Τεχνική στο παίξιμο του ηλεκτρικού μπάσου κατά την οποία ο μπασίστας «χαστουκίζει» τη χορδή με τον αντίχειρα παράγοντας χαρακτηριστικό «κρουστό» ήχο. Συνηθίζεται πολύ στη φανκ/τζαζ μουσική.

  1. - Παίζει ο Κιουρτσόγλου απόψε... Πάμε να ακούσουμε καμιά σλαπιά;
    - Μέσα!

  2. - Πώς πήγε η ακρόαση για καινούριο μπασίστα;
    - Μια χαρά φίλε, έσκασε ένα παλικάρι και άρχισε κάτι σλαπιές, μας πετάχτηκαν τα μάτια έξω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για το σεξουαλικά μεταδιδόμενο νόσημα. Ο άτυχος άνδρας-στρατιώτης, αφού πήγε να «πολεμήσει» σε ξένα μέρη χωρίς το κράνος του (προφυλακτικό) ή το έχασε πάνω στη φούρια της μάχης, νίκησε αλλά με βαριές απώλειες (το νόσημα που λέγαμε)... Επειδή οι απώλειες αυτές θα μπορούσαν να θεωρηθούν δείγμα ανδρείας και αφοσίωσης στο δόγμα «γαμάτε γιατί χανόμαστε», παίζουν και τον ρόλο παρασήμου ανδρείας...

- Τι να σου πω ρε φίλε, πολύ γκαντέμης είμαι... Πρώτη φορά έκανα σεξ και κόλλησα παράσημο...
- Δεν πειράζει αγόρι μου, το κεφάλι ψηλά και μέχρι να παντρευτείς θα γειάνει! Α, και φόρα το σκουφάκι σου από εδώ και μπρος...

(από xalikoutis, 03/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μεγάλο σε μέγεθος ανδρικό μόριο. Και επειδή γενικά οι άνδρες δεν πάνε να το λένε δεξιά και αριστερά αν είναι μικροτσούτσουνοι, η λέξη πλέον χρησιμοποιείται για να δηλώσει το πέος γενικά...

Τώρα το τι σημαίνει στην κυριολεξία η λέξη, αυτό αποτελεί μυστήριο... Νόμιζα ότι την είχα ακούσει παλιότερα, αλλά στα λεξικά και στο ίντερνετ δεν βρίσκω τίποτα! Όποιος προσφέρει αξιόπιστες πληροφορίες θα αμειφθεί (τον λογαριασμό στον dik;).

  1. - ...Και της πετάω τον παργαλάτσο έξω, τα είδε όλα η γκόμενα φίλε...
    - Πώωω, φτιάξε μας!!

  2. (Από εδώ)

Μπες στο κλίμα και φαντάσου την σκηνή. Βράδυ. Μία ζεστή νύχτα του Μαγιού.

Κατάκοπος από τις άριες που με τόσο κόπο είχα βγάλει πάω στο καμαρίνι και πετώ με βιάση τα ρούχα μου. Ο παργαλάτσος σε έπαρση από την ένταση, έκανε μόνος του παιχνίδι σαν περισκόπιο από υποβρύχιο. Και τότε συνέβη ότι συνέβη...; Σαν όλα να είχαν συνωμοτήσει εναντίον μου, ανοίγει ξάφνου με ορμή η πόρτα κάποια πρόλαβα ίσα-ίσα να δω μέσα στην σαστιμάρα μου, αυτή σκουντουφλάει και καρφώνεται με ένα πλονζόν στον φτωχό πλην τίμιο και αθώο παργαλάτσο. Ήταν στιγμιαίο ατύχημα, ούτε καν λάθος. Από τότε και λόγω της βιαιότητας του περιστατικού, έπαθα ελαφρά αμνησία, και δεν ήμουνα υπεύθυνος για τις πράξεις μου. Γι' αυτό και δεν μίλησα όταν εσύ ξεφτιλιζόσουνα στα κανάλια για να με υπερασπιστείς. ΜΟΝΟ γι αυτό! Με συγχωρείς λοιπόν μοναδική μου αγάπη;

βλ. και μπαργαλάτσος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ζητώ προκαταβολικά συγγνώμη από τους εκλεκτούς αναγνώστες για την εικόνα που θα περιγράψω, αλλά τι να κάνουμε, πρέπει να χαρτογραφήσουμε τη νεοελληνική αργκό χωρίς ντροπές...

Μεζές λοιπόν είναι το σκατό που μετά το πρωκτικό σεξ ο άνδρας ανακαλύπτει ότι έχει μείνει πάνω στον παργαλάτσο του, όταν τον βγάζει έξω και τον περιεργάζεται υπερήφανος... Η λέξη συναντάται στην έκφραση τσιμπάω μεζέ, όπου το πέος παίζει τον ρόλο πιρουνιού / οδοντογλυφίδας / whatever.

- Χθες φίλε μου έδωσε κώλο το Χριστινάκι...
- Έλα ρε... Καύλα!
- Μόνο που σε κάποια φάση τσίμπησα μεζέ και ξενέρωσα...
- Έλεος!!

(από electron, 14/12/09)Μεζές για μερακλήδες (από σφυρίζων, 17/06/13)

Βλ. και πισωκολάτα, σεράνο, μερέντα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι ο έμπειρος, αυτός που στη ζωή του έχει περπατήσει σε πολλά μέρη, έχει σπουδάσει στο σχολείο της ζωής κι έχει μάθει τα κόλπα της πιάτσας. Ψυλλιάζεται τέλος πάντων πράγματα που δεν τα καταλαβαίνει κάποιος που κάθεται σπιτάκι του, πίνει το γαλατάκι του και παίζει Playstation...

- Θα μας την κάνει τη ματσαράγκα ο Ρούκουνας, τον κόβω...
- Γιατί ρε Σταύρακα, ξήγα τον έκοψα εγώ...
- Ρε άκου με που σου λέω, κάτι τέτοια παλικαράκια τα παίρνω γραμμή στο φτερό...
- Πάσο...

(Ο Σταύρακας είναι περπατημένος...)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός γυναίκας με εμφάνιση, βλέμμα και κινήσεις που παραπέμπουν σε πορνοστάρ χαμηλού ή υψηλού μπάτζετ πορνοταίνιας (κοινώς τσόντας).

Κατά την θέαση ενός τέτοιου αντικειμένου καθαρά σεξουαλικού πόθου, ένας άνδρας αναφωνώντας «τσόντα!» με χαμηλή (και ενίοτε βραχνή φωνή), και λαμβάνοντας ως απάντηση από έναν άλλον άνδρα κάτι του στιλ «σ'σκις!», ξαλαφρώνει κάπως από τα ερωτικά σήματα του εγκεφάλου του που έχουν χτυπήσει κόκκινα και που πρόκειται να μείνουν ανεκπλήρωτα (ή να αποτελέσουν αντικείμενο μελέτης για το σπίτι). Είναι άλλωστε γνωστό ότι σε τέτοιες περιπτώσεις, αν δεν μοιραστείς τον «ενθουσιασμό» σου με άλλους άντρες, σε παίρνει το παράπονο... Το ενδεχόμενο πάλι να σου κάτσει αυτή η γκόμενα ανήκει στη σφαίρα της επιστημονικής φαντασίας, ειδικά αν δεν έχεις και κατιτίς ακριβό για να τραβήξεις την προσοχή της...

- Μαλάκα κοίτα πώς κουνιέται η μουνάρα!
- Πώωω... Μιλάμε για πολύ τσόντα!
- Καύλα!!
(Και συνεχίζεται ο διάλογος με παρεμφερείς χαρακτηρισμούς, μέχρι να ξεπεραστεί κάπως το σοκ...)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι η μπύρα με ουίσκι, που σερβίρεται ως εξής: Παίρνουμε ένα χαμηλό ποτήρι και του βάζουμε μπύρα, αφήνοντάς το δυο δάχτυλα άδειο. Έπειτα παίρνουμε ένα σφηνακοπότηρο γεμάτο με ουίσκι και το βυθίζουμε στην μέση του ποτηριού με τη μπύρα (εξ ου και το όνομα). Το υποβρύχιο πίνεται μονορούφι και θεωρείται φλωριά να το πιει κανείς γουλιά-γουλιά...

Σημείωση: οι πιο ψαγμένοι βάζουν και λίγο γρεναδίνη (σιρόπι ροδιού) στο ποτήρι με την μπύρα, έτσι ώστε στο τέλος της μιας και μοναδικής γουλιάς να μένει και η γλύκα!

- Τι έγινε ρε, δεν θά 'ρθεις γυμναστήριο;
- Άσε ρε, δεν την παλεύω... Είχαμε πάει Άξαφνα χθες βράδυ και ο Ισίδωρος μας έλιωσε στα υποβρύχια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ρήμα στη γνωστή του μορφή σημαίνει ότι γεμίζω με μπάζα κάποιον λάκκο, τάφρο, υπόγειο οικοδομής κτλ... Μιας όμως και λέγοντας μπάζο εννοούμε και την γκόμενα που δεν βλέπεται, το ρήμα μπαζώνω αποκτά μια σημασία νέα που θίγει ένα μεγάλο κοινωνικό φαινόμενο του καιρού και του τόπου μας: τον σαβουρογαμισμό.

Κάποιος αποφασίζει να μπαζώσει φιλοσοφώντας πρώτα τα μείζονα ερωτήματα της ανδρικής καθημερινότητας, π.χ. «γιατί μου την πέφτουν μόνο μπάζα;», «μα ποιος τις γαμάει τις μουνάρες;», «γιατί όπου πάω παίζει ψωλαρία;», «γιατί γαμάνε οι άλλοι κι εγώ πάντα μένω με την ψωλή στο χέρι;», και άλλα πολλά. Αφού λοιπόν τα σκεφτεί τα προηγούμενα και αποφασίσει κατά το βουδιστικό δίδαγμα να αποδεχτεί αυτά που δεν μπορεί να αλλάξει, περνάει στη φάση του μπαζώματος: πλέον παύει να ασχολείται με ταπεινότητες όπως η εξωτερική εμφάνιση και ορμάει ακάθεκτος να νιώσει τη χαρά της ζωής με αυτές που τέλος πάντων δεν του το παίζουν και δύσκολες (βλέπε και τσιμπουκοζητιάνες).

Υπάρχει βέβαια και μια άλλη σχολή σκέψης σχετικά με το μπάζωμα, επηρεασμένη και αυτή από τη βουδιστική φιλοσοφία και ειδικότερα την ανέλιξη σε ανώτερα επίπεδα ύπαρξης. Η σχολή αυτή συνοψίζεται στη φράση άμα δεν μπαζώσεις, δεν χτίζειςδεν γαμάς), δηλαδή άμα δεν βάλεις πρώτα χαμηλότερους στόχους ως εραστής, δεν θα μπορέσεις ποτέ να βάλεις και υψηλότερους...

  1. - Ρε μαλάκα αυτός ο Μήτσος είναι τόσο γαμιάς και πηδάει κάθε μέρα και διαφορετική γκόμενα;
    - Αυτός μόνο να μπαζώνει ξέρει αγόρι μου... Αν δεις τις γκόμενές του θα το βάλεις στα πόδια!

  2. (Παράδειγμα από το φόρουμ του Cosmopolitan [βλέπε περιοδικό τουαλέτας])
    [...]..όσο για τους ανθρώπους με κόμπλεξ πραγματικά έχω ένα είδος μαγνήτη γι αυτούς όπως και για τους μαμάκηδες..δεν υπήρξε ούτε ένας να μου πει καλό λόγο,και όλοι πίστευαν ότι τους αξίζει κάποιο μοντέλο. ένας μάλιστα μου χε πει ότι αυτή είναι η θεωρία αν δεν μπαζώσεις δεν χτίζεις..ότι δηλαδή τα φτιάχνεις όλο και με καλύτερη γκόμενα μέχρι που θα σου κάτσει η Αλεξανδράτου.το θέμα είναι ότι αυτή είναι η καλύτερη σχέση που είχα ποτέ(όσο περίεργο και αν ακούγεται),ότι αυτός ο άνθρωπος μου εκμυστηρεύεται πράγματα που δεν τα χει πει αλλού και για διάφορους λόγους τον νοιάζομαι πολύ..

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το περιοδικό που η μόνη του χρησιμότητα είναι να το διαβάζει κάποιος δυσκοίλιος στη λεκάνη, την ώρα που σφίγγεται και περιμένει κάτι να συμβεί...

Παραδείγματα τέτοιων περιοδικών: Ciao, Very Sorry, Cosmopolitan, Glamour κτλ κτλ...

- Πώωω, έπηξα μια ώρα στον καμπινέ να διαβάζω τις οδηγίες των σαμπουάν... Μα ποιος μου πήρε όλα τα περιοδικά τουαλέτας που είχα εκεί δίπλα;;

Παράβαλλε και χεστικό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο μπάσκετ (σε αυτό που παίζεται στις γειτονιές, όχι αυτό με τους χορηγούς) λέγεται όταν κάποιος κερδίζει ένα παιχνίδι χωρίς να δεχτεί ούτε έναν πόντο από τον αντίπαλό του (χωρίς δηλαδή να του πάρει την «παρθενιά»).

Σύμφωνα με τους άγραφους νόμους είναι ξεφτίλα για κάποιον να χάσει χωρίς έστω να πάρει την παρθενιά του άλλου (να βάλει δηλαδή τουλάχιστον ένα καλάθι).

Βλέπε και παρθένα.

- Σήμερα έπαιξα με τον Νίκο ένα μπασκετάκι στα 21 και τον πήρα παρθενιά!
- Σοβαρά;
- Ναι, 21-0, του τα χλάτσωνα από παντού!
- Α τον ρεζίλη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified