μουρλέγκω, μουρλόγκα

Η τρελέγκω, η τρελόγκα η τρελοκαμπέρω.

Καλύπτει όλο το φάσμα των περιπτώσεων, από την αγαθιάρα εκκεντρική που αγαπάμε μέχρι και την σκατόψυχη σόσιοπαθ που, δοθείσης της εξουσίας, θα καλιγουλίσει ούρμπι ετ όρμπι και θα προβεί σε μικρές ή μεγάλες ασχήμιες.

- «Άι γαμήσου, μουρλέγκω», μουρμούρισε μέσα απ' τα δόντια του ο Αρίστος... (εδώ)

- Ποιος θα την μαζέψει την μουρλέγκω; Κύριε Αλέξη Τσίπρα, αν πράγματι θέλετε να διατηρήσετε στον ΣΥΡΙΖΑ όλον αυτόν τον κόσμο της Δημοκρατικής Παράταξης που σας εμπιστεύθηκε πριν μερικούς μήνες, καλό θα ήταν να βρείτε έναν τρόπο να ΣΙΩΠΗΣΕΙ η ΠΡΟΚΛΗΤΙΚΟΤΑΤΗ κυρία Κωνσταντοπούλου. (εκεί)

Φτηνό λολοπαίγνιο από μπλογκ 3ης κατηγορίας

- Tι λές μαρή ;;;; Μουρλόγκα.....Το παιδί μου να μην με αγαπά ; Που με λέει και "μανούλα"... και κάνω τσίσααααα από τη χαρά μου δεν το συζητώ... (αρχετυπική Ελληνίδα Μάνα, παραπέρα)

- σαν την άλλη τη μουρλόγκα την εναλλακτικιά που ισχυρίστηκε ότι μετά το σουβλάκι είναι καλύτερα να πιεις βυσινάδα και τσάι του βουνού αντί για ποτό με ανθρακικό.(παραδίπλα)

Εκ του βεν. murlo ("χαζός") και των γαμοσλανγκοκαταλήζεων -έγκω και -όγκα.

Αγγλιστί: Batshit crazy woman.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified