Προέρχεται ετυμολογικά εκ του μπουρδέλου και του τρελοκομείου. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει ροκ καταστάσεις που καμία εκ των άνω εννοιών δεν δύναται να περιγράψει από μόνη της. Πρόκειται, πάντως, για συνδυασμό αυτών.
Αναφέρεται σε μια παγιωμένη κατάσταση όπου υπάρχουν κανόνες, άγραφοι μεν, απαράβατοι δε. Που μπορούν ν' αλλάξουν φυσικά χωρίς προειδοποιήση. Εξ ου και το μπουρδέλο. Χρησιμοποιείται για δημόσιες υπηρεσίες κατά κόρον.
- Ρε μαλάκα Μπάμπη, ακόμα να πάρεις το σήμα;
- Αφού στο είπα ρε, χρειάζομαι και το Χ, κι ακόμα δεν πέρασα από το μπουρδελοκομείο. Τι θες κι εσύ τώρα;