Χρησιμοποιείται και ως συνώνυμο του Ζητά (μέλος της ομάδας Ζήτα της αστυνομίας).
- Φόρα το κράνος σου, νομίζω είδα ζήτουλες πιο κάτω.
Χρησιμοποιείται και ως συνώνυμο του Ζητά (μέλος της ομάδας Ζήτα της αστυνομίας).
- Φόρα το κράνος σου, νομίζω είδα ζήτουλες πιο κάτω.
Got a better definition? Add it!
Επιτίθεμαι σε κάποιον με κάποιο τρόπο ο οποίος προσδιορίζεται μετά το ρήμα.
- Τι είπες ρε; Θες να σε κεράσω κάνα μπουκέτο τώρα;
- Θα στο κεράσω το μπουκάλι... στη μάπα
Got a better definition? Add it!
Γυναίκα που ηλικιακά ανήκει στην τάξη των υπερήλικων, παρόλ' αυτά εξακολουθεί να καλλωπίζεται σε υπερβολικά αηδιαστικό βαθμό.
Σε ορισμένες περιπτώσεις ο όρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για άτομο αρσενικού γένους.
Συντομογραφία: Τουτάγχα.
- Είδες; Μόλις πέρασε μία τουταγχαμών.
Got a better definition? Add it!