Further tags

τσαχπινογαργαλιάρα, τσακπινογαργαλιάρα /-ης: Ορισμός που δίνεται σε ανθρώπους παιχνιδιάρικους και πονηρούληδες. Πιο πολύ σε γυναίκες που φλερτάρουν με όλους και γελάνε αβίαστα για όλα ενώ τα μάτια τους λένε πως τα κάνουν όλα σε όλες τις στάσεις.

- Την είδες την Κατερίνα;
- Άσε, της μίλησα για λίγο και έσταζε πόθο για το κορμί μου. Όλο υπονοούμενα. Πολύ τσαχπινογαργαλιάρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τρομερή γκόμενα με μεγάλα στήθη.

Η Δανάη είναι λος τουμπανέιρος!! Αν τη δεις στην παραλία θα πάθεις πλάκα!!!!

Got a better definition? Add it!

Published

Ο άντρας που του αρέσει να κάνει στοματικό σεξ σε γυναίκα, όχι απαραίτητα με τη μέθοδο της προπέλας.

Δηλώνει τον άντρα με επιδέξια γλώσσα.

Βγήκαμε χτες για ποτό με την Χριστίνα και μας έλεγε για τον δικό της... Μεγάλος προπελάκιας ο Νίκος! Τυχερή κοπέλα, την κάνει και τελειώνει κάθε φορά! Όχι σαν τον δικό μου τον μούχλα που μόνο πήδημα θέλει...

Got a better definition? Add it!

Published

Όπως και η μουνίτσα, είναι η κοπέλα μικρής ηλικίας που η παρουσία της αναστατώνει τα αγόρια.

- Έκατσαν δίπλα μας στην παραλία 2 καυλίτσες και τους πιάσαμε κουβέντα με το Γιώργο. Κανονίσαμε για ποτάκι το βράδυ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα που είναι φτιαγμένη για να κάνει σεξ διαρκώς καθώς δεν το χορταίνει ποτέ. Η νυμφομανής.

- Θα βγω απόψε με την Κάτια, λες να καταφέρω να κάνω κάτι μαζί της; - Είσαι σοβαρός; Η κοπέλα είναι πουτσόδουλη! Θα περάσεις πολύ καλά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άντρας που δεν έχει δυνατότητα να τεκνοποιήσει.

- Τα έμαθες για τον Γιάννη; Εδώ και 3 μήνες προσπαθεί να κάνει παιδί με τη γυναίκα του αλλα εκείνη δεν μπορεί με τίποτα να συλλάβει. - Εχει δηλαδή πρόβλημα η Μαρία;
- Όχι ρε, ο Γιάννης είναι άσφαιρος, πήγε στο γιατρό και έκανε εξατάσεις και το έμαθε...

Got a better definition? Add it!

Published

Είναι ο τύπος της γυναίκας που αρέσκεται στο να παίρνει πίπες. Ψοφάει για τσιμπούκια, δεν έχει αναστολές, το διασκεδάζει, δεν το κάνει για τα λεφτά.

Τι έγινε με εκείνη την πεοθηλάζουζα, βρεθήκατε τελικά;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που τον.. παίρνει αμέσως.

-Η Γιαννιώτισες κ Θεσσαλονικιές είναι πηδήξιμες!!

Βλ. και γαμήσιμος.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο έμπειρος, αυτός που είναι πολύ καλός σε αυτό που κάνει. Δεν έχει να κάνει μόνο με τεχνικές ικανότητες, αλλά επεκτείνεται σε όλους τους τομείς.

- Καλά ο Νίκος είναι και πολύ μεγάλος κατακτητής! Κάθε μήνα και με άλλη είναι! Πώς του κάθονται όλες αυτές; - Ε, είναι πολύ έμπειρος στο κρεββάτι και μάστορας στο στοματικό σεξ! Ποια να του αντισταθεί;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη ρωσικής προελέυσεως υποδηλούσα τον μαλάκα. Εναλλακτικά, ο Ρωσοπόντιος ανώνυμος. Συνήθως, απευθυνόμενος σε κάποιον άλλο, οφείλει κανείς να τραβήξει το τελικό άλφα.

- Εεεε... Μπινταράαα... Εμένα κοίταξες έτσι... Να 'ρθω εκεί να παίξουμε τις γροθιές;
- Εμένα ρε; Μπλιαάατ... Έλα εδω κανονίσω σε...

Από διαδηλώσεις κατά του Πούτιν.  (από Khan, 20/11/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified