Το υγρό μέσα στο οποίο συντηρείται η φέτα (τυρί) και λέγεται πού αλλού; Στη Λάρ'σα!
- Θεία, τί να την κάνω 5 κιλά φέτα που μου έφερες; Θα μου χαλάσει.
- Βάλ' το στο γάρο κορτσούλι μ'!
Το υγρό μέσα στο οποίο συντηρείται η φέτα (τυρί) και λέγεται πού αλλού; Στη Λάρ'σα!
- Θεία, τί να την κάνω 5 κιλά φέτα που μου έφερες; Θα μου χαλάσει.
- Βάλ' το στο γάρο κορτσούλι μ'!
Got a better definition? Add it!
Το τσιγαριλίκι. Απαντάται και ως γάρο (ουδ.)
- Να στρίψουμε καναν γάρο μπας και σκεφτούμε καλύτερα την υπόθεση;
Got a better definition? Add it!
Γάιδαρος, ο. Τοπικός χαρακτηρισμός από την Κάσο.
Όπως λέει και ένα κασιώτικο παραδοσιακό τραγούδι, «ρίχνω του γάρου άχυρα».
Got a better definition? Add it!
Δες και γάρος στο cySlang.com.
Got a better definition? Add it!
Καρύκευμα με βάση τα εντόσθια ψαριών
Το ψητό ψάρι και ο γάρος είναι του ψωμιού ο χάρος. Το έλεγε ο παππούς μου με καταγωγή από το νησί του Μαρμαρά στην Προποντίδα.
https://www.archaiologia.gr/blog/blogs/ο-αρχαιοελληνικός-γάρος-και-η-ταϊλανδ/ https://el.m.wikipedia.org/wiki/Γάρος_(καρύκευμα)
Got a better definition? Add it!