Αυτός που δεν έχει τον θεό του όσον αφορά την αδιαφορία και την άγνοια. Το άτομο που ζει τη ζωή του χαμένος μέσα σε μια σφαίρα αποκλεισμού των τεκταινομένων, είτε επειδή δεν έχει το κουράγιο είτε επειδή δεν έχει τις σχετικές εμπειρίες.

Συγκεκριμένα, ανιώθεος είναι ο νέος απλός πολίτης που δεν μπορεί να συλλάβει ο νους του τι γίνεται στη χώρα και γιατί σφάζονται πολωμένοι οι γύρω του, χωρίς να έχει τη δύναμη να συμμετέχει επειδή παλεύει να βγάλει τα γνωστά χαπάκια προστοζήν. Από την άλλη, ανιώθεος είναι και ο πολιτικός/δημοσιογράφος που, για να εξυπηρετήσει τους φιλιππικούς του, επικαλείται καταστροφές όπως ανεργία, φτώχεια κτλ αν δεν γίνει αυτό που τάσσει ο ίδιος, ενώ στην πραγματικότητα δεν έχει πάρει χαμπάρι πως αυτά που χρησιμοποιεί ως απειλές είναι υπαρκτές καταστάσεις για μεγάλο μέρος του πληθυσμού, και σε πολλές περιπτώσεις έχει ήδη συμβάλει ο ίδιος στο παρελθόν.

Τα αίτια είναι διαφορετικά, αλλά το αποτέλεσμα είναι κοινό. Κανείς από τους δύο επί παραδείγματι αναφερθέντες δεν έχει τον θεό του. Κανείς τους δεν έχει ιδέα. Κανείς τους δεν νιώθει.

–Είδα τις προάλλες τον Μήτσο. Τον ρώτησα αν είναι υπέρ του ΝΑΙ ή υπέρ του ΟΧΙ, αλλά με κοίταξε λες και είμαι εξωγήινος.
–Άσε τον αυτόν. Δεν έχει δουλειά ενάμιση χρόνο. Είναι εντελώς ανιώθεος.

–Ρε συ, "άμα βγούμε από το ευρώ"/"μείνουμε στο ευρώ", θα πεινάσουμε! Θα έχουμε ανεργία, "τα λεφτά μας δεν θα έχουν αξία"/"δεν θα έχουμε λεφτά" και άλλοι θα τρώνε και θα πίνουν εις βάρος μας!
–Πάλι ανιώθεους βλέπεις να μιλούν στην τηλεόραση, ρε; Μη ψαρώνεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προβαίνω σε ταλιμπανιές ήτοι, μεταξύ άλλων:

- Ξέρω ότι ταλιμπανίζω λέγοντάς τα αυτά, αλλά ως άνθρωπος (και όχι ως άτομο) δείχνω έμπρακτα τον σεβασμό μου στους μη αρτιμελείς συντοπίτες μου -πχ. με το να μην παρκάρω το ρημάδι μου στη διάβασή τους- και όχι ευνουχίζοντας τη γλώσσα μου (εδώ).

  • Είμαι πάρα πολύ εργατικός και αφοσιωμένος στην δουλειά μου, σε εκνευριστικό μάλιστα βαθμό (βλ. ταλιμπάν).

- Το φραπενείο βάρεσε κανόνι και έχω μείνει χωρίς δουλεία, τον δονητή μου μέσα!
- Δεν στέλνεις κάνα κουκουρίκουλουμ στο σλανγκρρ, μαθαίνω ότι προσλαμβάνουν μοντέλα. Εγώ έστειλα!
- Σιγά μην προσλάβει χλαμούτσες σαν εμάς ο Ρουμάνος! Εκεί δέχονται μόνο δίμετρα ουκρανάϊζερ που ταλιμπανίζουν μοντάροντας από το πρωί μέχρι το βράδυ!

- Νεοορθόθοξος είναι κάποιος που ταλιμπανίζει μετά από μεγάλες δόσεις αθεΐας, κι ανακάλυψε την Ορθοδοξία και τρελάθηκε (εδώ).

- Ταλιμπανίζω επικίνδυνα τώρα τελευταία. Ας ελπίσουμε οτι είναι περαστικό και οτι οφείλεται στην συσσωρευμένη αγανάκτηση και οργή (εκεί).

Κλείνοντας, πέον να καταγραφούν και οι ασόβαρες λολοπαιγνιώδεις αναφορές κυρίως ωσαννά φορά στο ταλιμπανιστήρι (εκ του ταλιμπάν και του μπανίζω).

- Η φευγαλέα θέα του αστραγάλου κάτω από την μπούργκα (το παραδοσιακό ταλιμπανιστήρι) αποτελεί πλέον παρελθόν. Στην απελευθερωμένη Καμπούλ το κυρίαρχο σύνθημα είναι: «Μπόμπα, τσόντα και καμπάνα» (Τζιπάκος, εδώ).

- Ποιος πάει για τουρισμό στο Πακιστάν; Να δει τι;
- Πάνε για …ταλιμπανιστήρι!!!! (διάλογος σε φλώρουμ, εκεί).

- Ταλιμπανιστήρι (ουσ. ουδ.): Τηλεχειριζόμενο αμερικανικό κατασκοπευτικό αεροπλάνο χωρίς πιλότο για την παρακολούθηση των Ταλιμπάν (παραπέρα).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified