#1
deinosavros

in μπαγάσας

Προφ από το ιταλ. bagascia = πόρνη.

#2
deinosavros

in μπατάρω

@ Ιρον, διατηρώ κάποιες επιφυλάξεις. Εχω την εντύπωση ότι με την έννοια τουφεκίζω έχω εντοπίσει κάπου, κάποτε το ρήμα μπαταριάζω, που μου φαίνεται πιό δόκιμο. Πάντως το «μπατάρω» με αυτή την έννοια δεν το έχω ξανακούσει. Τις ηξεύρει...

#3
deinosavros

in τα φτιάχνω

@ Σαλινα : Νιέτ, αλλά πιθανότατα η φράση που δίνεις υπήρξε. Ο Θ. Πετσάλης - Διομήδης, στους «Μαυρόλυκους» (που γράφτηκαν δεκαετία '30) χρησιμοποιεί τη φράση «Ο Γιάννης τα 'χει ψήσει με την τουρκοπούλα»).

@ Ιρον, οπότε η έκφραση μάλλον ξεκίνησε από ενήλικες για να καταλήξει σήμερα παιδική σλανγκ όπως λέει ο Πανκελής.

#4
deinosavros

in χαλάω

Στος ο αγίβε. Το χαλάω = σκοτώνω έπαιζε μέχρι και την Κατοχή.

#5
deinosavros

in are we gluing coffee pots?

Πάλι εγώ θα σου σώσω το μπέικον ;

#6
deinosavros

in are we gluing coffee pots?

Οου, άι φοργκότ :-PPP

#7
deinosavros

in are we gluing coffee pots?

Χου δε χελ ντου γιου θινκ αμ τόκιν του ρε%$@#@#$ ; Ιζ δεαρ ενιβόδι ελς χίαρ ;

#8
deinosavros

in are we gluing coffee pots?

Είσαι αγράμματος και διανοητικά ανεπαρκής ρε ανίατε (εσύ ο τελευταίος).

#9
deinosavros

in κοτσικορέος

Τη βρήκα όμως (μαζί με το ταίρι της) στο Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης, εκδ. «Πρωίας», 1933 (τι σκατά δεινόσαυρος θα ήμουν αλλιώς;)

μισότριβος -η, -ο : ο ικανώς, αλλ' ουχί και εξ' ολοκλήρου τεριμμένος, ο εν μέρει εφθαρμένος. Το αρσ. και θηλ. μισότριβος (ο) και μισότριβη (η), ανήρ ή γυνή μέσης ηλικίας : «τα 'χει φτιάξει τώρα με μιά μισότριβη».

(Παρεμπ μαθαίνουμε ότι η έκφραση «τα φτιάχνω με κάποιον» υφίσταται τουλάστιχον από τη δεκαετία του '30).

#10
deinosavros

in κοτσικορέος

Πάντως ούτε το ΛΚΝ ούτε ο Μπάμπης την έχουνε τη μισότριβη. Κάνας ενδιαφερόμενος;

#11
deinosavros

in ελληνικούρα

Νταξ κι ο άλλος είχε πει ότι ωρολογιακός είναι ο μηχανισμός που τοποθετείται το πρωί για ν' αρχίσει να εξερράγεται το βράδυ...

#12
deinosavros

in ελληνικούρα

Λόγιους τύπους.....άθλημα που δεν κατέχουμε... όπως πχ το εξεπλάγην. Το σωστό είναι εκπλάγηκα ή εκπλήχτηκα :-P

#13
deinosavros

in ξεκωλάκι

Φτου σας ρεζίληδες, είστε και της θρησκείας...

#14
deinosavros

in κοτσικορέος

Μισότριβη απ' όσο ξέρω είναι η σαρανταφεύγα γκόμενα, ψημένη, περπατημένη και ψιλοταλαιπωρημένη στη ζωή της (και της φαίνεται, καθότι σπασμένη). Τη λέξη τη χρησιμοποιούσε πολύ ο Τσιφόρος.

Για το ταμπάνι εδώ. Πιθανώς να συνδέεται με το τουρκ. taban = πέλμα, καθότι η φράση tabana kuvvet (κυριολ. δύναμη στην πατούσα) σημαίνει τα πόδια στον ώμο / πανικόβλητη φυγή, αλλά και κλωτσηδόν.

Σε διήγημα παλιού Μυτιληνιού λογοτέχνη διαβάζω ότι νταμπάνια ονόμαζαν τα μεγάλα καδρόνια της οικοδομής. Θα μπορούσε να παραπέμπει σε στειλιάρι (που ρίχνει βρομόξυλο); Μη μου βάζετε τώρα γλωσσολογία μ' αυτή τη ζέστη, έλεος...

#15
deinosavros

in μυγοχάφτης

Πολύ παλιά έκφραση. Στη «Στρατιωτική ζωή εν Ελλάδι» γραμμένη ca 1870, γίνεται αναφορά στο Μυιγοχαφτικόν Τμήμα του Υπουργείου Στρατιωτικών όπου υπηρετούσαν τεμπελχανάδες τσάτσοι.

#16
deinosavros

in σίσα

@VAG προφ στον Β' παγκόσμιο. Αν δεν κάνω λάθος, μεθαμφεταμίνες περιείχε και η Schocka Cola που εχορηγείτο την ίδια περίοδο στους πιλότους της λουφτβάφε. Τώρα για το σίσα, τι να πω, δεν το έχω ακούσει, μπορεί να παίζει όπως τα λες και να είναι τελείως φρέσκο. Από την ίδια ρίζα και το τούρκικο şişe = μπουκάλι.

#17
deinosavros

in του Τσιφόρου...

Το κοίταξα και στο νέτι, το έχει ως φαρμακευτικό φυτό, σαπουνόχορτο.

#18
deinosavros

in του Τσιφόρου...

Μασάω το τσουένι = Επρόκειτο για ένα φτηνό, λαϊκό γλυκό στα χρόνια της Κατοχής. Το αναφέρει και η Άλκη Ζέη στον «Μεγάλο περίπατο του Πέτρου».

#19
deinosavros

in ντρεσάρω

Και η μετρέσα ετυμολογικώς δεν σχετίζεται με τον δάσκαλο;

#20
deinosavros

in ξεμασχαλίζω

Ε δεν είναι και σαν την Πελοπόννησο...ένα σου λέω, προσοχή με τους παπάδες...

#21
deinosavros

in ξεμασχαλίζω

Α δε γκζέρω, αυτά να τα βρεί με τον Νίκο.

#22
deinosavros

in ξεμασχαλίζω

Να προτείνω ένα συμβιβασμό : Το λήμμα θα μείνει, αλλά ο βικ αφού κάνει 3 γύρους τροχάδην το σάιτ θα πάει εδώ και θα απαγγείλει από στήθους τη Λιλιάδα (στο ένα πόδι, εννοείται). Νταξ Ηρώ ;

#23
deinosavros

in ξεμασχαλίζω

:-PPP πάπαρδε

#24
deinosavros

in ξεμασχαλίζω

Ωχ! Όπου άλλα διάβαζε πραγματικά. Να υπερασπιστώ το λήμμα πήγα και κατέληξα προσβλητικός. Σόρι.

#25
deinosavros

in ξεμασχαλίζω

(δεν έχει κι άδικο ο παπάς...ας μείνει κατά μέρος η χαντζάρα σ' αυτή την περίπτωση. Υπάρχουν πολλά άλλα σκουπίδια εδώ μέσα που την αξίζουν πραγματικά. Και με το συμπάθιο δηλαδής.)

#26
deinosavros

in σκατοσπρώχτης

Το Tufts από το τα 'φ'τς ;

#27
deinosavros

in ξεμασχαλίζω

[I]Ο Γιωργουλέας αρπάχτηκε από μιάν ελιά και ξεμασκάλισε μιά κλάρα. Ο πιό συνηθισμένος τρόπος ήταν ένα τεντωμένο σύρμα με μιά χειροβομβίδα στην άκρη του. Ζύγωσε με προσοχή, καλύφτη πίσω από μιά χαρουπιά και πέταξε την κλάρα πάνω στη βρύση.
Μαζί με την έκρηξη άρχισαν να μας χτυπάνε απ' το πλευρό [...][/I]

Θαν. Βαλτινός Η Κάθοδος των Εννιά (1959, α' δημοσίευση 1963). ΑΓΡΑ 1984.

#28
deinosavros

in γερμανική

Να προσέχεις εκεί, έχει χαρχαρίες.

#29
deinosavros

in γερμανική

Καλά, θα μας πλακώσεις κιόλας; :-P

(πού 'σαι συ μωρέ;)

Ουδόλως σφουγγάρι, και ο μιμης και ο γκατζ τα λένε σωστά. Από Αιτ/νία μεριά το ξέρω κι εγώ ως σφόγγος, λέγεται σε διάφορα μέρη και αφορά πάντα είδος ομελέτας. Κάτι λέει επ αυτού και ο Πετρόπουλος αλλά δεν θυμάμαι σε ποιό βιβλίο.