Ρήμα μεταβατικό.

Παραδόξως, αν και προερχόμενο από το λατινογενές arrivare, φτάνω, στα ελληνικά έχει σλανγκιστεί ως διώχνω, εκπαραθυρώνω. Και δη βίαια, χωρίς ελπίδα επιστροφής και εξηλέωσης. Άιντε, και στα δικά μας.

Συνδέεται χαλαρά με το αυτοκτονώ κάποιον λόγω της μεταβατοποίησης (γουώου) αμετάβατου ρήματος, αλλά εδωπέρα έχουμε μια πιο ακραία αλλαγή του νοήματος. Στο αυτοκτονώ η ενέργεια παραμένει κατά βάσιν η ίδια, ενώ εδώ αντιστρέφεται, και αδυνατώ να καταλάβω πώς μπορεί να προέκυψε, εφ' όσον το ίδιο ρήμα, εξελληνισμένο, στην αμετάβατη μορφή του απαντά και με την κανονική σημασία.

Έχω την εντύπωση, ας μιλήσει και το φιλοσλάγκον κοινό, ότι παίζει ούτως καί στην αμετάβατη μορφή του, δηλαδής αριβάρω ίζολ φεύγω. Σε αυτήν την περίπτωση, αν δεν το λέω μόνο εγώ δηλαδή, δίνεται μια κάποια εξήγηση.

Συνώνυμα: σουτάρω, την κάνω.

  1. - Άλλαξε πάλι προπονητή ο γαύρος;
    - Σιγά μην τον χάριζε ο σόκρατες, στο δίμηνο τον αριβάρησε...

  2. - Ωπ, άργησα! Αριβάρω παίδες και τα μιλάμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
ο αυτοκτονημενος

και το ήξερα το αριβάρω σαν αποχωρώ

#2
jesus

α, ώστε όντως λέγεται. θξ θείο!

#3
Galadriel

Αμέ πώς δεν λέγεται, το έλεγε η σλαγκογιαγιά μου η σχωρεμένη κατά κόρον.

#4
Khan

Το μόνο που ξέρω είναι το φρανγκρέκ: Il arrive, il arrive που λέγανε αστειάτορες Έλληνες στο Γάλλο γκαρσόνο που τους έβαζε κρασί, δηλ. «φτάνει, φτάνει»

#5
aias.ath

Λέγεται καὶ ὡς φθάνω (κάπου), καὶ ὡς ἀποχωρῶ, κυρίως ὡς ἀμετάβατο, ἀλλὰ καὶ ὡς μεταβατικό. Προφανῶς ἡ ἔννοια ἀποχωρῶ προσεδόθη ἀπὸ μπέρδεμα. Ὅταν λέγεται, εἶναι σλάνγκ.

#6
jesus

την έννοια της λέξης από μετάφραση την δίνει ο άλλος ορισμός, έκανα προσθήκη.
ευχαριστώ!