Selected tags

Further tags

Ο τρόμπας.

Όλη μέρα σπίτι και χειρογαμία.

Βλ. και χερογλύκανο, χειρογλύκανο, τρόμπαξ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που γαμάει κώλο.

Με τέντωσε ο μαλάκας, όλο από πίσω θέλει... Σκέτο όπλο πρωκτικής καταστροφής.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα χώνω όλα μέσα.

(την ωρα του σεξ:)
Και τα παπούτσια μεεσααααααά...!

(από pavleas, 19/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο στραβοψώλης.

Μαλάκα ο Μήτσος ειναι τιρμπουσόν, όταν κατουράει πετυχαίνει τα μούτρα του!

Βλ. και κατσαβιδοψώλης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που δεν προλαβαίνει να χύσει έξω.

- Γιατι εχει τα αυτιά κατεβασμένα ο Τάκης;
- Άσε άσε, τρεχει αεροπατερας, με τα τεστ εγκυμοσύνης είναι η γκόμενά του...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καλό σεξ.

Φοβερός πουτσοδαμαστής η Όλγα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καλό σεξ.

- Καλή η ρίτσα;
- Ατσααααααααα, γητευτής της πούτσας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπανιστήρι.

- Πάω παραλία για οφθαλμόλουτρο.

(από patsis, 12/08/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το τσιμπούκι.

- Ήταν πολύ καλή στο γαμαμούτρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κακός εραστής.

- Είδα κι έπαθα μέχρι να μου τον βάλει ο αερογάμης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified