Η ακραία μπίχλα στα λευκαδίτικα, και δη το λιπαρό στρώμα σε επιφάνεια. Πιάνει μότσα, πουχού, το μπαρμπρίζ, αλλά για να πιάζει μότσα το αμπαζούρ πρέπει να είσαι μάστορας.

Ο Μότσαρτ σε αυτά τα συμφραζόμενα είναι το συνθετικό αντίστοιχο (100% λύκρα) του μπιχλάντεν. Ο Αζναβούρ δώρο.

φασόν απ' το μποκίνο:
- Κιο τί 'ν' τούτο!!
- Το μποκίνο μ', Μάκ'.
- Μότσα έπιασε, να το καθαρίζ'ς. Δε νιώθ'τε από μουσική, γαμώ τ'ν Αγία μ'...

Μόνζα. (από PUNKELISD, 11/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
allivegp

Να είναι σύμπτωση η πίτσα με mozzarella που μόλις παρήγγειλα;

#2
jesus

μη σου πω τώρα που την έφαγες παραξηγηθούμε...

σοβαρά, πρέπει να έχει ιταλικές ρίζες η λέξη, αλλά νομίζω είχα ρωτήσει φίλους ιταλούς και κάτι γραικούς λοστρόμους κ δεν τους έλεγε τπτ, οπότε αν είναι κάτι θα είναι σε διάλεκτο.

#3
sstteffannoss

Δεν βάζω και το χέρι μου στη ..λάβα της Αίτνας αλλά το ιταλικό moccio (προφέρεται μόοτσο): μύξα προέρχεται απ’ τη λατινική ρίζα mucceus που προέρχεται απ’ το λατινικό mucus κι αυτό από το κλασικό λατινικό mucus (στα Ελληνικά «μύξα»).
Τώρα βέβαια, αν ισχύει, μπορεί κάποιοι να νοιώσουν κάπως. Εγώ ανέκαθεν αναρωτιόμουν πως θα πρέπει να νοιώθουν οι ..βάρβαροι για εμάς όταν πολλές ασθένειες έχουν (ως προς την ονομασία) ελληνική ρίζα.

#4
jesus

ενδιαφέρον, αν κ εμένα ηχητικά μου κάνει να προέρχεται από λέξη με -zz- για τον ήχο του τσ.