Θρυλική προσβλητική χειρονομία, όπου το χέρι υψώνεται με την παλάμη προς τα έξω, ο βραχίονας κάμπτεται προς τα πίσω και ξαναεκτοξεύεται απότομα μπροστά ούτως ώστε το χέρι να είναι τεντωμένο, και η ορθάνοιχτη παλάμη δείχνει προς το πρόσωπο του θύματος. (Για άλλα είδη μούντζας, δες εδώ.) Παράγωγο ρήμα: μουντζώνω.

Δηλώνει απαξίωση ή περιφρόνηση (οπότε αποτελεί βρισίδι και προσβόλα, βλ. παράδειγμα 5) ή κοροϊδία (συνήθως φιλικά, βλ. παρ. 6). Μεταφορικά, η λέξη μπορεί να σημαίνει και κακοτυχία, γκαντεμιά (βλ. παρ. 2) ή απλώς αποτυχία (βλ. παρ. 3). Αυτά όταν την τρως. Όταν τη ρίχνεις, μπορεί να σημαίνει και παραίτηση (βλ. παρ. 4). Η χειρονομία συχνά συνοδεύεται από τις φράσεις:

• Να!
• Στα μούτρα σου!
• Στα μάτια σου!
Όρσε!
• Πάρ' τα (μη στα χρωστάω)!
• Πάρε πέντε!
• Πάρε δέκα! (σημ.: για μούντζα ντούμπλεξ, να κάνει παφ! - βλ. μήδι 2)

Συνώνυμα: φάσκελο/φασκελώνω, παράσημο ή βραβείο της ανοικτής παλάμης.

Ετυμολογία: Κατά Ανδριώτη, Φυτράκη και Μπαμπινιώτη η μούντζα προέρχεται από το μσν. μούτζα > μούζα (= μαυρίλα), ίσως από το *μούντα > *μούντη > μσν. επίθ. μουντός. Κατά Γιαννουλέλλη και Μωυσιάδη, προέρχεται από το περσ. muzh (πάλι μουντός).

Προέλευση: Στο Βυζάντιο, η διαπόμπευση (βλ. μήδι 3) ήταν μια συνήθης συμπληρωματική τιμωρία, που συνόδευε τη φυλάκιση, τον ακρωτηριασμό ή τη θανάτωση. Ήταν «η περιαγωγή του καταδίκου και η παράδοσή του στη χλεύη, στους ονειδισμούς αλλά και στις βάναυσες επιθέσεις του όχλου». Η διαπόμπευση υπήρχε, με τον ένα ή τον άλλον τρόπο, από την αρχαιότητα, και στην Ανατολή και στην Ελλάδα και στη Ρώμη, αλλά οι Βυζαντινοί την ανήγαγαν σε τέχνη: πρώτον, συνέβαινε για ψύλλου πήδημα (όχι μόνο για εσχάτη προδοσία, αλλά και για μικροκλοπές και όλα τα ενδιάμεσα). Και δεύτερον, είχε γίνει αναπόσπαστο κομμάτι του κοινωνικού βίου. Ήταν συχνότατο φαινόμενο, πολλές φορές λάμβανε χώρα στον Ιππόδρομο και ο λαός έβγαζε έτσι τ’ απωθημένα του κι εκτονωνόταν. Μεγάλη υπόθεση, σε μια περίοδο που δεν το 'χαν σε τίποτα να βγάλουν τα δικράνια και τους μπαλτάδες κι όποιον πάρει ο Χάρος. Ταυτόχρονα, αποτελούσε πολιτικό όπλο για τους άρχοντες (κοσμικούς και εκκλησιαστικούς), που πάντα καταδίκαζαν σε διαπόμπευση τον στασιαστή που απέτυχε, τον αυτοκράτορα ή πατριάρχη που μόλις εκθρόνισαν για να πάρουν τη θέση του, τον παπά ή τον ευγενή που τους έκανε κριτική. Εφόσον ο λαός συμμετείχε με χαρά στην τιμωρία και το διασυρμό του πολιτικού αντιπάλου, δε σκότωναν μόνο τον ίδιο, σκότωναν και το κύρος του και ό,τι αυτός πρέσβευε.

Η διαδικασία της διαπόμπευσης ήταν η εξής: Πρώτα έγδυναν τον κατάδικο, τον μαστίγωναν , τον κούρευαν και τον ξύριζαν. Τον έβαζαν καβάλα σε κάποιο όχι ιδιαίτερα ευγενές ζώο (συνήθως γάιδαρο) ανάποδα και συχνά τον υποχρέωναν να κρατάει την ουρά. Τον στεφάνωναν με σκόρδα και κρεμούσαν στο λαιμό του άντερα από το «χασαπειό» και κουδούνια. Και τον μουτζούρωναν, άλειφαν δηλαδή το πρόσωπό του με καπνιά. Αυτό το αναλάμβαναν άλλοτε οι δήμιοι στο στάδιο της προετοιμασίας, και άλλοτε ο όχλος στην πομπή: «μουτζούρωναν παλάμες και δάχτυλα με την καπνιά και τη γάνα των τσουκαλιών και των τζακιών, ζύγωναν τον «γαϊδουροκαθισμένο» και τον πασάλειβαν.» Από αυτή την κίνηση, μας έμεινε η μούντζα ως λέξη και ως χειρονομία. Όπως καθετί στην όλη διαδικασία, παραπέμπει στη χλεύη και στο ξεφτίλισμα.

Βέβαια, η διαπόμπευση δεν τέλειωνε εκεί, ούτε περιοριζόταν στο ψυχολογικό βασανιστήριο. Ο κατάδικος, και πριν και κατά τη διάρκεια, έτρωγε βρομόξυλο. Ο όχλος δεν τον πασάλειβε μόνο με καπνιά, αλλά του πέταγε και λάσπες, σάπια εντόσθια και ζαρζαβατικά, ούρα, κόπρανα, βραστό νερό, πέτρες και δε συμμαζεύεται. Και δεν κρατούσε απόσταση ασφαλείας: έσπαγε παΐδια, έβγαζε μάτια, ακρωτηρίαζε. Συχνά σκότωνε.

Η διαπόμπευση συνεχίστηκε επί Τουρκοκρατίας και ακόμα και στην ελεύθερη Ελλάδα, μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα (όπου συνήθη θύματα ήταν οι πόρνες και οι μοιχαλίδες - οι μοιχοί ποτέ!). Χώρια οι «αναβιώσεις», όπως η μέθοδος Μπαϊρακτάρη για τους κουτσαβάκηδες και ο Νόμος 4000 περί τεντιμποϊσμού (βλ. μήδι 4). Και φυσικά εντυπώθηκε στη λαϊκή συνείδηση. Άλλα γλωσσικά κατάλοιπα του ευγενούς αυτού αθλήματος: αποσβολώνομαι (από την ασβόλη, την καπνιά δηλαδή), για το γάιδαρο καβάλα, (μ)πομπές («τις ξέρουμε τις μπομπές της!»), βγαίνω ασπροπρόσωπος (όχι μουτζουρωμένος), άντε να κουρεύεσαι, προπηλακίζω (ρίχνω λάσπες), θα σε συγυρίσω (περιφέρω στους δρόμους για διασυρμό), γίνομαι βούκινο (από τους σαλπιγκτές που προπορεύονταν της πομπής), του κρέμασαν κουδούνια.

Ειδικές χρήσεις της μούντζας στη νεοελληνική πραγματικότητα:

1. Στο τιμόνι.
Επειδή, ως γνωστόν, ο κλασικός ο μαλάκας ο Έλληνας οδηγός είναι ευέξαπτος ανάθεμά τονε, και επειδή, ως γνωστόν, όλοι οι άλλοι οδηγοί στο δρόμο είναι σούργελα και μόνο αυτός ξέρει να οδηγεί, και επειδή όταν κατεβάζει καντήλια μέσα απ’ τ’ αμάξι παίζει να μην τον ακούνε απ’ έξω οπότε τζάμπα γκαρίζει, λογικό είναι να καταφεύγει στη χειρονομία. Τι πιο άμεσος τρόπος έκφρασης και ιδού πεδίον δόξης λαμπρόν για τον μουντζώνοντα: οι μούντζες που φεύγουν προς πάσα κατεύθυνση στους ελληνικούς δρόμους είναι συντριπτικά περισσότερες απ’ όλες τις υπόλοιπες μαζί, σε όλη την επικράτεια και για οποιονδήποτε άλλο λόγο.

Βγήκε ο απέναντι απ’ το κόκκινο και σ’ έκοψε; Πάτησε ο μπροστά φρένο απότομα; Πήγε ο αριστερά να μπει στη λωρίδα σου χωρίς φλας; Σου πετάχτηκε η γιαγιά-νίντζα στο δρόμο, να τη φας και να την πληρώνεις για άνθρωπο; Έχεις μπροστά σου το μπάρμπα-Μπρίλιο καρφωμένο στην αριστερή λωρίδα με 35 χλμ/ώρα; Πήγαν να σου κάνουν προσπέραση από δεξιά; Σου φάγανε μπαμπέσικα τη θέση για παρκάρισμα; Μουντζώνεις!

Αλλά και: Έχουν περάσει ήδη 0,018 μsec από τότε που άναψε πράσινο κι ακόμα να ξεκινήσει ο μπροστινός; Τη βγήκες από στοπ στον ταλαίπωρο κι αυτός (ο ηλίθιος!) κορνάρει; Έχεις σε απόσταση βολής γυναίκα οδηγό; (Δεν είναι ανάγκη να κάνει κάτι μεμπτό, αρκεί που είναι γυναίκα οδηγός, δηλαδή κότα). Έχεις σε απόσταση βολής ποδηλάτη; (Δεν είναι ανάγκη να κάνει κάτι μεμπτό, αρκεί που είναι ποδηλάτης, δηλαδή αδερφή). Είσαι στην εθνική με 120 χλμ όριο ταχύτητας και ο βλαξ στην αριστερή λωρίδα πάει μόνο με 160, ενώ η δική σου η μηχανή μουγκρίζει και θέλει γκάζια; Περνάει πεζός από διάβαση; Περνάει πεζός από πεζοφάναρο; Πάτησες πεζό; Τράκαρες και φταις εσύ; Μουντζώνεις! Έτσι εκφράζεται ο άντρας ο σωστός ο πρόστυχος! (Κατηγορία που σαφώς περιλαμβάνει και γυναίκες βέβαια...) Βλ. παρ. 7, μήδι 5.

2. Προς απόντα. Ίσως οι πιο εμβληματικές μούντζες στην τέχνη της νεότερης Ελλάδας να είναι τα 4.836 (κατά προσέγγιση) φάσκελα που πέφτουν στο «Υπάρχει και φιλότιμο» (βλ. μήδι 6), και σχεδόν όλα φεύγουν στον αέρα, προς έναν απόντα, υποτίθεται, βουλευτή Μαυρογιαλούρο. Το καλό με τη μούντζα είναι ότι δε χρειάζεται να έχεις μπροστά σου το θύμα. Τη ρίχνεις στον αέρα (πλάγια, προς τα πίσω, «κάπου προς τα κει» και βασικά τυχαία) και ξεσπάς και ξεμπερδεύεις.

3. Προς αντικείμενο.
Μιας και μουντζώνουμε ό,τι μας εκνευρίζει, πολλά φάσκελα τρώνε και τα αντικείμενα, κυρίως μηχανήματα που χαλάνε, μαραφέτια που δε δουλεύουν, ξυπνητήρια που δουλεύουν (που να μην έσωναν) και υπολογιστές που κρασάρουν. Βλ. παρ. 8.

4. Προς θεσμό.
Πολλές μούντζες φεύγουν στον αέρα για να δηλώσουν περιφρόνηση προς κάποιο θεσμό (αλλά και οργανισμό, κόμμα, νομικό πρόσωπο, εκπαιδευτικό ή άλλο ίδρυμα κλπ). Για παράδειγμα, όταν τα πλήθη μουντζώνουν εν χορώ τη Βουλή των Ελλήνων (βλ. μήδι 7) ή την Αμερικανική Πρεσβεία ή τη ΔΟΥ της γειτονιάς τους, είναι σαφές ότι οι τα φάσκελα πάνε προς το θεσμό που συμβολίζουν τα εν λόγω κτίρια - ή ενδεχομένως τη διαφθορά που πάει πακέτο με δαύτονα - και όχι στα ντουβάρια per se.

5. Αυτοφασκέλωμα.
Η αυτοκριτική και ο αυτοσαρκασμός είναι μεγάλο πράμα. Όταν έχεις κάνει μαλακία και το παραδέχεσαι (βλ. παρ. 9), όταν έχεις τσαντιστεί με την πάρτη σου, όταν νιώθεις αφόρητα μαλάκας, ρίχνεις ένα μεγαλοπρεπές φάσκελο στη μούρη σου. Και είσαι κύριος.

Η άχρηστη πληροφορία της ημέρας: Στα ρουμάνικα, η μούντζα λέγεται tiflă και βγαίνει βέβαια από την τύφλα.

Υ.Γ. Να μη συγχέεται με τον μουτζαχεντίν, το μουτζό και τα παράγωγά του (αν και, κατά Πετρόπουλο, κι αυτό απ' τη μούντζα βγαίνει) και το facepalm (βλ. μήδι 8.)

Η μούντζα στο λόγο:

  1. - Και τότε, κυρία, ο Γιαννάκης με είπε στόκο και του 'ριξα κι εγώ μια μούντζα και μου 'κανε κωλοδάχτυλο και κάτι του είπα για τη μάνα του, ε, και πλακωθήκαμε.

  2. - Με μουντζώσανε σήμερα, ρε Βαγγέλη. Χάλασε τ' αμάξι, λεωφορεία στο δρόμο μου δεν πέρναγαν γιατί κάναν έργα, το μετρό δεν κουνιόταν γιατί κάποιος φούνταρε στις γραμμές, ταξί δεν είχε λόγω απεργίας, η πιπεριά γαμήθηκε...

  3. - Ρε συ, πώς γράφεται αυτός ο Χοφστάντερ-πώς-τον-είπες; Γιατί πάω να τον γκουγκλάρω και τρώω μούντζες απ' το ψαχτήρι.

  4. - Έφτασα μια ανάσα πριν το πτυχίο, και φρίκαρα. Ξυπνάω μια μέρα και λέω «δε θέλω, γαμώ την πουτάνα μου, να γίνω δικηγόρος, οι γονείς μου θέλουνε». Και τα μούντζωσα όλα, πήρα δάνειο κι άνοιξα μπαράκι. Δε βγάζω πολλά, αλλά δεν μπαίνω και μέσα, περνάω και καλά. Να κεράσω σφηνάκια;

Η μούντζα επί τω έργω:

  1. - Αρχίδι! Σκατόπουστα! Γαμώ το σπίτι σου μέσα, κερατά!
    - ΝΑ ρε μαλάκα! Άντε χάσου από μπροστά μου μη σε γαμήσω με αμμοχάλικο νυχτιάτικα!

  2. - Ωχ! Τα γυαλιά μου! Πού πήγαν τα γυαλιά μου; Έχασα τα γυαλιά μου!
    - Παρ' τα μη στα χρωστάω! Τα φοράς, ηλίθιε.

  3. - Όρσε, μαλάκα! Πώς βγαίνεις έτσι απ' το στοπ, κύριος; Θες να μας σκοτώσεις; Νύχτα το πήρες το δίπλωμα; ΝΑ! γαμώ την πανακόλα σου, πούστη άντρα, το μουνί που σε πέταγε...
    (συνεχίζει να βρίζει για κάνα πεντάλεπτο)

  4. - Λοιπόν, έχω ξαναπεράσει Windows, έχω ξαναεγκαταστήσει όλα τα προγράμματα, έχω βάλει διπλάσια μνήμη και καινούργια κάρτα οθόνης. Δεν μπορεί, θα το τρέξει τώρα το παιχνίδι.
    (δέκα δευτερόλεπτα αργότερα)
    - ΝΑ μωρή μαλακία, που θα μου πεις εμένα «an unexpected error occurred»!

  5. - Ρε συ, τι έχεις κάνει εδώ;
    - Τι;
    - Έχεις πατσάρει λάθος αρχείο, να, κοίτα, αυτό είναι για την προηγούμενη έκδοση. Και μετά απορείς που δεν τρέχει το παιχνίδι.
    - Ε, είμαι μαλάκας.
    (μουντζώνεται)

Ο Λένιν μουτζώνει την Τυφλίδα... (από HODJAS, 22/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Pirate Jenny

ΟΚ, υπερβολή. Κάπου παρασύρθηκα. :Ρ
Συγγνώμη και για τα bold, αλλά νομίζω ότι δε διαβάζεται αλλιώς, με τίποτα όμως. Άμα θέλετε βέβαια, τα βγάζετε. Ξια σας. :)

Αν αντέχετε, διαβάστε ακόμα:
«Βασανιστήρια και εξουσία» του Κυριάκου Σιμόπουλου, σελ. 255 κ.εξ. (απ’ όπου οι παραθέσεις), «Μπαουντολίνο» του Ουμπέρτο Έκο (που ξαναγράφει τη γλαφυρή περιγραφή του Νικήτα Χωνιάτη για τη διαπόμπευση και το φρικτό θάνατο του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Κομνηνού, το 1185. Σπλατεριά, όχι αστεία...)

#2
Pirate Jenny

Α, σκεφτόμουν να το βάλω στον ορισμό, αλλά λέω γάμα το, πολύ πάει το σεντόνι, άσε δε που μου λείπουν μερικές πληροφορίες. (Και βασικά, αυτό το λήμμα είναι για wiki φάση.) Λοιπόν:

Οι ανοιχτές παλάμες στον παγκόσμιο πολιτισμό:

Στον αραβικό κόσμο, η ανοιχτή παλάμη είχε αποτροπαϊκό χαρακτήρα. Τα «χεράκια της Φατιμά» (κατά την ορολογία της Μαρίας Ιορδανίδου, που τα πέτυχε στην Αλεξάνδρεια) ήταν κάτι μαύρες μούντζες που ζωγράφιζαν (προφανώς με το χέρι βουτηγμένο σε μπογιά) στα ντουβάρια κτιρίων που ήθελαν να προστατέψουν απ’ τη γρουσουζιά και το κακό το μάτι. Κάτι ανάλογο αναφέρεται για τα πορνεία της Ισταμπούλ, υποτίθεται προσβλητικά (σαν τη μούντζα που ξέρουμε), αλλά προσωπικά θεωρώ πιθανότερο να ήταν κι εδώ για το κακό μάτι.

Η μούντζα ως προσβλητική χειρονομία κυκλοφορεί επίσης στο Πακιστάν και στον Περσικό Κόλπο (έτσι αόριστα το λέει η wikipedia, έτσι το λέω κι εγώ), αλλά και στη Ρουμανία - ίσως και γενικότερα στα Βαλκάνια; Ξέρει κανείς;

Στο δυτικό κόσμο η ανοιχτή παλάμη δεν έχει καμιά αρνητική σημασία, και χρησιμοποιείται για απλό χαιρετισμό, για να δείξει «σταμάτα», για χορευτική φιγούρα (βλ. jazz hands, μήδι 8), για logo των θρυλικών Mano Negra (μήδι 9)...

#3
allivegp

Υπέροχο.

#4
HODJAS

Χορταστικό!!!
Δεν μπορώ να φανταστώ πιο πλήρη ορισμό :-)

#5
xeskist

Απίστευτο.

Και ναι, να μην βγουν τα bold παρακαλώ.

#6
johnblack

Ατύχησες φίλε μου, οι μοντς έχουν αποφανθεί πως τα μπολντ είναι κραυγαλέα, σαν να φωνάζει αυτός που γράφει το κείμενο και να σου υποδεικνύει εκβιαστικά που πρέπει να πέσει η προσοχή σου...

#7
allivegp

Χότζαμ, πιστεύω ότι με την Πειρατίνα θα κάνατε ένα αχτύπητο δίδυμο, σλανγκικώς εννοώ, αν αποφασίζατε να συνεργαστείτε πάνω σε ορισμούς λημμάτων. Κυριολεκτικά οι ορισμοί σας δεν υπάρχουν.

#8
allivegp

Καμιά φορά, στην μούντζα σε απόντα (κατάταξη 2 του ορισμού), μετά το «ΝΑ!» συμπληρώνουμε in sotto voce «Μακριά από τις Εκκλησίες»

#9
Khan

Μπράβο, μπράβο, μπράβο! Το καλοκαίρι που είναι πιο ευχερές υπάρχει και η ποδομούντζα, οπότε δίνεις μούντζα με 20 δάκτυλα.

#10
jesus

ιστορία απ' το χωριό της μάνας μου, λευκάδα. τύπος του λύνεται ο γάιδαρος κ αντί να αρχίσει να τον ψάχνει πέφτει τ'ανάσκελα καταής κ αρχίζει κ μουτζώνει προς τα πάνω με χέρια κ με πόδια, χώρια οι κατάρες. θεός;

#11
Khan

Μουτζόθεος και βάλε!

@ Τζόνι, πρέπει να αντιδράσουμε τώρα που είναι καιρός. Αν αφήσουμε να πνιγεί η φωνή μας, μεθαύριο οι μόντουλες είναι ικανοί να μας κόψουν και τα ιτάλικς!

@ Άγνωστος κατωποντοδότης. Γιατί έρριξες αυτόν τον υπερτέλειο ορισμό;

#12
electron

εμείς στηρίζουμε την υποψηφιότητα σας για επόμενοι μοντ.
τζόνι και κχαν

#13
jesus

(μην ασχολείσαι, κχαν, το παιχνιδάκι του πάει προς κατάργηση.)

#14
vikar

Ρε Πειρατίνα, πλάκα μας κάνεις; Είπαμε να επανέρθεις δριμύτερη, αλλα εσύ το πάς ορισμό και λέβελ. Εξαιρετική, τα σέβη μου.

Για την ιστορία με τα μπόλντ. Παίζουν δύο πράγματα εδωπέρα, η καλαισθησία και ένας κανόνας καταχώρισης (άγραφος ας πούμε). Για το πρώτο, δέν μπορώ να πώ οτι δέχομαι την άποψη «γούστο και καπέλο μου»· το να χρησιμοποιείς παχιά στοιχεία για έμφαση άκριτα, είναι έτσι απλά φτηνή και κίτς λύση για κάποιον που ασχολείται συστηματικά με κείμενα. Τα έντονα θέλουν πολύ μέτρο.

Γενικά η τυπογραφική έμφαση θέλει μέτρο, πρέπει να καταφεύγεις σ' αυτήν μόνο όταν δέν μπορείς να δώσεις έμφαση οργανικά μέσα 'πο το κείμενο, δηλαδή τη σύνταξη, τη στίξη, το λεξιλόγιο και τέτοια. Συχνά καταλαβαίνει κανείς την ποιότητα ενός κειμένου κοιτώντας απλά πόσα τέτοια τυπογραφικά τερτίπια έχει εφαρμόσει ο συντάκτης για να δώσει έμφαση (πλάγια, αραιά, παχιά, έγχρωμα, διαφορετικής γραμματοσειράς...): η τυπογραφία, όπως θά 'πρεπε, αντανακλά φυσικά το περιεχόμενο του κειμένου όσο υποψιασμένος ή ανυποψίαστος κι' αν είσαι.

Για το δεύτερο. Επειδή το σάιτ έχει κυρίως λεξικολογικό χαρακτήρα, υπάρχει η τάση (μάλιστα, ομολογημένη και αρκετά συμφωνημένη μεταξύ των συντονιστών), ο οριζόμενος όρος ενός λήμματος να εμφαίνεται στον ορισμό και τα παραδείγματα (συγκρίνετε την πρακτική στα τυπικά λεξικά να χρησιμοποιείται ο χαρακτήρας ~ για τον οριζόμενο όρο), ειδικά όταν αυτά είναι εκτενή.

Τώρα, άλλοι συντονιστές λένε παχιά, άλλοι λένε πλάγια ξερω 'γώ. Εντάξει. Πάντως, ότι και να χρησιμοποιείται, παίζει ακριβώς αυτόν το ρόλο υποτίθεται, οτι δηλαδή καθιστά σαφές κάθε φορά οτι η λέξη είναι ο οριζόμενος όρος, πράγμα που μου φαίνεται όντως χρήσιμο σε μεγάλα κείμενα --λειτουργεί σε φάση «μή ξεχνιόμαστε».

#15
vikar

Να το διευκρινίσω και λίγο παραπάνω το τελευταίο περι άγραφου κανόνα έμφασης του οριζόμενου όρου. Προσωπικά προτιμώ (εννοείται) τα πλάγια για έμφαση επειδή είναι όντως πολύ λιγότερο κραυγαλέα απο τα παχιά. Αυτό όμως, όπως είναι τώρα το σύστημα, μπορεί να γίνει μόνο στο κείμενο του ορισμού, αλλα όχι στα παραδείγματα που είναι ήδη πλαγιογραμμένα, και αναγκαστικά ας πούμε θα χρησιμοποιήσεις μπόλντ. Εμένα δέν μ' ενοχλεί αυτή η ασυνέπεια μεταξύ ορισμού και παραδειγμάτων (στο μέν να βάζεις πλάγια στα δέ παχιά), αλλα άλλους ίσως ναί. Το συζητάμε αυτό τελοσπάντων.

#16
Pirate Jenny

ΚΤΤΜΓ:

Συμφωνώ (επί της αρχής) ότι τα πολλά bold, italics κλπ φτωχαίνουν το κείμενο. Ωστόσο, νομίζω ότι αυτό ισχύει μόνο για το σώμα του κειμένου: οι επικεφαλίδες εξαιρούνται.

Προέλευση, ετυμολογία, συνώνυμα/αντώνυμα (τα στανταράκια) αλλά και ό,τι μας κάτσει να συμπεριλάβουμε ως ξεχωριστή κατηγορία μέσα στον ορισμό, κατ' εμέ καλό είναι να μπαίνει σε μπολντ. (Η επικεφαλίδα εννοώ, όχι ολόκληρο. :Ρ)

Επειδή ακριβώς το σλανγκ τελεία τζι αρ είναι ένα λεξικό που τρελάθηκε και το 'ριξε στο τραγούδι, θέλω να πω, επειδή έχει ένα φόρτωμα μικρούς ορισμούς ως όφειλε, αλλά έχει και ένα κάρο κατεβατά που ο καθένας γράφει το μακρύ του και το κοντό του, καλό είναι αυτά να διαχωρίζονται με μια ματιά. Αν θέλω να μάθω τι σημαίνει μια λέξη ή μια έκφραση, πρέπει να μου αρκούν οι πρώτες μια-δυο προτάσεις. Οι σάλτσες είναι προαιρετικές, και καλό είναι να φαίνεται με το πρώτο πού ξεκινάνε και πώς είναι δομημένες.

Τουλάχιστον όταν μιλάμε για τεράστια διπλοσέντονα (γκχμ). Σε μικρά κείμενα, μπορεί και να μη χρειάζεται καθόλου. (Βέβαια καταλαβαίνω απόλυτα την ανάγκη για ομοιομορφία layout στο site, άσχετα αν ο ορισμός είναι 5 λέξεις ή πέντε παράγραφοι).

#17
allivegp

Πω ρε πστ με τί ασχολείστε, εδώ υπάρχει ένας ορισμός που δεν χορταίνεις να τον διαβάζεις!

#18
Khan

Μια που τό χεις με τα σεντόνια, δεν ορίζεις και το γαμώτο ;

#19
Galadriel

Ο ορισμός είναι πολύ καλογραμμένος, η Τζένη έχει ένα σημείο περί γραμματοσειρών. Προσώπικλυ μετά την κεφαλίδα «ειδικές χρήσεις» δεν θα τα έβαζα μπολντ (έχει φανεί ότι τα ιτάλιξ δουλεύουν καλύτερα όπως και στο πάνω μέρος του ορισμού) αλλά ναι, είναι σεντόνι και δεν βγαίνει μάτι. Κι άσε εσύ γνωστέ άγνωστε που καραδοκείς na δηλητηριάσεις τα πλήθη :P

#20
aias.ath

Τζέννη, μή μασᾶς! Καὶ μὲ μπὸλντ καὶ μὲ ξεμπόλντ, ἔσκισες! Σπανίως ἐμφανίζεται τέτοια πληρότης.

Σὲ τέτοιου εἴδους μεγάλα κείμενα, καὶ μάλιστα σὲ «περιβάλλον» διαδικτυακὸ (μὲ τὴν εἰδικὴ ψυχολογία του), ἡ χρῆσι ἐντόνων χαρακτήρων εἶναι ἀπαραίτητη, καὶ μὲ τὸ σκεπτικὸ αὐτό, τοὺς χρησιμοποιῶ καὶ ἐγώ.

#21
Pirate Jenny

Ναι, εντάξει, δε θα πεθάνουμε για τα μπολντ. Το βασικό είναι να διαβάζεται. :)

Χάρηκα που σας άρεσε (στους περισσότερους, τουλάχιστον). Αναρωτιόμουν μήπως παραείναι μεγάλο και ανοικονόμητο και «αυτό δεν είναι ορισμός, είναι ο Κθούλου αυτοπροσώπως» και τέλος πάντων καταλήξουμε σε tl,dr; (= too long, didn't read).

Khan, το γαμώτο δεν το αναλαμβάνω, είναι τρομακτικό. Δεν ξέρω από πού να το πρωτοπιάσω. Όποιος θέλει, το αρπάζει και το ξεκοκαλίζει.

Και τέλος, να ξαναρωτήσω: Ξέρει κανείς αν μουντζώνουνε και αλλού στα Βαλκάνια; Τεράστια απορία το 'χω...

#22
Khan

Πρέπει να το τσεκάρω μήπως υπάρχει στην Ρουμούνια, πάντως στις άλλες βαλκανικές χώρες δεν το έχω συναντήσει.

Παρεμπιπτόντως, οι αλλοδαποί που έρχονται στην Ελλάδα έχουν σοβαρό πρόβλημα να μάθουν να κάνουν σωστά την μούντζα. Οι κινήσεις τους έχουν υπερβολική σπαστικότητα, ενώ ο Έλληνας σηκώνει και εκτείνει το χέρι του πολύ απαλά, χαλαρά, αρχοντικά, χαριτωμένα πριν την τελική καθαυτό έκταση της μούτζας. Το να μην κάνει την μούτζα σπαστικά είναι από τα σοβαρότερα κριτήρια της αφομοίωσης ενός αλλοδαπού στην ελληνική κοινωνία.

Το γαμώτο στο πρότεινα, επειδή βλέπω ότι είσαι από τους λίγους Σλάνγκους/ες που έχουν την επιμονή για έναν βαρβάτο ολοκληρωμένο ορισμό που να πιάνει χρήσεις, προελεύσεις κ.ο.κ.

#23
Khan

#24
betatzis

Ω ρε μάγκα μου, η πειρατίνα έκανε γιουρούσι και πήρε όλα τα σκαλπ για πάρτη της. Σεβασμός απεριόριστος. Ορισμός απόλαυση.

#25
xalikoutis

Σπεκτρουμ! Μια ακόμα εμβληματική μούτζα είναι η μούτζα προς την τηλεόραση, αγαπημένο σπορ των περήφανων γηρατειών, χειρονομία που συνθέτει τα 3 τελευταία υποείδη που επιμέρισες (απόντα, θεσμό, αντικείμενο).

#26
Khan

Αρχιμήδης!

#27
PUNKELISD

Δεν έχω λόγια...
...όχι, πραγματικά δεν έχω λόγια!

(αλλά ρε πστ μου τι γίνεται; δεκάρω και αντί η βαθμολογία να μένει στο 5 πάει 4,5! γιατί; είναι άδικο! παίζει τίποτα με τον αλγόριθμο;)

#28
electron

να βλέπεις την επί τοις εκατό βαθμολογία (δεξιά των άστρων), τα άστρα από την αρχαιότητα ψεύδονται, όπως και οι αστρολόγοι....

#29
PUNKELISD

οκ! 'στω για την πληροφορία!

#30
allivegp

Για κάποιον που είναι πολύ γκαντέμης, λέμε ότι «γεννήθηκε μουτζωμένος».

#31
Μιτζνούρ

Έρχομαι τελευταίος και καταϊδρωμένος να πω....
ότι μπορεί όλα τα περί μούντζας να μην ήταν ορισμός,
αλλά ήταν καλή, σωστή, εμπεριστατωμένη δουλειά και πραγματική αποθησαύριση. Εδώ λέγονται τόσα και τόσα χαλαρά. Το περιεχόμενο να μένει.
Το ''Λεξικό των Σλαγκ Όρων της Ελληνικής'' θα βγει από το site, αλλά το site δεν είναι 'Λεξικό των Σλαγκ Όρων της Ελληνικής'', αλλά χώρος καλλιέργειας και μην το γελάτε.
Φιλιά σε όλους.

#32
allivegp

Λεώνικε, όπως φαίνεται, μετά το πονηρό, εντρυφούμε και στα ιερά σλανγκικά κείμενα της πειρατίνας. Έχω ένα κλου για σένα: athensasitreallyis.