Διαλέγω κάτι με μεγάλη λεπτομέρεια, δίνοντας τόση σημασία ωσάν να επέλεγα γαμπρό. Λέγεται στη Λάρισα.

- Το πιάνο μας, παρότι δεν είναι κάποια γνωστή μάρκα, το γαμπροδιάλεξε ο πατέρας σας. Έχει τον ήχο ενός kawai και το έπιπλο είναι εξαιρετικής ποιότητας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το υγρό μέσα στο οποίο συντηρείται η φέτα (τυρί) και λέγεται πού αλλού; Στη Λάρ'σα!

- Θεία, τί να την κάνω 5 κιλά φέτα που μου έφερες; Θα μου χαλάσει.
- Βάλ' το στο γάρο κορτσούλι μ'!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιρρηματικός προσδιορισμός που δηλώνει την αδυναμία κάποιου, μεγάλου συχνά σε ηλικία ανθρώπου, να περπατήσει. Η παραγωγή του παραπέμπει στο κούτσα κούτσα, με διπλασιασμό της καταληκτικής συλλαβής και μετατροπή του ψιλού συμφώνου κ σε γκ για εμφαντικούς λόγους.

Συνώνυμο: κουτσαίνοντας.

- Και καθώς πήγαινε, γκούτσατσα γκούτσατσα η γριά στην εκκλησία, παραπατάει και... πάρ' την κάτω!
- Εμ, ο γέρος ή από πέσιμο θα πάει ή από χέσιμο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

α) Έχω το ψώνιο, έχω την τρέλα με κάτι που ασχολούμαι.
β) Έχω την προδιάθεση.

  1. - Όλοι το περίμεναν να γίνει ηθοποιός η Μαιρούλα. Εμ, την είχε τη μέντα από μικρή, δεν είχε αφήσει παράσταση για παράσταση που να μην παίξει στο δημοτικό.

  2. - Ο Πάνος μου είπε ότι στο στρατό έγινε γκέι, που είχε έλλειψη από γκόμενες. - Ναι, καλά, άμα ήταν έτσι όλοι θα γίνονταν. Αυτός την είχε τη μέντα από πριν...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιφώνημα που δηλώνει την έκπληξη του αναφωνούντος Λαρισαίου! Έχει την έννοια του: «τί μου λες τώρα;!;», «τί παίχτηκε;;»

- Είναι η πρώτη φορά που παραγγέλνετε Goody's;
- Ναι.
- Θα μας δώσετε αρχικά τη διεύθυνση και το δήμο σας.
- Γιατί πού κάλεσα τώρα; Δεν είσαι Λάρισα εσύ; (πονηρός ο βλάχος)
- Όχι, είναι τηλεφωνικό κέντρο στην Αθήνα για όλη την Ελλάδα.
- Ι χααα!

(από theophano, 04/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λαρισινή παροιμία που λέγεται όταν κάποιος άθελά του αποκαλύπτει μυστικό.

- Άσε, ήμουν σε μεγάλη παρέα και μου ξέφυγε μία.... Τί να κάνω, λέω στο γιο μου:
«Κωστάκη, τί έκανες μπροστά στον ξένο κόσμο;» «Όχι εγώ μπαμπά, εσύ την αμόλησες...»
Κρύψ' και βρόντα δηλαδή...

(από πραγματικό περιστατικό!)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κουβεντούλα, κους κους, κουτσομπολιό. Η λέξη είναι πιθανότατα τούρκικης προέλευσης και χρησιμοποιείται ως επί το πλείστον στη Λάρισα!

μασλατεύω = κουτσομπολεύω, χαζολογώ.

  1. - Σ'κωθήτε κουρίτσια απ'τς καρέκλες, μου πιάσατε τα μασλάτια! Το πρωί είν' για τς δουλειές, άντε να γίν'τε νοικοκυρές!

  2. (από εδώ)
    «Ο/Η Marianna-A, την April 6, είπε:
    Ελενάκι μου, ελπίζω ότι πέρασες θαύμα, σ'ευχαριστώ, φιλούκια, Μ.
    Αλέκο Αληθώς ο Κύριος, έρχομαι για μασλάτι και καφέ..χιχι»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απλά... τα κοψίδια!

Στη λαρισαϊκή διάλεκτο.

- Θα πάμε Ραψάνη ρε για μπιτζιβίσια; Έχω πεθυμήσει παϊδάκια, κοκορέτσια, τας κεμπάπ και γαρδούμπες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Να μην χαλάσω τη ζαχαρένια μου, να μην στεναχωρεθώ. Το ρήμα αναφέρεται σε καλομαθημένα συνήθως παιδιά ή συζύγους που οι δικοί τους συμπεριφέρονται υπερπροστατευτικά, ώστε να μην χαλαστούν με την καμία.

- Γυναίκα, γιατί πήρες καινούρια παιχνίδια πάλι στο παιδί; Αφού έχουμε ξεμείνει αυτό το μήνα.
- Αφού φώναζε και σκουλήκιαζε έξω από τα Jumbo, τι να κάνω η χριστιανή...
- Ναι, εσύ το ίδιο βιολί, μην τυχόν και τσατσαθεί ο γιόκας σου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αγόρι, το αρσενικό.

Σε εποχές, όχι και πολύ μακρινές, όπου το θηλυκό ήταν βάρος, ενώ το αγόρι η τιμή και το καμάρι της οικογένειας.

Χαρακτηριστική, αν και ακραία, η συμπεριφορά της Φραγκογιαννούς στη νουβέλα του Αλ. Παπαδιαμάντη «Φόνισσα».

- Έχεις άλλα αδελφάκια Μαριώ;
- Ναι θεια, άλλα τρία.
- Π΄διά είναι ή κορίτσια;

Παναγιά μου ένα παιδί version I (από GATZMAN, 17/09/10)Παναγιά μου ένα παιδί version IΙ (για πολύ παιδί) (από GATZMAN, 17/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified