Πέτσινος, ψεύτικος.
- Αβαβά πέναλτυ έδωσε...
Ο κακός εραστής.
- Είδα κι έπαθα μέχρι να μου τον βάλει ο αερογάμης!
Got a better definition? Add it!
Αυτός που δεν προλαβαίνει να χύσει έξω.
- Γιατι εχει τα αυτιά κατεβασμένα ο Τάκης;
- Άσε άσε, τρεχει αεροπατερας, με τα τεστ εγκυμοσύνης είναι η γκόμενά του...
Got a better definition? Add it!
Βλ. και σιχτίρι, σιχτίρια, άι σιχτίρ κι εσύ κι ο γρύλος σου. Σχετικά: σιχτίρ πιλάφι, σιχτίρια
Got a better definition? Add it!
Εσώρουχο τύπου μινέρβα.
- Της βγάζω τα ρούχα και φορούσε αλεξίπτωτο λες και ήταν λοκατζής!
Got a better definition? Add it!
«Μπακάλης που δεν έχει δουλειά, ζυγίζει τα @@ του.»
- Τι λέει; Πώς πάνε οι δουλειές;
- Άσε, αλλιάκ μπακάλ τασιακλαρούμ καντάρ...
Got a better definition? Add it!
Οι συζητήσεις που γίνονται εν ώρα κρασοκατάνυξης.
Δεν το πάω αυτό το κουμούνι, μόλις πιει ξεκινά την αμπελοφιλοσοφία.
Got a better definition? Add it!
Χάπι για όποιον δεν την παλεύει.
- Μαλάκα έχω 10 μέρες μέσα, γάμησε τα...
- Πάνε στα ιατρεία και πάρε κάνα αντιπαλεβόν.
Got a better definition? Add it!
Αράζω.
- Τι θα κάνεις απόψε;
- Λέω να απλωθώ σαν χταπόδι...
Got a better definition? Add it!
Τσιγάρα τρακαδόρων (από το απ' όλων).
- Πάλι δεν έχεις τσιγάρα;
- Έχω απόλλων!
Got a better definition? Add it!