Προσδιορισμός άσχημης γκόμενας, σύνθετο από τις λέξεις πούτσα και μούρη, συνώνυμο του πατσαβούρα, προερχόμενο από το γνωστό ψάρι κουτσομούρα.

Πέτρος: Πω, πω Νίκο κοιτά ένα μουνί!!!
Νίκος: Τι μουνί ρε Πετράν, σαν πουτσομούρα είναι!!!
Αλέκος: Από τα Δουνέικα θα είναι ρε!!!

Δες ακόμη: αστερίας, γκόμενα-γαρίδα, γκόμενα-μέδουσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος παραπέμπει σε ορθοπεδικό γιατρό, αλλά... αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννούν οι κότες.

Μιλάμε για κάποιαν αναφτρα που, με το σωματότυπό της, την κίνησή της και τη χροιά της φωνής της, αναστατώνει τα αρσενικά στο πέρασμα της προκαλώντας ανόρθωση του πέους τους. Έχουν γίνει σχετικές μελέτες που παρουσιάζουν τη συσχέτιση των παραπάνω μεταβλητών με τη διέγερση που προκαλείται στις διαστάσεις του ανδρικού μορίου και με το χρόνο διατήρησης της στυτικής λειτουργίας στο maximum χωρίς/με τη βοήθεια φαντασίωσης (μεταβλητή επίσης).

Η ορθοπεϊκός προκαλεί έκρηξη τεστοστερόνης, τερματίζει τα λιμπιντόμετρα, και φωνάζει από μίλια μακρυά: «Ανοίξαμε και σας περιμένουμε»

Η τύπισσα διαθέτει άρτιο βυζογραφικό, άψογη πρωκτική κίνηση, φοβερά αμορτισέρια, τέλεια συσπανσιόν. Αυτά τα ταλέντα βεβαίως μπορεί να τα αναδείξει καλύτερα στον χορό και ιδίως στο τσιφτετέλι, χορό που τα σπεκς του, είναι τέτοια που επιτρέπουν την ανάδειξη τέτοιων ικανοτήτων.

Όταν χορεύει, συγκεντρώνει πάνω της τα βλέμματα π.χ των θαμώνων ενός μπουζουκτσίδικου. Αυτή, αφοσιωμένη σ' αυτό που γνωρίζει να κάνει καλά, σα γριά πουτάνα ξέρει πως μπορεί να ξυπνήσει τους μπαργαλάτσουςαπό την αρχίδια νάρκη τους. Ακόμα κι αν αν δεν κοιτάξει, ξέρει πως ανεβάζει τους σφυγμούς των αρσενικών θαμώνων που τη γδύνουν με τα μάτια τους και που είναι καρφωμένα πάνω της λες και παρακολουθούν ένα κρίσιμο ματς και δεν θέλουν να χάσουν φάση για φάση. Εν τω μεταξύ, οι γυναίκες συνοδοί τους σκάνε απ' τη ζήλια τους.

Όσο η φακίρισσα παίζει την αόρατη πίπιζα χορεύοντας, τόσο τα πέη σαν κόμπρες σηκώνονται. Ένα δάσος μπαργαλάτσων που θεριεύει γύρω της. Ζούγκλα πραγματική. Μόνο ο Μάκης λείπει. Κι όσο για τον μακάκα; Αυτή γνωρίζει εκ των προτέρων πως δεν είναι ένας, αλλά κάμποσοι, που αργότερα θα τραβήξουν ξεγυρισμένο κουπίγια πάρτη της.

Άμα η τύπισσα εκτός από ορθοπεϊκός τυγχάνει να ναι και ορθοπεδικός, τότε ξέρει να κάνει τις κατάλληλες κινήσεις που είναι συμβατές τόσο με την ορθοπεδική όσο και με την ορθοπεϊκή. Η θεωρούμενη εκρηκτική παρουσία της, η ενδεχομένη δυσκολία τής περίπτωσης καθώς και η προσποίηση του ασθενούς, σχετικά με την ανεύρεση του προβλήματος, παρατείνουν την ενασχόληση της ειδικού με τον ασθενή και βοηθούν όχι μόνο στην ανάδειξη του μουσικού ταλέντου του, αλλά και φέρουν θετικά ορθοπεϊκά αποτελέσματα σε σχέση με το χρόνο διατήρησης της ορθοστασίας του μορίου του.

Ως φυσιοθεραπεύτρια, ως νοσοκόμα, ως μασέρ, είναι ικανή να ξυπνήσει και τις πιο ανύπαρκτες ορμές κάποιου, κάνοντας τις κατάλληλες χειρομαλάξεις, επιλύοντας κάθε λογής ορθοπεϊκό πρόβλημα.

Υπάρχουν πολλά ακόμα επαγγέλματα στα οποία η αξιοποίηση των φυσικών της προσόντων συμβάλλει στην ενίσχυση της ορθοπεϊκής ικανότητας του άρρενος πληθυσμού. Και ας μη μιλήσουμε για τις επαγγελματίες ορθοπεϊκούς που έχουν...την εμπειρία.

Ένα απόγευμα στο σπίτι του Μένιου.
Πέρι:
- Μένιο χθες είχα πάει με το Μιστόκλα σε ένα μπαράκι. Άλλο πράγμα. Τίγκα στις ορθοπεϊκούς.
Μένιος:
- Αιδοίον πέλαγος, ε;
Πέρι:
- Κανονικά. Κάποια στιγμή όμως, γλιστράω σε χυμένα ποτά και πέφτω. Με πλησιάζει τότε κάποια Τούλα. Μιλάμε για την... ορθοπεϊκό. Μου λέει ότι είναι ορθοπεδικός και φυσιοθεραπεύτρια. Το 'παιξα ότι έχω πρόβλημα, το 'πιασε το υπονοούμενο και πήγαμε σπίτι της για να μου προσφέρει τις υπηρεσίες της.
Μένιος (γελώντας πονηρά):
- Και... τι σου βρήκε;
Πέρι:
- Διάστρεμμα του πεϊκού οστού και ελαφρά μετατόπιση της γραμμής ψωλής. Μου είπε πως η κατάσταση χρήζει κατεπείγουσας πιποθεραπείας και σπέσιαλ μασάζ.
Μένιος (κοιτώντας στην τηλεόραση):
- Ρε... Η Πετρούλα λέει τον καιρό.
Πέρι:
- Ωπ άρχισα να αντιλαμβάνομαι αποτελέσματα. Η ... ορθοπεϊκός, ε;].

(από GATZMAN, 11/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν δυο τρεις μεγάλες κατηγορίες κατηγορίες σφυρίχτερμαν οι οποίες ενίοτε αλληλεπικαλύπτονται:

Οι σφυρίχτερμεν χαρτογραφούνται τόσο σε μπουτς όσο και σε φαμ παραλλαγές.

Ετυμολογία: εκ των σφυρίχτρα (δύο πρώτες περιπτώσεις), σφυρίχτρα (δεύτερη) και σφίχτερμαν.

  1. - σε πολλά σύγχρονα αφηγήματα, όχι κατ' ανάγκη πουστρομανιέρας, αλλά ίσως και πουστρονεωτερισμού βλέπουμε ένα μενάζ α τρουά νέας κοπής: Αυτό αποτελείται από έναν συνεσταλμένο, ομορφούλη άντρα τ. πουστρίγκος, συχνά κοντούλη, μία αρρενωπή γυναίκα και ένα τεκνό, είτε τύπου ήρωα ταινιών του Visconti, είτε σφ(υρ)ίχτερμαν. (Χάνκων o Μεγαλόσλανγκος, εδώ)

  2. Vrastaman: - Το σφυρίχτερμαν παίζει;
    ironick: - αχαχαχαχα, κάτι σε γκέουλα σφίχτη τροχονόμο δηλαδή;
    (εκεί)

  3. - Δεν είναι κι ο σφίχτερμαν που τον έχει σφυρίχτρα; Συφτωματικά σήμερα μου έλεγε μια γκόμενα για ένα απο το μεγαλύτερα τούμπανα της Κυψέλης που τον έχει τσιγάρο. (Jeanoir, παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified