Έκφραση που προειδοποιεί για φυγή έκτακτης ανάγκης, αλλαγής θέματος κλπ.

Συνοδεύεται από κίνηση «Αιμίλιος Λιάτσος» με ένα δάχτυλο στο αυτί, βλέμμα στο κενό και αγχωμένο ύφος.

  1. - Ρε Τζίμη, η κοπέλα του Φάνη δεν είναι ίδια με μια που φάσωνες πέρσι;
    - Ναι, με ειδοποιούν απ' το κοντρόλ ότι ο γερανός μου σηκώνει αυτή τη στιγμή το αμάξι. Πληρώνουμε και φεύγω.

  2. (σε πιάνει κόψιμο σε καφετέρια)
    - Πάμε να την κάνουμε;
    - Άραξε ρε ψηλέ, κάνω ένα τσιγάρο και φύγαμε!
    - Ναι, με ειδοποιούν απ' το κοντρόλ ότι έχουμε ισχυρές κατολισθήσεις στο μποξεράκι μου και εξαφανίζομαι αμέσως.

Σχετικό: κοντρόλ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται σε γυναίκες (διότι το «στράβωμα» μη σας ξεγελάει, είναι γένους θηλυκού), οι οποίες έχουν πρόβλημα με τα πάντα (και με τα αρκουδάκια ακόμα!). Πάντα κάτι που είπες δεν θα τους αρέσει, στο αστείο σου θα αντιδράσουν με μία απλή επίδειξη του μπροστινού μέρους της οδοντοστοιχίας τους αντί χαμογέλου, ποτέ δεν ικανοποιούνται από τίποτα: στην ψησταριά ζητάνε σούσι και στο κινέζικο κοκορέτσι, έτσι απλά για να έχουν κάτι να λένε.

Σε μπαρ, ενώ κάθεται μόνη:
- Γεια, είμαι ο Κώστας! Θα μου χαρίσεις το όνομά σου και δυο λεπτά απ το χρόνο σου;
- Είμαι η Ντίνα και ο χρόνος σου μόλις τελείωσε!
- Καλά ρε κοπελιά, στραβωμένη γεννήθηκες ή τράκαρες με καμιά κολώνα;

Παράδειγμα 2.
Ξινή γυναίκα-καριερίστα, το πρωί στο μετρό:
- Συγνώμη κοπέλα μου, ξέρεις τι ώρα είναι;
- Ώρα να φύγεις! Δεν πιάνουν αυτά τα κόλπα σε μένα!!! - Καλά δε σ έβρισα κιόλας! Στραβωμένη γεννήθηκες ή τράκαρες με κολώνα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποκατηγορία ανθρώπων με μειωμένο αίσθημα ελευθερίας, που όταν περνάει κάνας σφίχτης αναστενάζουν, αλλά δηλώνουν ότι τα 'χουν με καμιά ψόφια για ξεκάρφωμα, δηλώνουν σίγουροι για τη σεξουαλικότητά τους και που φυσικά καταλήγουν να βρίζονται απ' όλους: απ' τους μεν straight, λόγω προτίμησης στα πισωγλεντζέδικα, απ' τους δε gay, που τους προκαλούν: «εκδηλώσου καλέ!»

Λειτουργούν παρασιτικά στους straight κύκλους και θυμίζουν τον τίτλο γνωστής cult ταινίας: «Ροκάκιας την ημέρα, το βράδυ καμαριέρα».

- Γιάννη, Τι θα κάνουμε το βράδυ;
- Ξέρω γω; Πάμε κάνα Escape;
- Ίσα μωρή Σπεράντζα Βρανά! Το γύρισες ρε;
- Τι ναι αυτά που λες; Πάω σε gay bar, γιατί έχει ωραία μουσική!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απαξιωτική έκφραση προς κάποιον που όσο καιρό αυτός προσπαθεί να πετύχει κάτι, κάποιος άλλος του 'χει πάρει τη μπουκιά απ το στόμα. Δεν είναι ότι δεν προσπάθησε, αλλά...

Αυτός δεν χρησιμοποίησε τη μια σταγόνα FAIRY που συμφέρει, κι έμεινε με το απορρυπαντικό του στο χέρι!

Χρησιμοποιείται κυρίως για καληνυχτάκηδες:
- Τι έγινε ρε Μιχάλη με τη γκόμενα; 5 φορές έχετε βγει!
- Εεε, να μωρέ την έφαγε άλλος!
- Καλά, στη Βιλαρίμπα έχουν τελειώσει... - Στο Βιλαμπάχο ακόμα τρίβουν!

(από Galadriel, 20/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified