Εμπνευσμένο (...) αστείο (;) μαθητών που παρακολουθούν μαθημα φυσικής ή φοιτητών στων οποίων τα χωράφια μπαίνει η γαμημένη η τρίτη διάσταση. Ο άξονας των ζεντ ουσιαστικά είναι ένα παλούκι στο οποίο εμείς πάμε να' ουμ' και καθόμαστε απάν και μας μπαίνει στον κώλο. Είναι ένας βιασμός της προσωπικότητας, και όχι μόνο, του ατόμου με τραγικές συνέπειες για την ψυχική του (αν)ισορροπία.Και πονάει ρε γαμώτο μου η τρίτη διάσταση...

-Τι έχασα από αμφιθέατρο πρώτη ώρα;
-Κάτσαμε στον άξονα των ζεντ.
-Περάσατε καλά τουλάστιχον;
-Αρχίσαμε το πάνω κάτω και το στριφογύρισμα και γουστάραμε άγρια.
-Ρισπέκτ.

Βλ. αντίστοιχα: άξονας του z, άξονας των ψ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αντικείμενο το οποίο, ω του θαύματος, βγάζει τα πιο κουφά, τα πιο άκυρα αντικείμενα από μέσα του ανά πάσα στιγμή. Η φράση προέρχεται από τα Μικυμάου, όπου ο συμπαθέστατος εξωγήινος Ήτα-Βήτα είχε ένα απίστευτο σώβρακο (αγνοώ τη μάρκα, κάτι έχω ακούσει για Κάβλιν Κλάνι) που έβγαζε τα κέρατά του από μέσα, πραγματικά οτιδήποτε αλλά πάντα τις κατάλληλες στιγμές, δηλαδή όταν οι ήρωες βρίσκονταν σε κίνδυνο ή είχε σπάσει το νύχι της Μίνι, της Νταίζυ ή της Κλάραμπελ. Μπορεί να εκφράσει εκνευρισμό-αγανάκτηση (βλ. πρώτο παράδειγμα) ή και ικανοποίηση-ευγνωμοσύνη (βλ. δεύτερο παράδειγμα).

  1. Ζευγαράκι βρίσκεται σε ένα πάρκο και κάνει πικ-νικ.
    - Ρε Λίλιαν, ξέχασα να πάρω προσάναμμα. Πώς θα την ανάψω γαμώ το φιόρο του Λεβάντε τη φωτιά;;;
    - Και σού 'πα ρε Νίκο πριν φύγουμε, «Τα πήρες όλα;;;». Σκατά έχεις μες στο κεφάλι σου ρε μωρό μου. Κάτσε, όμως, γιατί νομίζω ότι... (ψάχνει μες στην κτηνότσαντα και βγάζει ένα κουτάκι με προσανάμματα!). Έλα πάρε...
    - (!) Ωραία. Ε, όχι ρε πούστη μου!!! Άφησα και τη σχάρα... Πού θα τις βάλουμε τις μπριζόλες τώρα; (χρούτσου χρούτσου η Λίλιαν βρίσκει στη τσάντα μεταξύ σερβιέτας και τσίχλας μια σχάρα και μένει ο άλλος μαλάκας):
    - Να σε ρωτήσω κάτι ρε γλύκα μου, τσάντα κουβαλάς ή το σώβρακο του Ήτα-Βήτα;;; Ήμαρτον δηλαδή!!!

  2. - Και σκάει, Κώστα, το λάστιχο μες στη μέση του πουθενά, κατεβαίνω να το φτιάξω και τι βλέπω ρε; Γρύλος γιοκ, τον δάνεισα τον Οκτώβρη στον παπάρα το Σάκη και δεν μου τον έφερε! Λέω, λοιπόν στην Νίτσα: «Μωρό μου, βγάλε τα κουλούρια που 'χω στο κάθισμα από πίσω, βγάλε και τις μπανάνες, γιατί μας βλέπω να καθόμαστε για καμιά δεκαετία εδώ πέρα...» . Με ρώτησε, που λες, η Νίτσα, τι έγινε και της λέω τέλος πάντων ότι δεν έχω γρύλο για να αλλάξω το λάστιχο. Και τι κάνει ρε συ...; Βγάζει ένα γρύλο μέσα απ' το νεσεσέρ της!!!! Τον είχε λέει για ώρα ανάγκης!
    - Καλά ρε, νεσεσέρ είχε ή το σώβρακο του Ήτα-Βήτα;!
    - Δεν ξέρω τι λες, αλλά η κοπέλα ξηγήθηκε φιστίκι. Εγώ αυτή θα την παντρευτώ, δεν υπάρχει περίπτωση!
    - Καλά, μην παραλογίζεσαι κιόλας!!!

Ο ΗΤΑ ΒΗΤΑ για όσους δεν γνωρίζουν από καλό Μικυμάου (από Vrastaman, 11/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο που ζει, αισθάνεται και αναπνέει αποκλειστικά για να μαζεύει συσκευές, χωρίς να ενδιαφέρεται στο ελάχιστο αν του είναι χρήσιμες ή όχι. Αποτελείται από την αγγλική λέξη gadget, που σημαίνει συσκευή και την κατάληξη -άκιας (κατά το πρεζάκιας, κοκάκιας, ροκάκιας κλπ). Δείχνει την αγάπη, έως και εμμονή κάποιου για την περισυλλογή χάι τεκ ματζαφλαριών, υπερσύγχρονων μαρκουτσιών και μοντέρνων μαραφετιών (βλ,μπλιμπλίκιτρον). Δεν είναι απαραίτητα αρνητικός χαρακτηρισμός, αλλά δεν κολακεύεσαι κιόλας αν σε πουν έτσι...

- Καλά Κώστα, τι να σου λέω κολλητέ... Βρήκα ένα απίστευτο ανακατευτήρι στη Σκουφά, το οποίο ταυτόχρονα είναι και ανοιχτήρι και ξεσκατιστήρι και άμα το βάλεις σε ξίδι μπαλσάμικο σου λέει και για το ζώδιό σου. Την προηγούμενη βδομάδα εν τω μεταξύ, πάω στη Θεσσαλονίκη και εκεί που τρώω μια απίστευτη μπουγάτσα με κεριά -μας είχε βγάλει ο Θύμιος για τα γενέθλιά του-, μπανίζω στη Τσιμισκή ένα κατάστημα με ηλεκτρονικά, μπαίνω μέσα και τι να δω;;; Ένα τζιπιές απίστευτο, μέχρι και για Μογγολία είχε χάρτες ρε, ας το πάρω λέω! Τώρα, θα μου πεις δεν έχεις αυτοκίνητο... Ποιος χέστηκε μωρ' τώρα!!! Α, και δε σου πα για το γιουεσμπί που αγόρασα και κρατάει ζεστό τον καφέ...
- Αγόρι μου, τι να σου πω... Είπαμε, είσαι γκατζετάκιας ρε πουλάκι μου, αλλά εσύ το 'χεις σκίσει το θέμα!!! Η μάνα σου τι λέει, που 'χεις γεμίσει το δωμάτιό σου με όλα αυτά τα καβλιτζέκια;;;
- Κοίτα, έπαθε ένα εμφραγματάκι όταν είδε και τα καινούρια και την πήγαμε στο νοσοκομείο, αλλά είχα βρει κι ένα άλλο απίστευτο τρανζιστοράκι για τους καρδιακούς που προστατεύει τις αρτηρίες ενώ παίζει μουσική, οπότε...
- Ε, δεν παίζεσαι ρε πούστη μου!!!!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάποιος αποδεικνύεται ικανότερος σε κάποιον τομέα, τότε για να πικάρει και να τσατίσει αυτόν που μειονεκτεί απέναντί του χρησιμοποιεί τη λέξη αυτή. Όταν, μάλιστα, η υπεροχή είναι καταφανής και αδιαμφισβήτητη τότε μπορεί να ειπωθεί δις, περίπου σαν ρεφραίν. Η έκφραση του ομιλούντος είναι θριαμβευτική, ίσως και χαιρέκακη, ενώ μπορεί να υπάρξει και γυάλισμα ματιού (σε ακραίες, βεβαίως, περιπτώσεις ανταγωνιστικότητας). Η λέξη αυτή χρησιμοποιείται κυρίως από τα παιδάκια, όμως τα τελευταία χρόνια η χρήση της έχει επεκταθεί και στις μεγαλύτερες ηλικίες καθώς είναι ιδιαίτερα γουστόζικη η αντίδραση του ηττημένου ή αυτού που μειονεκτεί στο άκουσμα της: ξίνισμα της μούρης, επίδειξη αδιαφορίας, απαξίωση, υποτιθέμενη ανωτερότητα κλπ.

(Αντωνάκης και Κωστάκης παίζουν μπάσκετ στο γήπεδο του σχολείου, όταν ο Αντωνάκης κερδίζει μετά από μια ώρα αγώνα με το απίστευτο σκορ 6-0)
- Τιιιιιιι έγινε Κωστάκη; Πιεσούλες; Πιεσούλες; Παρθένα σε πήρα ρεεεε! - Ε τώρα τι να σου πω ρε βλαμμένο! Σου 'πα ότι σου αφήνω τη Μαιρούλα, ε; Καλά, τραγούδα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκφραση απόλυτης απαξίωσης που απευθύνεται σε διερχόμενο wannabe τεκνό, συνήθως θηλυκού γένους, από άντρες παρατηρητές-τοποτηρητές οι οποίοι κάθονται και ξύνονται και μην έχοντας άλλη δουλειά να κάνουν σχολιάζουν τους περαστικούς. Όταν η δυσαρέσκεια έως και απέχθεια του παρατηρητή για το πρόσωπο που περνάει είναι ιδιαίτερα έντονη, η φράση αυτή έχει λυτρωτικό χαρακτήρα και επιφέρει την πολυπόθητη κάθαρση. Ενίοτε, χρησιμοποιείται και για ομόφυλους. Οι παρενέργειες της χρήσης της φράσης, αν δεν ειπωθεί ψιθυριστά και ακουστεί από τον σχολιαζόμενο, μπορούν να είναι ιδιαίτερα δυσάρεστες και κυμαίνονται από απλά μπινελίκια έως και τριομφίδια. Προσοχή!!!

- Κοίτα, κοίτα ρε αυτήν που περνάει!!! Πωωωωπω!!! Το τριπλοσάγονο το βλέπεις;
- Γιατί,το σορτς που έχει τσιτώσει πάνω στα κωλομέρια;;;
- Πώς είσαι έτσι χριστιανή μου;
- Α να χαθείς, βλάκα!
- Ναι ρε ηλίθιε, πιο δυνατά!!! Εφταμάλακα!!!

(από jesus, 14/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται όταν απειλούμαστε από κάποιον τον οποίον όχι απλά δε φοβόμαστε αλλά τον έχουμε γραμμένο στα παλαιότερα των υποδημάτων μας. Αποτελεί απαξίωση προς το πρόσωπο στο οποίο απευθυνόμαστε και ειρωνική αντιμετώπισή του. Δεν πρόκειται για την αυτοϋποτιμητική ειρωνεία του Πασκάλ, για την απρόσωπη ειρωνεία του Κίρκεγκααρντ, ή για το σαρκασμό του Καρλάιλ, αλλά για την ειρωνεία της απλής ασυναρτησίας. (Κόπυραϊτς της τελευταίας περιόδου από τα «Kουφώματα»)

- Ρε κλάμπανε, έτσι και ξανακορνάρεις θα κατέβω κάτω και θα...
- Σιγά μεγάλεεεεε, τρέμουν οι γλουτοί μου!!!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη αυτή δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως slang. Απλά αποτελεί φόρο τιμής στον κύριο Βασίλη (τον επονομαζόμενο και «φιδέμπορα») από την Πάτρα, ο οποίος αποτελεί θεότητα και έχει αναδειχθεί από τη ραδιοφωνική εκπομπή «Ελληνοφρένεια» (όχι, δεν είμαι βαλτή από το σταθμό για να κάνω διαφήμιση, απλά θεωρώ ότι πρέπει να το αναφέρω). Σημαίνει: κάνω πλάκα, δουλεύω, κοροϊδεύω.

- Από την Πάτρα σ' έχω παρμένο. Έχω μάθει ότι με αναμπαίζεις...

Αυτό μόνο αρκεί, το μεγαλείο του κύριου Βασίλη είναι ανείπωτο!!!!

δε ρήαλ σταφ, η ατάκα πέφτει στο 3.00 (από markar, 04/08/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίσης υπάρχει και το «με πήγε χεζμεντέν», δηλαδή με πήγε τρεις και μία, με πήγε ρεπετσίνι κ.ο.κ.

- Εκεί που περπατούσα ρε συ, πετάγεται ο Κώστας από το πουθενά!!! Χεζμεντέν με πήγε!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν τιμή ενός προϊόντος είναι ιδιαίτερα υψηλή και δεν συμβαδίζει με την ποιότητά του, τότε χρησιμοποιούμε τον όρο «πιασοκωλιά».

- Ρε ήπια ένα καφέ στη Γλυφάδα και πλήρωσα 5€!!! Άσε, μεγάλη πιασοκωλιά!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified