Ο γέρος άνθρωπος, το χούφταλο.

- Με τό' να πόδι στον τάφο το κούγιαβλο και μας έφαγε τη γκόμενα. Έρημη αφραγκία!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αισχρολόγος, αγενής, βάρβαρος, κακότροπος.
Αρσίζα, η
Αρσίζικο, το

Την έσπασε στο ξύλο τη γυναίκα του ο αρσίζης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ελαφρόμυαλη, η χαζή ξανθιά των ανεκδότων.

Ποιος την υπολογίζει νομίζεις το λαφρογιόρτι; Μόνο να κουκουνίζεταιp ξέρει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που επιδιώκει να βρει ευκαιρία να εκμεταλλευθεί.

Ο τύπος κυκλοφορεί στην πιάτσα και αλλοίμονο στα κοριτσάκια τέτοιος αβανταδόρος που είναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ακατοίκητο κεφάλι: μτφ. ο ανόητος, ο κουφιοκέφαλος.

Εμ τό 'χει ακατοίκητο (χτυπάς ρυθμικά στον κρόταφο τον δείκτη του χεριού), τι περιμένεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φλώρος: το παιδί της μαμάς, το μοσχαναθρεμμένο. Φλωρούμπας: ο φλώρος σε υπερθετικό βαθμό.

Πού να ξέρει καλέ τούτος ο φλώρος από γκομενοδουλειές;

Το πτηνό φλώρος. Ετυμολογείται από δώθε ο φλωρούμπας ή ου; (από Khan, 04/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτή που ασχολείται να λέει τα μελλούμενα (φλυτζανού, χαρτορίχτρα κ.λ.π.).

Μάζεψε όλη τη γειτονιά η φαλτζού να τους πει την τύχη τους. Κοίτα μωρέ τι δημοφιλείς τύποι υπάρχουνε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έγινε ακριβώς ό,τι δεν θέλαμε να γίνει και τώρα βρισκόμαστε μπροστά στο ανεπιθύμητο αποτέλεσμα.
Συνώνυμα: ήρθε κι έδεσε, τώρα μάλιστα!, τη βάψαμε!

Το ξέρασες; Μα εγώ μυστικό στο είπα βρε βλογημένε. Ωχ! σία κι αράξαμε...

(από Khan, 08/08/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συμπληρώθηκε το αποτέλεσμα, που ούτως ή άλλως δεν μας ευνοούσε. Όπως λέμε ότι μια πράξη είναι το «κερασάκι στην τούρτα».

(Παθών:) - Πήγα τη νύχτα νομίζοντας ότι είναι μόνη της. Έρχεται ο θειος της ξαφνικά. Στο καπάκι νάτη κι η μανούλααα! (Συνομιλητής:) - Ωχ! Μάλιστα! Ήρθε κι έδεσε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλα λέει ο ένας και άλλα καταλαβαίνει ο άλλος, είτε γιατί είναι βλάκας είτε γιατί είναι αφηρημένος.

Μάνα: - Κοίτα! Μαύρισε ο ουρανός. Έρχεται μπόρα.
Κόρη: - Εντάξει ρε μάνα. Τό 'σπασα το ποτήρι. Τί να κάνουμε τώρα;
Μάνα ή τρίτος συνομιλητής: - Άιντέεε! τρία πουλάκια κάθονται...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified