Χρησιμοποιείται στη φράση «θα σου αλλάξω τον Ανανία» ή «μου άλλαξε τον Ανανία», με την έννοια «θα σου αλλάξω τα φώτα / τα πετρέλαια κ.λπ.» (στο κεφαλληνιακό ιδίωμα).

- Ήρτε κειος ο Σπυράγγελος και ζήταε δανεικά.
- Τώδωκες;
- Ωρέ του άλλαξα τον Ανανία, που θα τώδινα κι από πάνω...

(από Khan, 05/10/11)(από GATZMAN, 05/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Khan

Δες εδώ. Είναι πιθανό να πρόκειται για λογοκρισία του αλλάζω την Παναγία. Μαρτυρείται σε σατιρικό τροπάριο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη.

#2
GATZMAN

Στο μήδι πέραν από τον ανανία μου, ακούγεται και το: μην ανανίζεσαι, παραπέμποντας και στο να μη μαλακίζεσαι (αυνανίζεσαι)