Λογάριασε πως για τους ναυτικούς αυτό το πράμα δεν ήτανε ούτε "καράβι" (ξύλινο) ούτε "βαπόρι" (σιδερένιο) παρα κάτι κακότεχνο, οχι ιδιαίτερα αξιόπλοο, βαρύ, αργό (επιπλέον φτιαγμένο από μπετατζήδες) "άναυτο πράμα" άρα και απολύτως περιφρονητέο. Ειδικά οι καικίσιοι με τα ξύλινα "κουκλιά" τους ουτε να το χέσουν δε θά 'θελαν.
-Βλέπε ν-το γ-κοπέλλι, να πάω στη χώρα να ψουνίσω...
παράδειγμα
Η γειτονιά μου απέχει ένα χιλιόμετρο από την πλατεία της πόλης κι όμως μέχρι πρόσφατα λέγαμε "θά κατέβω στη χώρα" (ταξίδι ολόκληρο), "-Από του ΧΧΧΧΧΧΧ το πήρες; - Όχι! Από τη χώρα!"
Άριστον!!
Στη Χίο το "γιάε" (και "γιάδε") περιέχει ενίοτε και την απειλή ιδίως όταν λέγεται μόνο του (χωρίς να προσδιορίζεται η συνέπεια)
...(Πιτσιρίκι κάνει φασαρία, φωνάζει, οχλεί γενικά)
- Γιάε παιδάκι... Κανόνισε... (ενν. να τις φάς)
Επίσης το "βλέπε" ως "πρόσεχε" λέγεται για επίφαση "έβλεπε" (συνήθως στην αρχή της πρότασης)
Έβλεπε πού πατείς κι είν' όλο λάκκοι...
Έβλεπε δωνά να ξεστραβωθείς κι άσ' τα κοριτσάκια. Έ α (=δεν θα) σου το φτιάξουνε 'κείνα.
Άν θεωρήσουμε το πινγκ εκ της πυγής πυγάζον και το πονγκ εκ του πόνου εκπονούμενο (the Orange effect)
Δεν είναι ο ωραίος νεκροθάφτης (άντε κοράκι εν γένει);
Kαθυστέρι, ταλαιπώρι είναι εκφράσεις που μυρίζουν Πάνια
Υπόψη δε, οτι το ουσιαστικό (όπου υπάρχει) έχει διάφορες καταλήξεις
παρκ-άρω - έρνω > παρκαδόρος, κοτσ-άρω-έρνω > κοτσαδόρος, αλλά μπαρκ-άρω -έρνω --> μπαρκαρούτσος
Ευκαιρίας δοθείσης, μήπως κάποιος πιό φιλόλογος από μένα θα μπορούσε να ασχοληθεί με το φαινόμενο κάποια από τα ρήματα σε -άρω να λέγονται συχνά σε -έρνω πχ νετάρω - νετέρνω (προστακτική ενεστώτα νετάριζε και νέτερνε --- αόριστος (ε)νετάρισα και (ε)νέταρα), παρκάρω - παρκέρνω, μπαρκάρω - μπαρκέρνω κ.α.π.
Το λήμμα και ορισμός είναι 100% Δονμήτσια. Άλλωστε φαίνεται (όπως σε όλα του) όχι μόνο η δουλεια που έχει γίνει αλλά και η προσωπική γνώση και εμπειρία αναφορικά με τα μικρά σκάφη (βάρκες, καίκια, ψαράδικα, ταρσανάδες) σε σχέση με την ξώφαλτση δική μου από τα ποντοπόρα.
Το επιπλέον γελοίο είναι οτι η μισή Ελλάδα είμαστε εγγόνια προσφύγων και παιδιά μεταναστών που πρόσφατα ξαναμεταναστεύουμε (νομίζω ότι στέλνουμε ένα κύμα ανα 30 -40 χρόνια).
Στο στρατό έμαθα οτι μιζέρια-δυστυχία-κατάθλιψη είναι να είσαι εξοδούχος Κυριακή σε επαρχία. Στο βαπόρι έμαθα οτι ακόμα χειρότερα είναι να βγείς Δευτέρα απόγευμα - βράδυ σε χωρες Αγγλοσαξώνων και των απογόνων τους.
Το συνηθέστερο είναι το έξω που γίνεται όξω νομίζω δε οτι πιό συχνά το ε(ψιλό) γίνεται ο(μικρό) παρά τ' ανάποδα.
Με την έννοια της ιδιορρυθμίας/ιδιοτροπίας το ξέρω επί ανθρώπων και ζώων.
- Όλες οι γάτες πίνουνε νερό από το κουβαδάκι και τούτη πά και πίνει αφ τη λακκούβα...
- Ίντα να της κάμω; Είναι το ίρτζι του ζού τέτοιο
Και για να ξανάρθουμε στους πέντικες (ή και πεντικούς) δυό χωριάτικά χιώτικα:
Από την Καλαμωτή (κεφαλοχώρι στη Ν. Χίο)
"Ο σέντες-μέντες πέρασε/ κι είδεν το ροί και γέλασε./ Ποδαρέντι έν χωρέντι/ μουσουδέντι έν χωρέντι/ βάζει ουρέντι και χωρέντι/ και γυρίζει κι αγλειφέντι" Για τον ποντικό που βάζει την ουρά στο ροί και τρώει λάδι.
Κι απο την ΒΔ Χίο (ίσως Βολισσό) η παραίνεση της γιαγιάς στα εγγόνια της: "Φάτενε βρε κουκάκια πού 'ναι σαν των ποντικώνε τους εμυαλούς"
Ό,τι δεν γίνεται γλυκό, γίνεται τουρσί με εξαίρεση αυτά που γίνονται καί γλυκό καί τουρσί (πχ μελιτζανάκια)
Τους ορνούς τους λέμε ερινούς και το έβαλα ερινό για ενέργεια της οποίας τα αποτελέσματα θα φανούν (σχετικά) μακροπρόθεσμα. Τους κάνουμε και γλυκό του κουταλιού (το γνωστό συκαλάκι)
Μα άν τα ψάξεις τα πιό πολλά έθιμα, μάνι-μάνι ο φανός του Αη Γιαννιού σε δυό βδομάδες, είναι παγανιστικές τελετές εκχριστιανισμένες, οι πιό πολλοί άγιοι αντικαταστήσανε θεότητες (διαφόρων βαθμίδων) κι οι μεγάλες ακόμα γιορτές είναι μετονομασία άλλων παλιότερων αντίστοιχων. Άμα τα πιάσεις ένα ένα, θέμε άλλο ένα σάη ν' ασχολείται μόνο μ΄αυτά...
Πρώτη Μάρτη στη Χίο χτυπουσανε μικρά μπρούντζινα γδάκια και τραγουδούσαν "όξω ψύλλοι και κοριοί, μέσα Μάρτης και Λαμπρή" (αλλα η πρώτη Μάρτη ήταν κάποτε Πρωτοχρονιά)
άλλο που μού λεγε η γιαγιά μου η πρόσφυγια οτι είδανε 20άρη με μακρύ παντελόνι και λέγανε " Μικροπονηρέματα" και καλά οτι πονήρεψε κιόλας (μικρός ών)
Το μολύβι ουργαίνει... (για τα άλλα, θα δειξουν όλα με τον καιρό) πάντως τότε στην 4η είχα πιάσει αιματοκρίτη 26 (το αίμα γίνεται νερό)
Δούλεψα 2 φορες από 2 περ. χρόνια ('90-'92 και '99-'02 ενδιαμέσως μπάρκαρα) σε εργοστάσιο μπαταριων αυτ/των και επαθα 4 φορές μολυβδίαση -η τρίτη είχε και αρσενικό σαν πρόσμιξη, από το γιουγκοσλάβικο μολύβι που έφερνε ο Μυτιληναίος (ο γνωστος)- η τέταρτη ήταν "καλή" και δεν ξαναπήγα.
Κατα τις αναλύσεις ήμουν το μόνο Heavy Metal με χαρτί γιατρού να το βεβαιώνει...
Μα κι αυτό είναι στο πλαίσιο της χρήσης των εργαλείων. Ενίοτε δε, είναι περισσότερο εκτιμητέο το έργο καθαυτό από αυτό που περιγράφει (το story να το πώ;). Εκεί την πατάμε (εκεί πάνε τα περι δικαίωσης αδικαιολόγητων)
dryhammer
in πολυδοντιά