Έγινε πουτάνα, πρόστυχη, του δρόμου, του πεζοδρομίου, τσούλα, πόρνη, άσεμνη, κλπ.

Από το τούρκικο meydan = πλατεία.

Συνώνυμα: βγήκε στο κλαρί, κάνει πεζοδρόμιο.

- Έμαθα ότι η κόρη της Αννούλας δουλεύει σε οίκο ανοχής.
- Α, έχει καιρό που βγήκε στο μεϊντάνι. Από τότε που 'μπλεξε με 'κείνον τον αγαπητικό κάτω απ' τ' αυλάκι.

Ο Λουδοβίκος για το μεϊντάνι (από joe909, 14/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Μιτζνούρ

Οι πλατείες είναι στις πόλεις. Οι τούρκοι, ως νομάδες δεν διέθεταν ούτε πλατείες ούτε πόλεις. Οι σχετικές λέξεις, και πολλές άλλες, είναι περσικές. Π.χ. η περσίδα πριγκήπισσα που είναι το κεντρικό πρόσωπο στις Χίλιες και Μία Νύχτες λέγεται Σεχραζάδ - γυναίκα της πόλης, καλλιεργημένη από το shehir πόλη και azade γυναίκα (εξ ου και τα ομώνυμα καλλυντικά).
Νομίζω όμως πως η έκφραση είναι 'βγήκε στο κουρμπέτι' άλλη παρεξηγημένη λέξη για την οποία έχουμε μιλήσει

#2
HODJAS

Στος ο Μιτζ. Μπάει δε γουέει, η σημασία που δίνει ο ορισμός, είναι ειδικότερη της ορίτζιναλ έκφρασης «βγαίνω στο μεϊντάνι» = βγαίνω έξω στον κόσμο, που έχει πολλές σημασίες όχι απαραίτητα αρνητικές π.χ. πάω βόλτα, βγαίνω στην αγορά, στην βιοπάλη, μαθαίνω τη ζωή, παίρνω τους δρόμους (παραδέρνω) κλπ.
Οι Τούρκοι, όταν έβγαιναν έξω απ' το σπίτι τους, φορούσαν το καλό τους μεϊντανογέλεκο.

#3
patsis

Βλ. και σχόλια της ημετέρας μετριότητος εδώ.