαστικά μάτια στην Ελλάδα...
Όσο για την αστική τάξη και το ταξικό σύστημα αλά-Γρέκ, έχω την εντύπωση οτι υπάρχει πρωτίστως οικονομική και όχι κοινωνική διαστρωμάτωση.
Μόνον η Αττική έχει κατ’ ατι σαφέστερα όρια, που άλλωστε φαίνεται και απο τις διαφορές στους δήμους της (π.χ. Νέα Ερυθραία – Πέραμα).
Το μόνο σοβαρό διεθνώς κεφάλαιο της Ελλάδας ήταν και είναι η θάλασσα και οι μόνοι αληθινοί Έλληνες κεφαλαιοκράτες είναι εφοπλιστές και οι συν αυτοίς μπρόκερς, σηψάτζηδες, νομικοί, οικονομικοί, μηχανικοί κλπ, αλλά εδράζονται και δραστηριοποιούνται στην Δύση (μαλάκες είναι);
Τα ελληνικά πανεπιστήμια δεν διδάσκουν υποχρωτικά ούτε το ναυτικό δίκαιο, ούτε την ναυπηγική, ούτε τα ιδιότυπα ναυτικά φάινανς. Έρευνα δεν χρηματοδοτείται ούτε προμοτάρεται και τα παιδιά πρέπει να πάνε στο Σαουθάμπτον να τα χώσουνε, για να μάθουνε αυτά που ξέρανε οι παππούδες τους και να τα πάνε παραπέρα...
Η γέννηση της αστικής τάξης και η συνεπαγόμενη δομημένη και ξεκάθαρη κοινωνική διαστρωμάτωση, απαιτεί βαριά βιομηχανία (ξεχάστε την) και κυρίως ελεύθερο εμπόριο-ανταγωνισμό.
Με διεθνείς όρους, ουδέποτε υπήρξε αληθινή αστική τάξη στην Ελλάδα. Οι κοτζαμπάσηδες έριξαν μερικά κεφάλαια στην αγορά (σάματις δικά τους ήταν;) δεν φτούρησε, το ξαναματαγυρίσαμε στην αγροκτηνοτροφία που την καταστρέψαμε και τώρα (λέει) στραφήκαμε στις (πανάκριβες και άθλιες) υπηρεσίες, για άλλη μια φορά διαπράττοντας το παράδοξο της υπερπήδησης των σταδίων της οικονομικής εξέλιξης (απο την οθωμανική φεουδαρχία-συντεχνία χλάπα της στη βιομηχανία και ξαναχλάπα της στις υπηρεσίες, χωρίς σταθμούς στο ενδιάμεσο) και πάλι στρεφόμενοι εσωτερικά, ο ένας Έλληνας να πουλάει στον άλλονε τη σκαρταδούρα.
Κάτι ανάλογο κάναμε και με την τέχνη και την αρχιτεκτονική. Απο τα πλεχτά βαλκανικά ταγάρια-τσουράπια και τα λασπόσπιτα στα σνόουμπορντ ρούχα και στον μεταμοντερνισμό του Ζογγολόπουλου. Ούτε η Ρώμη χτίστηκε ούτε η Αθήνα έγινε μπουρδέλο, σε μια μέρα...
Έχει πραγματικά νόημα, να τσακώνονται μεταξύ τους οι νεοέλληνες για το σε ποιόν τόπο εισήχθησαν πρώτα (=πάλιουρας αστός), αυτά τα αντεπιστέλλοντα ξένα προϊόντα;
Για ποιό ελεύθερο εμπόριο-ανταγωνισμό μιλάμε όμως, όταν ακόμα και σήμερα πριμοδοτούνται «ημέτεροι» έμποροι σε δημόσιες δαπάνες, όταν για να πιάσεις για δουλειά ακόμα και στον ιδιωτικό τομέα π.χ. σε φαρμακείο ή δικηγορικό γραφείο κλπ, δεν μετρά το βιογραφικό αλλά ποιός σε στέλνει (όπως κάνουν οι Σικελοί-για να εγγυάται κάποιο τρίτο πρόσωπο την συνεργασία σου αλλά και να ανταποδίδεται κάποια μεταξύ τους χάρη-η οποία επεκτείνεται και σ’ εσένα που νιώθεις δέσμιος πέραν της απόδοσής σου), όταν η τέχνη κρίνεται και προωθείται με κρατικοδίαιτους κήνσορες, όταν οι στάρ (sic) λαμβάνουν εξωφρενικά προκλητικές αμοιβές και υποκύπτει ο κάθε κινηματογραφικός ή τηλεοπτικός ή θεατρικός παραγωγός στα καπρίτσια τους (με εντολή «άνωθεν»), ενώ ακόμα και η Liz Taylor είναι βέβαιον οτι δεν θα έβρισκε δουλειά πουθενά, αν εμφάνιζε αντιεπαγγελματική συμπεριφορά;
Μια φορά κι έναν καιρό, η ανακτοπριμοδοτημένη Βουγιούκλω πίεζε με κάθε τρόπο τον Φίφη (Φιλοποίμην Φίνος) να της δώσει τον πρωταγωνιστικό ρόλο σε έργο (που τελικά έκανε πάταγο) και όταν είδε κι απόειδε οτι ο Φίνος αρνούνταν (καίτοι είχε αναγκασθεί να της δώσει πολλούς), έβαλε μπρος τα μεγάλα μέσα:
Ήταν σε κότερο και λέει «Τελείωσε! Ή αυτή ή εγώ! Αν δεν δώσεις σ’ εμένα το ρόλο, θα πέσω στη θάλασσα!»
Ο κατσαβιδάκιας Φίφης είπε ξερά: «Μπάνιο ξέρεις. Πέσε»...
Εν κατακλείδι, ούτε αστοί υπάρχουν, ούτε τάξεις, ούτε κάθε οικοδόμος δουλεύει ή κουράζεται περισσότερο απο κάθε δημόσιο υπάλληλο, ούτε κάθε ελεύθερος επαγγελματίας κονομάει της Παναγιάς τα μάτια και να τελειώνουμε με αυτά τα «πού τα βρίσκει ο πούστης;», «εεε... ας τα λέμε καλά», «τί ανάγκη έχεις εσύ;», «άλλος λιάζεται κι άλλος ξεκωλιάζεται», «εδώ, στον αγώνα» και τέτοιες ασεπατζούδικες ατάκες γιατί είναι πια μπανάλ, εκτός κι αν στα μπαράκια που πηγαίνουμε, αντικαταστήσουμε τη μουσική lounge με Πόλυ Κερμανίδη και τη Μαργαρίτα με Βερμούτ.
Όλα απο χέρι καμμένα είναι, το μαθαίνουμε-το χωνεύουμε-τραβάμε μια γραμμή και πάμε μπροστά χωρίς κλάψες, ο καθένας μόνος του «στην κόλλα του», χωρίς να γυρίζει κάθε τόσο να κοιτάει τί κάνει ο άλλος.
Τελικά, σάμπως και να μην είναι οξύμωρο το γκράφιτο: «Καιρός ν’ αφήσουμε τους εγωισμούς και να κοιτάξουμε και λίγο τον εαυτό μας»...
Χρόνια πολλά και καλή χρονιά σε όλους!
Αξαμλαρινίζ χαϊρ ολσούν έλεκτρον εφέντη!
Ναππουλεδάνικο ανεκδοτάκι:
Σ' ένα λεωφορείο στη Νάπολη, ανεβαίνει ένας τουρίστας και χτυπάει το εισιτήριό του.
Ο οδηγός, φρενάρει απότομα, γυρίζει πίσω και λέει:
Cos' e chistu rumore; (=τί ήταν αυτός ο θόρυβος;)
Καλή χρονιά!
Ο Μίμης Φωτόπουλος έχει γράψει το «Ελ Ντάμπα: Αιχμάλωτος των Εγγλέζων». Στην Ελ Ντάμπα φυλάκισαν μετά απο προβοκάτσια, όλους τους δημοκρατικούς Έλληνες φαντάρους της Μέσης Ανατολής (ΒΒ ΙΙ), ώστε να πάρουν οι «ημέτεροι» το πάνω χέρι μεταπολεμικά και να ξεκινήσει το πάνω χέρι-κάτω χέρι τίνος είν' το παραπάνω...
Στους Συβαρίτες πολιτικούς, μάλλον με την έννοια που προσδίδει ο λημματοδότης, αναφέρθηκε ο Πολύδωρας στην «κομμένη γράνα»...