Μηδενιστικός και αρκετά ισοπεδωτικός χαρακτηρισμός του γυναικείου φύλου.

Η έκφραση συνδυάζει κάποια υποθετικά χαρακτηριστικά που μοιράζονται οι γυναίκες με τα φίδια όπως το ότι είναι ύπουλες και σου την φέρνουν εκεί που δεν το περιμένεις, με το γεγονός ότι διαθέτουν βυζιά.

Συνήθως χρησημοποιείται σαν αναφώνημα οργής από κάποιον παθόντα, αλλά μπορεί να είναι και επιφώνημα συμπαράστασης από τους φίλους του.

Σίγουρα ένας σκληρός και άδικος όρος.

Ενικός (φίδι με βυζιά) δεν υπάρχει.

«Μα είναι δυνατόν ύστερα απ' όλα αυτά που έχω κάνει γι' αυτήν να με κερατώσει; Πουτάνες, φίδια με βυζιά, όλες τους!»

«Χαλάρωσε ρε συ, αφού ξέρεις ότι έτσι είναι οι γυναίκες, τι περίμενες; Φίδια με βυζιά...»

(από Groucho, 30/11/08)Σχετικό άσμα του τιτανοτεράστιου (;) λαϊκού αοιδού Παντελή Παντελίδη, που μεταφέρει αυτό ακριβώς το feeling (από ThomasTheBarbarian, 18/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παίκτης της ποδοσφαιρικής ομάδας του ΠΑΟΚ την σεζόν 2007-2008.

Ο χαρακτηρισμός προήλθε από μια δήλωση του προπονητή Φερνάντο Σάντος σχετικά με την αξία των παικτών που διέθετε: «Αυτή τη στιγμή έχουμε μεγάλο όνομα, μεγάλο κόσμο αλλά μέτρια ομάδα. Είναι σαν να είμαστε μια μεγάλη ονομαστή οικογένεια, στο τραπέζι να έχουμε σαρδέλες και να λέμε ότι έχουμε αστακούς. Θέλει ο κόσμος να βλέπει σαρδέλες και όχι αστακό;»

Παρόλο που προφανώς ο στόχος της δήλωσης ήταν διαφορετικός από τον χαρακτηρισμο τον παικτών ως σαρδέλες, ο όρος καθιερώθηκε αμέσως.

Η έννοια της ποδοσφαιρικής «σαρδέλας» έχει ταυτιστεί με παίκτες αυτής της «χρυσής» ομάδας του ΠΑΟΚ, και κυρίως με τους υποθετικά ταλαντούχους αλλά ψυχολογικά παντελώς ανύπαρκτους ποδοσφαιριστές. Τυπικά δείγματα ποδοσφαιριστή-σαρδέλας θεωρούνται οι Χρίστος Μελίσσης, Λάμπρος Βαγγελής, Σωτήρης Μπαλάφας, Στέλιος Ηλιάδης, Ντάνιελ Φερνάντες και Λάζαρος Χριστοδουλόπουλος.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο όρος δεν περιορίζεται στους συγκεκριμένους παίκτες και παραμένει σε ευρεία χρήση ακόμα και σήμερα για να περιγραφεί κάποιος περιορισμένου ταλέντου ή πνεύμα νικητή ποδοσφαιριστης του ΠΑΟΚ (ή και άλλης ομάδας).

Το αντώνυμο της «σαρδέλας» είναι, προφανώς, ο «αστακός».

«Ρε Μπαλάφα παλιοσαρδέλα δώσε επιτέλους μια σωστή πάσα γαμώ την τρέλλα μου!»

- Ρε συ, στο επόμενο παιχνίδι θα λείπουν ο Κοντρέρας, ο Βερόν και ο Μουσλίμοβιτς.
- Κατάλαβα, σαρδέλα θα έχει το μενού...

- Μαλάκα πήραμε τον Πάμπλο Γκαρσία!
- Η αποσαρδελοποίηση συνεχίζεται!

(από Groucho, 30/11/08)(από Groucho, 30/11/08)(από Groucho, 30/11/08)(από Groucho, 30/11/08)(από Groucho, 30/11/08)(από Groucho, 30/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρατσούκλι που καθιέρωσε ο πρώην προπονητής του ΠΑΟΚ Άγγελος Αναστασιάδης για τον Γκανέζο αμυντικό Koffi Amponsah. Η προέλευση του είναι από τον γνωστό «Friday» του Ροβινσώνα Κρούσου. Η έκφραση συνεχίζεται (αν και σπάνια) να ακούγεται στην Τούμπα για μαύρους παίκτες, είτε του ΠΑΟΚ, είτε της αντίπαλης ομάδας.

Ο συμπαθεστατος Κόφι για κάποιο περίεργο λόγο δέχονταν και απαντούσε στο συγκεκριμένο παρατσούκλι.

Άγγελος κατά την διάρκεια του αγώνα: «Παρασκευααααά, ανέβα ρε παλίκαρε να τον βγάλεις οφσάιντ!» (λέξη προς λέξη)

- Γαμώ την τρέλα μου, αυτός ο Παρασκευάς της Ξάνθης τον εχει κάνει κουδούνι τον Αραμπατζή σήμερα!

(από Groucho, 27/11/08)(από Groucho, 27/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός των Ελλήνων φοιτητών της Αγγλίας για όλους τους σχιστομάτηδες Ασιάτες, κυρίως τους Κινέζους. Προέρχεται απο την συγκινητική, αν και αφελή, πεποίθηση ότι τα μέλη της συγκεκριμένης ράτσας τρέφονται αποκλειστικά με ρύζι.

Ο πλυθηντικός ειναι τα ρύζια, αν και μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως άκλιτο (το ρύζι) εφόσον αναφέρεται σε μία μεγάλη ομάδα ατόμων της συγκεκριμένης ράτσας. Κάτι που το συνηθίζουν άλλωστε.

Επαναλαμβανόμενες απόπειρες να διαδοθεί ο συγκεκριμένος όρος σε άλλες κουλτούρες εκτός της ελληνικής έχουν αποτύχει παταγωδώς, καθώς οι politically correct Άγγλοι τον βρίσκουν ρατσιστικό, οι δε Ασιάτες θίγονται. Αυτό δεν μπορεί με τίποτα να γίνει κατανοητό σε ορισμένους Έλληνες φοιτητές οι οποίοι συνεχίζουν να επιμένουν να εξηγούν τον όρο στον κάθε άτυχο Ασιάτη που θα βρεθεί στον δρόμο τους και να στραβώνουν μαζί του όταν δεν το βρίσκει αστείο.

Τα ρύζια ευδοκιμούν κυρίως στις οικονομικές σχολές, όπου ευδοκιμούν κατά κανόνα και οι πιο κάφροι Ελληναράδες φοιτητές. Αυτό είναι μία ιδιαίτερα ατυχής σύμπτωση.

Αξίζει να σημειωθεί οτι έχουν αναφερθεί περιπτώσεις συμβάντων όπου μέλη της θιγόμενης ράτσας που δεν γνωρίζουν Ελληνικά και άκουσαν τον όρο στο άσχετο έχουν καταλάβει την σημασία του και εχουν προσβληθεί, οπότε καλό ειναι να αποφεύγετε να το λέτε μπροστά τους ή και γενικά, γιατί δεν είναι και πολύ αστείο εδώ που τα λέμε.

«Πήγα σήμερα το πρωί στο uni γιατί έπρεπε να συναντηθώ με ενα ρύζι συμφοιτητή μου για να μου δώσει κάτι σημειώσεις.»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified