Αυτός που δεν ξέρει να κάνει τη δουλειά του και το παίζει ειδικός. Κάνει αλχημείες, μπαλώματα, πασαλείμματα, βλέπε και ξυλοσχίστης. Ρεμπέτικη έκφραση σύμφωνα με κάποιες πληροφορίες. Την έλεγαν για όποιον έκανε φάλτσα σε κάποιο μουσικό όργανο.

Μου το γάμησες το τραγούδι στα λάθη. Φύγε απο δω ρε καλαμπόρτσο, θα μου το κλείσεις το γκρουπ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Cunning Linguist

Κορυφαία λέξη! Έχω γράψει κι ένα ομώνυμο τραγουδάκι (καλαμπόρτζικο ασφαλώς!) :)

#2
Γιώργος Ζάκκης

Αγνώστου προελεύσεως λέξη, αλλά ισχυρίζομαι ότι απαντάται εις την διάλεκτο των Ρόμα, ήτοι Γύφτικην, όπου «καλαμπόρτζος» σημαίνει μαλάξ.

#3
iron

μήπως σχετίζεται με τον «καλαμπουρτζή» (με την έννοια του γελωτοποιού > τζουτζέ > καραγκιόζη > μαλάκα;

#4
Γιώργος Ζάκκης

Ενδεχομένως, αλλά δε γιγνώσκω εάν οι Ρόμα κάμουν χρήσιν τοιαύτης λέξεως (καλαμπουρτζής ή καλαμπούρι).

#5
Επισκέπτης

συνανταται και ως καλαπορτσης η καλαπορτσας (χωρις το μι δηλαδη)

#6
Fotis Nitsiopoulos

γκράντε μαέστρο καλαμπόρτζο , στο γκρέκο μασκαρά του Μηλιώκα