Μόνο στην έκφραση νεύρα τσατάλια που σημαίνει νεύρα καταρρακωμένα και ευερέθιστα.

Τσατάλι ή τσάταλο: χοντρό διχαλωτό ραβδί (από το τουρκικό çatal = πηρούνι, πηγή: Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα). Τσατάλι στα σαρακατσάνικα σημαίνει τσιγκέλι (πηγή: Διόνυσος). Υποθέτω ότι «νεύρα τσατάλια» σημαίνει νεύρα τσιτωμένα και αιχμηρά σαν πηρούνια ή σαν τσιγκέλια.

Μου έκανε τα νεύρα τσατάλια η Μαιρούλα με τα καπρίτσια της!

(από BuBis, 28/06/09)(από BuBis, 28/06/09)Στο 0:27 (από allivegp, 07/08/11)ΤΣΑΤΑΛΙ ή ΔIΚΡΑΝΙ χρησίμευε για σκάψιμο σε χώρο που δεν μπορούσε να μπεί το άροτρο για να οργωθεί (από dryhammer, 05/06/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βασικά μονόχνωτος, με ολίγον από μπουνταλάς, από σπαστικός και από μουτρωμένος.

  1. Ο Τάκης δεν βγαίνει ποτέ από το σπίτι, είναι πολύ μουντρούχαλος.

  2. Τι έχεις σήμερα και είσαι έτσι μουντρούχαλος;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified