#1
deinosavros

in αναντάμ παπαντάμ

Νιέτ. Anadan babadan. Το μόριο / επίθημα -dan ( ή -tan, -den, -ten κατά περίπτωση) δηλώνει προέλευση, από τόπο κίνηση, γενικώς το δικό μας από.
Ana είναι η μάνα και baba ο πατέρας.

#2
deinosavros

in αναρχοσταλίνα

Κλεφτόποθλα ; Όντως δύσκωλες μέρες :-P

#3
deinosavros

in χατζηπαπάρας

Ζάχος Χατζηφωτίου, γνωστός και ως Χατζησκατίου.
(Ακόμα ζει αυτός ρε ;)

#4
deinosavros

in πατερνάλα

Α, το αποπάνω δεν ήταν σχόλιο. Ούτε αυτό είναι :-P

#5
deinosavros

in πατερνάλα

Μην κάνει κανείς τη μαλακία και σχολιάσει :-P

#6
deinosavros

in τσίλιες

Γλωσσικών ωσμώσεων συνέχεια :

Το τουρκ. erketeci (ερκετετζί) = τσιλιαδόρος προέρχεται από το ελληνικό έρχεται (ενν. η αστυνομία).

Κάπου στον Πετρόπουλο διάβαζα ότι στην τούρκικη αργκό χρησιμοποιείται και η ελλ. λέξη pami = άντε, πάμε.

#7
deinosavros

in πεθαίνω

Πάντως, το πεθαίνω κάποιον = σκοτώνω, υπάρχει ήδη στον Ερωτόκριτο

[I]Πουρ' ήστεκε κι ενίμενε να τόνε δη ίντα κάνει
μέσα ντου διαλογίζετο πώς να τόνε ποθάνη[/I]

#8
deinosavros

in ουρτ

Μπα, είναι αρκετά παλιότερο από το ίντερνετ. Το λέγαμε ήδη από έρλυ ογδόνταζ. Παρεμπ, έλειπε. Στος, και ο πασαδόρος επίσης.

#9
deinosavros

in φακίρ φουκαράς

Και στην Αλγερία το χαθίθι το λένε hachich al fokara = χόρτο των φτωχών.

#10
deinosavros

in λιάρδα

Στος ο Αίας. Ο Τσιφόρος χρησιμοποιεί πλειστάκις την εκδοχή λιάδα.

Επίσης το λέγαμε και λιάρδα μπιλιάρδα.

#11
deinosavros

in πεοτείνω

@ Χοτζ : Πότε πεόλαβες βρε θηρίο ;

#13
deinosavros

in μάγκας και νταής

Αφού πατήσαμε τους μάγκες, ας τελειώνουμε και με τους νταήδες, να μη μείνει ο μισός ορισμός παραπονεμένος :

Dayı κυριολ. είναι ο αδερφός της μητέρας, ο θείος (ο οποίος έχει οπωσδήποτε καταγωγή από την Κορώνη, εφόσον η λέξη σημαίνει και μέσον, κονέ, άκρη, πλάτες). Βεβαίως έχει και την έννοια του τσαμπουκαλή όπως κ στα ελληνικά.

Οι καθ' ημάς μάλλον ρετρό οροι καπάνταης / καπανταηλίκι στα τούρκικα είναι σε ευρεία χρήση σημαίνοντας πάντα τον τσαμπουκαλή. Ο ίδιος εξυπηρετικότατος τούρκος μας μαθαίνει ότι το α' συνθετικό kaba (που σημαίνει χοντροκομμένος, άξεστος, αγενής κ άλλα τέτοια ωραία) προέρχεται από το παλαιοτουρκικό kapa = μεγαλόσωμος, ογκώδης, πρησμένος.

Σφίχτες και νταήδες. Ρε πως κλείνουν οι κύκλοι...

#14
deinosavros

in κλαπέτο

Αφηρημένοι γινόμαστε εμείς όταν μας φεύγει το καφάσι (kafa = μυαλό, νοημοσύνη τουρκ.). Με το σκατό το παλεύω αλλά ζόρικα τα πράματα...

#15
deinosavros

in κλαπέτο

(Γκαλά, να σου εξηγήσω : η Ιρον θεωρεί το καφάσι αφηρημένη έννοια)

#16
deinosavros

in κλαπέτο

Αυτά είναι παλυκαρισμοί.

#17
deinosavros

in μάγκας και νταής

Εδώ η άλλη άποψη, στα λήμματα μάγγανον και μάγγιψ. Αν και το μαγκώνω με την έννοια στριμώχνω θα μπορούσε να θεωρηθεί σχετικό με τις συνθήκες ζωής των κωπηλατών στα κάτεργα, για κάποιο λόγο δεν πείθομαι. Κάνας άλλος;

...και μου 'παν πως την είδανε να βγαίνει χέρι-χέρι
μαζί με τον Χαράλαμπο από το Ροζικλαίρι.

(Από το άσμα Τα νέα της Αλεξάνδρας)

#19
deinosavros

in μάγκας και νταής

Και που να με δείτε και με το ριγέ σώβρακο.... :-P

#20
deinosavros

in μάγκας και νταής

Εχω πεί ήδη μερικά πράματα εδώ αλλά δε μπειράζει, ξαναπάμε ταξιδάκι:

Ο τούρκος εδώ μας λέει ότι η λέξη manka το 1560 σήμαινε πάγκος κάτεργου, για να εμφανιστεί το 1656 με τη σημασία ομάδα κωπηλατών και να ξαναμανακαταγραφεί το 1876 ως manga πλέον, σημαίνοντας την ομάδα ναυτών που συγκεντρώνονται γύρω από το συσσίτιο. Προς επίρρωσιν, μας λέει ότι πρόκειται βασικά για ναυτικό ιδιωματισμό ο οποίος το αργότερο αρχές του 20ου αιώνα είχε περάσει και στον στρατό ξηράς (τον τούρκικο εννοείται).

Μέσω ενός μεσαιωνικού ελληνικού μάγκος (mangos), που εγώ τουλάστιχον δεν μπόρεσα να εντοπίσω, [πιθανόν να παίζει εδώ και κάποιο λάθος και να εννοεί (μ)πάγκος, αλλά γιου νέβερ νόου, αν το βρει κάποιος ας μιλήσει], ανάγει τη manka στο ιταλ. banco = κάθισμα, το οποίο με τη σειρά του βγαίνει από το αρχ. γερμαν. banch, που μας δίνει μεταξύ διάφορων κιμβρογκαελογαλλουαλικών και το αγγλ. bench.

Η αρχική σημασία ήταν καμπύλωμα, ανασήκωμα του εδάφους, και λόγω της ομοιότητας με το σχετικό έπιπλο πήρε τη σημασία του τραπεζιού στο οποίο καθόταν ο δικαστής ή ο τραπεζίτης για να καταλήξει στην τελική σημασία κάθισμα, πάγκος. Τα ρέστα τα είπε ο Αίας παραπάνω.

Μάγκες οι τραπεζίτες. Κάθε κατεργάρης στον πάγκο του...

#22
deinosavros

in λαδωμένος

Yaşasın Hoca Efendi ! (ελπίζω να μου συγχωρεθεί το -15- καμάριμ').
Για το -4-, racket = δραστηριότητα που εντάσσεται στο οργανωμένο έγκλημα, σαματάς, δοκιμασία.

#23
deinosavros

in 14/88

Τώρα μόλις συνειδητοποίησα ότι εκείνο το μαλακιασμένο σύνθημά τους που έχω στο β' παράδειγμα, ανάποδα διαβάζεται «Τέφρα η Ελλάς».

Επαιζε, σχετικά περιορισμένα, και ως χαπαχαγέ.

#25
deinosavros

in χέστης

Ο Μακρυγιάννης διασώζει και το συνώνυμο βρωμόκωλος.

Σαν του είπα να κρυφτώ, μου λέγει΄«Τι βρωμόκωλοι είστε εσείς οι... Φοβάστε και από τον ίσκιον σας»

#26
deinosavros

in τσέτουλα

Πάντως αυτός εδώ ο τούρκος δίνει την ίδια ελληνική, μέσω ιταλικών προέλευση, με πρώτη καταγεγραμμένη εμφάνιση της λέξης το 1680.
Seçıp alınız. Διαλέγουτε και παίρνουτε.

#27
deinosavros

in μπαφιάζω

Σωστόστ ο Λέων από πάνω, και για την ετυμολογία και για την κότα με τ' αυγό. Το μπαφιάζω έκανε τον μπάφο και όχι το αντίθετο. Στο ρεμπέτικο έχουμε ήδη το να φουμάρω να μπαφιάσω και τις πίκρες να ξεχάσω αλλά ουδεμία αναφορά της λέξης μπάφος, προφ γιατί έπιναν αργιλέ και όχι τσιγαρλίκια.

#28
deinosavros

in φτερνίτης

Καλά, κουλές ήσαντε ; Πέστα ρε Γκαλά...

#29
deinosavros

in αντάμης

ΥΓ Πάτσμαν: Είχες δίκιο. Ο τύπος ζύθοι υπάρχει και διατίθεται σε μιά εκτεταμένη, όσο και εξαιρετική γκάμα εντός του καταστήματος. :-P

#30
deinosavros

in αντάμης

Ποιόν είπες εναλλακτικό ρε; Θα σε κατα(τ)ρίψω....