Εκνευριστικό λολοπαίγνιο που φοριέται τον τελευταίο καιρό από αστειάτορες baristas σε καφέ τ. Starpax. Αναφερόμεθα στο πρόδηλα στρέι εσπρεσσάκι stretto (στρέιτο), σε αντιδιαστολή με το ύποπτο lungo (λούγκρο).

Ινσέψιο: ύποπτος λούγκρος πίνει στρέιτο

Εναλλακτικά: ριστρέιτο (ristretto) ή λούγκρο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified