Παράγωγο του ρ. μουνουχάω, αναφέρεται στο ευνουχισμένο νεαρό κριάρι, που αποτελεί εκλεκτό μεζέ.

Σε πολλά χωριά, ο ευνουχισμός του αρσενικού ζώου εφαρμόζεται με στόχο τον έλεγχο των ορμονών, οι οποίες ως γνωστόν, προσδίδουν έντονη και δυνατή γεύση - μυρωδιά στα αρσενικά σφαχτάρια. Το μουνούχι, ευνουχισθέν γαρ, έχει σφιχτό κρέας αλλά λιγότερο έντονη γεύση και μυρωδιά, κοινώς γνωστή και ως βαρβατίλα.

Απόσπασμα από blog:
Παραμονή τ’ Αι Λιά στη Σαρακινάδα και το μουνούχι που ξεκοκαλίσαμε εξαιρετικό. Εορτάζων και Αμφιτρύων, ο Λιας Τσαμάκος και το σφαχτάρι, από τη στάνη του Κώστα Μερκούρη. Στο μαγείρεμα όμως, απ’ ότι έμαθα, έβαλε το χεράκι του, ο Σωτήρης ο Νικολόπουλος και σκέφτομαι σοβαρά, να τον προτείνω για αρχισέφ, σε γνωστή χασαποταβέρνα. Όλα εξαιρετικά, και του χρόνου πατριώτη, μόνο που θα ξανάρθω, με αυτοκίνητο που θα έχει μουσική, γιατί η χορωδία που είχε στο πίσω κάθισμα ο αντιδήμαρχος, παραήταν φάλτσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτό που οι κάτοικοι της Νότιας Ελλάδας εννοούν το σουβλάκι σε ξυλάκι (μιας και τα ξυλάκια ονομάζονται ΚΑΙ καλαμάκια). Οι δε κάτοικοι της Βορείου Ελλάδας και κυρίως της Θεσσαλονίκης επιμένουν κατηγορηματικά οτι καλαμάκι λέγεται μόνο αυτό του frappe, γι' αυτό προτείνεται η αποφυγή της χρήσης αυτής της λέξης όταν βρίσκεστε σε σουβλατζίδικο στην Βόρεια Ελλάδα ή αν ο ιδιοκτήτης του κατάγεται απο εκεί.

-Ναι... θα μου βάλετε σας παρακαλώ 4 καλαμάκια με πατάτες παρακαλώ; ....όχι, οχι του frappe, σουβλάκια εννοω....
...Ναι.. σουβλάκια αλλά χωρίς την πίττα...... ουφ.. ναι σκέτα ξυλακια. Οχι, να έχουν και κρέας επάνω τα ξυλάκια..... Καλά άστο, βάλε μια μερίδα γύρο καλύτερα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified