Mπαγαμποντιά, λαμογιά, απατεωνιά, κλεψιά.
Ο Γιώργος είναι πολύ λαμόγιο, πρώτος στις ρεμούλες.
Mπαγαμποντιά, λαμογιά, απατεωνιά, κλεψιά.
Ο Γιώργος είναι πολύ λαμόγιο, πρώτος στις ρεμούλες.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Λιμάνι.
Το Καρνάγιο είναι δημώδης όρος της κοινής ναυτικής γλώσσας ενετικής προέλευσης. Με τον όρο αυτό νοούνται τμήματα αιγιαλού εντός λιμένων ή όρμων που, λόγω της ομαλής κλίσης του, επιτρέπει την ανέλκυση και καθέλκυση μικρών σκαφών, περισσότερο ξύλινων προκειμένου να υποστούν «καρναγιάρισμα» δηλαδή υφαλοκαθαρισμούς, υφαλοχρωματισμούς, καλαφατίσματα, παλαμίσματα κ.λπ.
Ο όρος αυτός αναπτύχθηκε κυρίως στις περιοχές που βρέθηκαν για πολύ καιρό ενετοκρατούμενες, σε αντίθεση του αντίστοιχου όρου «ταρσανάς» που αναπτύχθηκε περισσότερο στις τουρκοκρατούμενες περιοχές
Από βικιπαιδεια.
Εδώ είμαστε στο καρνάγιο του Λαυρίου
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified