Υπάρχουν τρεις μεγάλες κατηγορίες πιτσαρίσματος, όλες κάργα αμερικλανιές.
- Ο ρίπτων μπαλάκια: όταν μπεϊζμπολίστας ή μαλακοσφαιριστής την ρίχνει (pitch) στον αντίπαλο ροπαλοφόρο (batter).
- Ο πλασάρων εαυτόν: όταν ρίχνεις μια ιδέα (pitch an idea) με σκοπό την χρηματοδότηση, την πώληση, την πρόσληψη, την προβόλα, τον προσηλυτισμό, κ.ταλ. Οι έχοντες τα μπικικίνια τείνουν να είναι ανυπόμονα και σφιχτά αγόρια και εάν δεν πιτσάρεις πειστικά στο μέσο χρονικό διάστημα παραμονής κάποιου σε ένα ασανσέρ θα θεωρηθείς παπαρολόγος και θα εισπράξεις το τρίτο το μακρύτερο. Αγαπημένη σλανγκιά επίδοξων γκαραζάδων και σταρταπάδων.
- Μουσική καγκουριά: εκ του τονικού ύψους (pitch) μιας νότας. Κάθε σεβόμενος τον εαυτόν του μιξάρων, σαμπλάρων, γκρουβάρων και δεν συμμαζεύεται, μουσικώνεται ρίπτοντας και κάνα πιτσάρισμα, πειράζοντας δηλαδής ηλεκτρονικά τον τόνο του μπιτακίου προς τέρψιν της γκιράπισσας Τερψιχόρης.
- O Brian Duensing με υποδειγματικό πιτσάρισμα σε οκτώ innings, οδήγησε τους αποδεκατισμένους Minnesota Twins στη νίκη με 6-0 επί των Kansas City και παράλληλα στο πρώτο σουίπ μετά από τέσσερα χρόνια!
(εδώ)
- Στο Χόλιγουντ η ανωνυμία δεν απέχει παρά ένα βήμα από την επιτυχία, και αυτό το βήμα το λένε πιτσάρισμα. Πιτσάρω σημαίνει αφηγούμαι μια ιστορία με τον πιο δελεαστικό τρόπο, για να πουλήσει. Μέσα σ' έξι λεπτά το πολύ, ακόμα καλύτερα σε τέσσερα, στην ιδανική περίπτωση δύο. (εκεί)
- Κοβω ξερω γω κανα chop και το ριχνω και ενα Pitching στα 300 Cents για παραδειγμα υπαρχει καποιος τροπος/ορισμος (πεστος οπως θες τσπν) ωστε να ρυθμισω το μπασο με τετοιο τροπο ωστε να εφαρμοστει «ακριβως-περιπου» στο chop (που εκοψα) οσον αφορα τα cent;
- δοκιμασε να πιτσαρεις και το μπασο οσο πιτσαρες το sample και βρες την μελωδια λιγο πιο πανω
(παραπέρα)