Selected tags

Further tags

Μειωτικά ο ψυχίατρος. Λέγεται βέβαια και για οποιονδήποτε γιατρό θεωρείται τρελός.

ΤΙ ΜΑΣ ΛΕΣ ΜΩΡΗ ΠΑΛΙΟΓΚΙΟΣΑ ΠΑΛΑΒΩΣΕΣ ΤΕΛΕΙΩΣ ????ΑΚΟΥ ΕΚΕΙ ΑΓΙΟΣ ΤΟ ΠΡΕΖΟΝΙ Ο ΓΕΛΟΙΟΣ ΑΝΑΡΧΙΚΟΣ ????ΔΕΝ ΝΤΡΕΠΕΣΑΙ ΛΙΓΑΚΙ ΤΡΕΛΛΟΓΡΙΑ ??? ΑΝΤΕ ΝΑ ΣΕ ΚΟΙΤΑΞΕΙ ΚΑΝΕΝΑΣ ΜΟΥΡΛΟΓΙΑΤΡΟΣ !!!ΒΓΑΙΝΕΙ ΤΟ ΚΑΘΕ ΤΣΟΦΛΙ ΚΑΙ ΛΕΕΙ ΟΤΙ ΤΟΥ ΚΑΤΕΒΕΙ ΣΤΗΝ ΚΟΛΟΚΥΘΑ ΤΟΥ ΑΝΤΕ ΑΠΟ ΚΕΙ ΝΑ ΠΛΥΝΕΙΣ ΚΑΝΕΝΑ ΠΙΑΤΟ !!! (Μακελειό).

Got a better definition? Add it!

Published

Αλλιώς το Ντελούλου από το αγγλικό delusional, σημαίνει αυτόν που έχει παραισθήσεις.

Είναι τελείως ντελού, νομίζει ότι τα έχει με τον Ρουβά.

Got a better definition? Add it!

Published

Η Κεφαλονιά ως νησί με κουρλούς, δηλαδή τρελούς. Χρησιμοποιείται και από τους ίδιους τους Κεφαλονίτες.

  1. Ένας λασκαράτος είμαστε όλοι σε τούτο το κουρλονήσι, κι όποιος παριστάνει τον «κανονικό», πάρτε ένα σίκλο με νερό και αμολάρετέ τον πάνω του. (Εδώ).
  2. Εκεί, που το βανάκι δεν θα έκανε πια δρομολόγια στην πολύβουη πόλη, αλλά ονειρεμένες βόλτες στο κακοτράχαλο, λατρεμένο «κουρλονήσι» μας. (Εδώ).
  3. Λένε πως η Κεφαλονιά είναι το νησί των τρελών. Κουρλονήσι την ονοματίζουν. Κι’ όλους τους Κεφαλονίτες κουρλούς μας αποκαλούν. Για να πούμε την αλήθεια δεν έχουν και άδικο. Η τρέλα έχει την έδρα της σ’ αυτό το νησί. Όμως είναι μια τρέλα όμορφη. Μια τρέλα ακίνδυνη. Μια τρέλα γεμάτη σάτυρα και γέλιο. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Όταν πιστεύεις ότι θα καταλήξεις με τον αγαπημένο σου σελεμπριτι σε σχέση, χωρίς αυτό να μην έχει ούτε λίγη σχέση με την πραγματικότητα. Εναλλακτικά, χρησιμοποιείται όταν γενικά είσαι λίγο κούκου και τρελάκιας.

Από το αγγλικό delusional, το οποίο σημαίνει «ψυχωτικός». Εξελίχθηκε σε delulu προτού περάσει και στα ελληνικά.

Συναντιέται και στον θηλυκό τύπο «ντελούλα» και αρσενικό, «ντελούλος», συχνά χαϊδευτικά.

Παράδειγμα:

-Η Μαρία νομίζει ότι θα παντρευτεί τον Σάκη Ρουβά μια μέρα.

-Α, καλά, αυτή είναι τελείως ντελούλου...

Παράδειγμα 2:

-Μαράκι φέρε μου έναν καφέ.

-Είναι μεσάνυχτα ντελούλα μου.

-Δεν πειράζει, θα ξενυχτήσω απόψε.

Παράδειγμα 3:

-Χθες ήπιαμε έναν μπάφο και ψυχεδελιάσαμε. Όλα ξαφνικά έγιναν πολύ ντελούλου.

Got a better definition? Add it!

Published

Μεταβαίνω από μία κατάσταση λογικής ύπαρξης σε μία κατάσταση άλογων πράξεων και σκέψεων, κατά την οποία δεν υφίσταται καταλογισμός, εξαιτίας τρίτων παραγόντων. Κυριολεκτικά, φέρομαι σα μουρλός, ως απότοκο ενός γεγονότος ή μίας πράξης. Μερικό συνώνυμο: Θολώνω.

Ετυμολογία [κάργα λαϊκή λέξη < μουρλός < βενετική murlo]

[Εδειρα ένα θύμα μου] Γιατί του είπα να μου βάλει κάτι σύνθετα σε ένα άλογο, δε μου τα έβαλε και μουρλοποιήθηκα Απευθείας σύνδεσμος βίντεο

κύριος Αυγολέμονος, βλέπε/άκου στο 1:17

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προστακτική β' ενικού του ρήματος τρελαίνομαι. Έχει κυρίως χαρακτήρα παρότρυνσης.

Το Σάββατο έχει πάρτυ το Μαράκι. Θα γίνει χαμός! Τρελάσου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

χαζιά, τρελιά, ζουρλιά

Στη Βόρεια Ελλάδα (στην Δράμα σίγουρα), ίσως και τη Θεσσαλία, λέγονται κι έτσι τα επίθετα χαζή, τρελή, ζουρλή.
Βρήκα το χαζιές (γυναίκες) και τα ζουρλιά πουλιά (πέμπτο και τελευταίο παράδειγμα, αντιστοίχως).

  1. Η άλλη το πιτόγυρο το λέει "καλαμάκι". Καλάμια και παλούκια μαρή χαζιά. ΕΔΩ

  2. -Πόσο καλύτερα θα ήταν αν κοιμόμασταν τώρα μαζί.. Ε παιδιά;
    -Είσαι χαζιά; Το μυστικό του πετυχημένου γάμου είναι να κοιμασαι χώρια

  3. Υπερβολικια, χαζια, τρομακτικια... γιατί ... Ελληνικιά γραμματικιά.. ΕΔΩ

  4. Ποιός μαρή χαζιά ;) Και για την Παλμύρα ο Τσίπρας να τρέξει; Ντιπ για ντιπ το 'χασες. ΕΔΩ

  5. Φαίνεται ότι τα γάντια είχαν το ίδιο γούστο με τον Βασίλη: δεν μπορούσαν τις «χαζιές». (δ. παπαδούλης, Η ΑΓΓΕΛΟΚΡΟΥΣΜΕΝΗ)


  1. ναι ρε μαρίνα, τι τρελιά που είσαι, καλή καρδιά #katipsinetai ΕΔΩ

  2. -Μέρα χωρίς χαμόγελο είναι (σημάδι ότι τα ´χεις κάνει πουτάνα ολα) χαμένη μέρα.
    -ελα μαρη τρελια σπάσε ένα μικρο μην πάει χαμένη!! κρίμα ειναι!!!! ΕΔΩ


  1. 15Αύγουστος στην Αθήνα. Θα κάτσω να δω την ταινία του Γιάνναρη & μετά θα βάλω ένα νυφικό να τρέχω σαν τη ζουρλιά στους δρόμους. ΕΔΩ

  2. -Αν πετύχω πρώην μου έξω με την δικια τoυ, λέω: "Ορίστε μια χαρά περνάς, τι μου στέλνεις μηνύματα κάθε βράδυ;" και φεύγω....!
    -χαχαχαχαχαχαχαχα! είσαι ζουρλιά! ΦΒ

  3. Ύστερα, απόξω, η βροχή έπαψε και τα πουλιά πέτουνταν πάλι σαν ζουρλιά. Ένα, μου φάνηκε ολόιδιο με κείνο που ο αδερφός μου είχε φκιάξει στο τζάμι της μπαλκονόπορτας της δύσης, βουτώντας το δάχτυλό του, στη θλίψη του φθινοπώρου! ΕΔΩ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

μουρλέγκω, μουρλόγκα

Η τρελέγκω, η τρελόγκα η τρελοκαμπέρω.

Καλύπτει όλο το φάσμα των περιπτώσεων, από την αγαθιάρα εκκεντρική που αγαπάμε μέχρι και την σκατόψυχη σόσιοπαθ που, δοθείσης της εξουσίας, θα καλιγουλίσει ούρμπι ετ όρμπι και θα προβεί σε μικρές ή μεγάλες ασχήμιες.

- «Άι γαμήσου, μουρλέγκω», μουρμούρισε μέσα απ' τα δόντια του ο Αρίστος... (εδώ)

- Ποιος θα την μαζέψει την μουρλέγκω; Κύριε Αλέξη Τσίπρα, αν πράγματι θέλετε να διατηρήσετε στον ΣΥΡΙΖΑ όλον αυτόν τον κόσμο της Δημοκρατικής Παράταξης που σας εμπιστεύθηκε πριν μερικούς μήνες, καλό θα ήταν να βρείτε έναν τρόπο να ΣΙΩΠΗΣΕΙ η ΠΡΟΚΛΗΤΙΚΟΤΑΤΗ κυρία Κωνσταντοπούλου. (εκεί)

Φτηνό λολοπαίγνιο από μπλογκ 3ης κατηγορίας

- Tι λές μαρή ;;;; Μουρλόγκα.....Το παιδί μου να μην με αγαπά ; Που με λέει και "μανούλα"... και κάνω τσίσααααα από τη χαρά μου δεν το συζητώ... (αρχετυπική Ελληνίδα Μάνα, παραπέρα)

- σαν την άλλη τη μουρλόγκα την εναλλακτικιά που ισχυρίστηκε ότι μετά το σουβλάκι είναι καλύτερα να πιεις βυσινάδα και τσάι του βουνού αντί για ποτό με ανθρακικό.(παραδίπλα)

Εκ του βεν. murlo ("χαζός") και των γαμοσλανγκοκαταλήζεων -έγκω και -όγκα.

Αγγλιστί: Batshit crazy woman.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση έχει διπλή σημασία.

  1. Την λέμε ειρωνικά όταν κάποιος προσποιείται τον ανήξερο ή το παίζει «τρελός».

  2. Για τους φτωχούς της Ελληνικής γλώσσας, με το ελάχιστο λεξιλόγιο. Η σωτήρια φράση που εξηγεί τα πάντα.

  1. Τι λες ρε φίλε, το παίζεις αούα κι έτσι…

  2. Άπαιχτη η γκόμενα, έχει ένα κορμί αούα κι έτσι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει τρελός, αλλοπρόσαλλος, βαρεμένος, παράξενος.

Επίθετο με την ίδια κατάληξη για όλα τα γένη, μπορεί να χρησιμοποιηθεί κι ως επίρρημα.

- Τον είδες ρε μαλάκα τον άλλο τον λιλαλό το γείτονα σου; Πάλι στο μπαλκόνι είναι μόνο με το βρακί και σφυρίζει σ όποιον περνά!

- Τι λέει, πώς τα πας;
- Άσε Νώντα. Γράφω αύριο και διαβάζω διαβάζω κ δε θυμάμαι τίποτα.Έχω να βγάλω 240 σελίδες, λιλαλό η κατάστα φίλε.

Βλ. και ψυχολογικό (ή ψυχικό) τραλαλά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified