Περιφρονητικός χαρακτηρισμός της αυτοηδονιζομένης γυναικός, της βιρτουόζας στο μουνοδάχτυλο. Την φέρουσα δηλαδή σαφρακιασμένο αμνί συνεπεία συστηματικής ψηφιακής επεξεργασίας.

- Μετα τον καρπουζογαμικουλα και την δαχτυλοφαγωμενη μας ξεπεταχτηκε και η δικεφαλομπουκωμενη.

- Από περίεργες βρισιές... δαχτυλοφαγωμένη (το «μαλάκας» για θηλυκές) ψωλοφούκαρο (άρρενες) πεοκρουστης (το μαλάκας πιο κυριλέ) και άλλα όμορφα... δε μούρχονται τώρα οι καλές, θα τις θυμηθώ όμως που θα πάει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified