Μερικές σημασίες του σλανγκενεργού εντόμου:

  1. Κλασικότατα, ως συμπεριφορά είναι ο τεμπέλης, και κυρίως αυτός που ασχολείται με τέχνες και διασκεδάσεις αντί να δουλεύει, ο άεργος. Βλ. και αρχαίο μύθο με το τζιτζίκι και το μυρμήγκι. Ενδιαφέρουσα και η έκφραση «τζιτζίκι του χειμώνα», αυτός που επιμένει να σχολάζει και τον χειμώνα, λ.χ. δες.

  2. Στην στρατοσλάνγκ είναι:
    α. Ο στρατιώτης του πεζικού, ο τζίτζικας. Λέγεται και τζιτζικάριος, κατά το πεζικάριος. Για να τους θίξουν λένε και την κραυγή «αντρίκια αντρίκια και όχι σα τζιτζίκια».
    β. Ο φαντάρος των διαβιβάσεων, λόγω των κεραιών των ασυρμάτων με τους οποίους είναι φορτωμένος (Πάτσης).
    γ. Γενικά, κάποιος σε βυσματική θέση που δεν δουλεύει ούτε χώνεται.

  3. Στην μουσοσλάνγκ είναι:
    α. Το ακουστικό αποτέλεσμα από το ξύσιμο. Ξύσιμο, όπως το ορίζει ο σύσσλανγκος Mr Cadmus είναι «μία ακόμη τεχνική παιξίματος της ηλεκτρικής (κατά κανόνα) κιθάρας, στην οποία ο (οι) κιθαρίστας (-ες) παίζει σε ταχύτατο ρυθμό είτε συγχορδίες πέμπτης είτε μεμονωμένες ή διπλές χορδές (στα μπάσα ή στα πρίμα) με μονοπενιά ή διπλοπενιά (alternate picking ή downstrokes), ενώ έχει τιγκάρει τα πρίμα και έχει εξαφανίσει τα μεσαία του ενισχυτή και της κιθάρας του».
    β. Κλασικότατα, μεταφορά για τον τραγουδιστή εν γένει.

Πρβλ. και τις εκφράσεις εγώ τζιτζίκια πεταλώνω;, περί ορέξεως... τζιτζίκια γιαχνί, σκάει ο τζίτζικας.

Πλέον ονομάζεται 542 ΤΠ και είναι μονάδα τζιτζικιών. (Εδώ).

Μια σειρα μου μου ειχε πει: Στον πολεμο ειμαστε ολοι 30 δραχμες. Βατραχος η τζιτζικι, φανταρος ή στρατηγος, η σφαιρα που θα σε βρει κανει 30 δραχμες. (Εδώ).

Suicidal black metal με ωραιο τζιτζικι στις κιθαρες. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά το Πονηρόσκυλο, αυτό που κάνουν οι μοτοσυκλέτες στην μία ρόδα, και τα σκυλιά στα δύο πόδια (κάτι παραπάνω θα ξέρει). Επίσης: Το να στέκεται κάποιος ακίνητος μπροστά σε κάποιον (συνήθως ιεραρχικά ανώτερο) και να δείχνει απόλυτη πειθαρχία και φόβο.

Ετυμολογία: σούζα < ιταλικό suso < λατινικό επίρρημα su(r)sum = κίνηση από κάτω προς τα πάνω < subversum (σουπίνο) < subvertere = αναστρέφω, ανατρέπω < sub (= υπό) + vertere στρέφω, τέρπω.

Να μην συγχέεται με το τσούζει Σούζη;. Ή μήπως να συγχέεται;

Η πεθερά τους έχει όλους σούζα στο σπίτι! Δεν τολμά κανείς να της φέρει αντίρρηση!

John Philip Susa / Washington Post (από panos1962, 30/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Νιάου», ή καλύτερα «νιάαααααααααααααααααου» είναι το χτύπημα ψιλής (πολύ πρίμας) νότας σε ηλεκτρική κιθάρα, με αμέσως επόμενο το «σήκωμα» της χορδής.

Λέγεται έτσι επειδή παραπέμπει στον ήχο που παράγει μια γάτα, ιδιαίτερα όταν βρίσκεται σε σεξουαλική κορύφωση.

Το πρωτοανακάλυψε ο Jimi Hendrix όταν σε μια συναυλία του, μια λυσσασμένη γάτα ξεπήδησε μέσα από τους fans και ανέβηκε στο μικρόφωνο. Ο Hendrix προσπάθησε να την κατεβάσει από το μικρόφωνο, τραβώντας την με δύναμη από την ουρά. Η γάτα τότε έβγαλε έναν απόκοσμο ήχο και το κοινό από κάτω τρελάθηκε. Αυτό ήταν. Η μουσική παλέτα είχε εμπλουτιστεί με κάτι απίστευτα πολύτιμο. Βλέποντας την αντίδραση του κοινού, ο Hendrix αποφάσισε να προσθέσει στο παίξιμό του αυτό το τσίριγμα, που σηκώνει την τρίχα και στον πιο απαιτητικό θεατή. Ακολούθησαν πολλοί μιμητές, κανείς με τόσο μεγάλη επιτυχία.

...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοντόσωμος ποδοσφαιριστής με ευκινησία αλλά και αδυναμία στις σωματικές μονομαχίες.

Αγαπητός ορισμός παίκτης κατά τον Αλέφα, με πρώτη γνωστή αναφορά στον Τόγια της Προοδευτικής.

Πού να αντέξει τώρα ο Πάντος, το γατάκι, στον αράπη... Τον έκανε γιογιό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified