H μικρή όμορφη κοπέλα που τον παίρνει.

- Για δες την Κατερινούλα, πουτανοκαυλίτσα έγινε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που είναι πολύ καυλωμένος.

Ώπα ρε τρίκαυλε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε όταν κάποιος κάθεται απλωμένος.

- Ρε Τάσο, πλατυποδία στ' αρχίδια έχεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το άτομο που έχει γίνει λιώμα στο μεθύσι.

Ο Γιώργης έγινε κουρούμπελο απόψε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified