Κοκέτα (coquette) στα γαλλικά είναι η cock teaser / cock tease ή ανάφτρα, η γυναίκα δηλαδή που προσπαθεί να κερδίσει την αναγνώριση των ανδρών χρησιμοποιώντας την κοκεταρία της, δηλαδή τα σημεία εκείνα που είναι χρωμοσωματικώς ενδιαφέροντα για τους άνδρες.

Στην ουσία η κοκέτα δεν είναι καθόλου αυτο-αναφορική. Ετεροκαθορίζει τη συμπεριφορά της ανάλογα με το τι οι άντρες βρίσκουν ελκυστικό.

Στα ελληνικά έμεινε μια πιο «ευγενική» εκδοχή της, που αναφέρεται στον πρώτο ορισμό, αλλά είναι εμφανής η καταγωγή της :)

το τραγούδι αι αι αι μαρία που έχουμε ακούσει από τον κηλαηδόνης (αλλά είναι μάλλον πρωτοτραγουδισμένη από τον τόνυ μαρούδα) πιάνει αρκετά σωστά τον ορισμό της κοκέτας :)

Ξετρέλανε τον κόσμο το ντουνιά.
Ωραία; μπα, μοιραία; μμμ..
γιατί έχει νιάτα, χάρη γλύκα τσαχπινιά
και σαν φανεί από καμιά γωνιά
της τραγουδάει όλ’ η γειτονιά:

Αϊ Αϊ Αϊ Μαρία, Μαρία μου Μαρία
κούκλα είσαι σωστή
και μάνα στην κοκεταρία
με τις ματιές σου τις γλυκές,
βόμβες είν’ ατομικές,
σαν Μπικίνι εσύ με καίς.

Αϊ Αϊ Αϊ Μαρία, Μαρία μου Μαρία
κέφι γιά να σπας
παντού σκορπάς τη φασαρία
και με τον ένα ενώ μιλάς,
τ’ αλλουνού χαμογελάς
και το κέφι μου χαλάς.

Άλλαξε πιά πολιτική,
να μη με κλείσουν
στα στερνά στη φυλακή.

Αϊ Αϊ Αϊ Μαρία, Μαρία μου Μαρία
μονοκοντυλιά σβήσ’ τα παλιά,
να η ευκαιρία!
Σκέρτσα και κόνξες άσε ευθύς
και σε μένανε να ρθείς,
γιά να νοικοκυρευτείς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

O συγκεκριμένος Frangrec όρος με ευρύτατη και πολυετή χρήση στο χώρο της εγχώριας σόου-μπίζ σήμερα αναφέρεται κυρίως σε νεαρό ή πρωτοεμφανιζόμενο, στο χώρο του θεάματος, θηλυκό, με χαρακτηριστική φωτογένεια, φρεσκάδα και σεξ-απίλ, που φέρει ελπίδες για μεγάλη καριέρα στην τηλε-πιάτσα.

Σε ορισμένες περιπτώσεις ταυτίζεται με την σταρλετ-ίτσα, δηλαδή το φιλόδοξο κοριτσάκι - καβλίδιο που δεν διστάζει να κάτσει στα γόνατα μεγάλων κυρίων - παραγωγών που θένε να της ξηγήσουν το παραμύθι προκειμένου να αποκτήσει τη δόξα και το χρήμα που επιθυμεί.

Επιπλέον, χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει την επιτυχημένη εργένισσα - σεξουαλικά ανεξάρτητη λαμπερή γυναίκα του σήμερα, με καριέρα και στρας.

Όμως, οι συγκεκριμένες 2 ερμηνείες δεν είναι ακριβείς, άσχετα αν με αυτές τις σημασίες χρησιμοποιείται συνήθως ο όρος από τους εγχώριους τηλε-κανίβαλος και κριτικούς. Η προέλευση της χρήσης του όρου στην ελληνική σόου-μπίζ-σλανγκ θα πρέπει να αναζητηθεί στα θεατρικά και κινηματογραφικά κιτάπια, όπου η πρωταρχική του σημασία είναι ακριβής: γυναικείος ρόλος, πρωταγωνιστικός ή δευτερεύων, κωμικός ή τραγικός, της ευάλωτης, ανυπεράσπιστης και βασανισμένης γυναίκας που τραβάει το γολγοθά της για να βρει κάποτε την ευτυχία (είτε στον έρωτα, είτε στη δουλειά, είτε στα παιδιά της κλπ.)...

Σκηνοθέτας: - Καλό το κειμενάκι σου και για το ρόλο του τζιτζιφιόγκου κάποιον θα βρούμε. Ποιαν θα βρούμε, όμως, να παίξει κάτι σαν το ρόλο της Μάουρα στο «Γυναίκες στα πρόθυρα νευρικής κρίσης»; Την Παπουτσάκη; Είναι εύκολο, όχι όμως για ρόλους ενζενύ!
Σεναριογράφος: - Έχεις δίκιο. Η Παπουτσάκη δεν κάνει, too hot. Η Καραμπέτη ούτε να μας φτύσει... Μήπως η Γερασιμίδου; Και να την κάνουμε... μητριά του τζιτζιφιόγκου που είναι παράφορα ερωτευμένη μαζί του; Μην την κάνουμε μάνα και μας πουν ανώμαλους!

Θεσμοφοριάζουσες. Οι κωμωδίες του Αριστοφάνη σε κόμικς, Τ. Αποστολίδη και Γ. Ακοκαλίδη. (από patsis, 23/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified